Η Νέα Δημοκρατία δια του
Προέδρου της Κυριάκου Μητσοτάκη εδώ και πολλούς μήνες είχε προτείνει την
σύσταση μόνιμου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, για θέματα εξωτερικής
πολιτικής και άμυνας. Η επίλυση των εθνικών μας ζητημάτων απαιτεί
αρραγές εθνικό μέτωπο, κλίμα εμπιστοσύνης και συνεργασίας των πολιτικών
δυνάμεων, σταθερή γραμμή και πολιτική διάρκειας, με σεβασμό στις εθνικές
ευαισθησίες. Και βέβαια ενημέρωση των πολιτών για τις ενδεχόμενες
λύσεις και τις επιλογές που πρέπει να κάνουμε. Εξωτερική πολιτική δεν
γίνεται με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός, δυστυχώς για την χώρα έχει άλλη πολιτική κουλτούρα την οποία ανέδειξε μέσα από τον τρόπο που «έλυσε» το σκοπιανό. Ανέβηκε στην εξουσία με ψέματα και αυταπάτες, πολιτεύθηκε με συγκρουσιακά διλλήματα και διχαστικές λογικές. Αυτό έκανε με την οικονομία, αυτό έκανε και με το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Αντίθετα στην λογική του ενιαίου εθνικού μετώπου, ο Πρωθυπουργός της χώρας διαπραγματεύθηκε επί ένα εξάμηνο το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων χωρίς καν τη σύμφωνη γνώμη του έτερου κυβερνητικού εταίρου, ο οποίος και διαφωνεί με την συμφωνία, αλλά στηρίζει την κυβέρνηση. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα ότι διαπραγματεύεσαι μόνος σου και παράλληλα έχεις σοβαρά ιστορικά και θεσμικά κενά πάνω στο θέμα, να καταλήγεις σε μία κακή συμφωνία. Η κατηγορίες για εθνικισμό και πατρηδοκαπηλεία σε όσους διαφωνούν μαζί σου, απλά επιβεβαιώνουν την ανεπάρκειά σου. Έτσι και ο κ. Τσίπρας προτίμησε να διχάσει για μία ακόμα φορά.
Επιπρόσθετα στο θέμα των Σκοπίων τα στελέχη της κυβέρνησης δεν αντιλαμβάνονται τις ευαισθησίες της πλειοψηφίας των Ελλήνων, καθώς σε όλη τους την πολιτική διαδρομή ονόμαζαν την γείτονα χώρα «Μακεδονία».
Αποτέλεσμα φυσικά όλων των παραπάνω είναι μία πολύ κακή «συμφωνία» για τη χώρα, που αποδέχεται ουσιαστικά των πυρήνα των διεκδικήσεων των Σκοπιανών τα τελευταία 80 χρόνια Ουσιαστικά ο κ. Τσίπρας και όσοι τον στηρίζουν, κάνουν στην μεγαλύτερη υποχώρηση που θα μπορούσε να γίνει, υιοθετώντας τις θέσεις των σκοπιανών για «Μακεδονική» εθνότητα και «Μακεδονική» γλώσσα, που αποτελούν το καλύτερο εφαλτήριο για μελλοντικές αλυτρωτικές διεκδικήσεις. Λίγα μόλις μετά την υπογραφή της συμφωνίας ο κ. Ζάεφ μίλησε κατά πρόσωπο στον Πρωθυπουργό για «Μακεδονία». Το Βόρεια χάθηκε σε dt…
Σήμερα φτάσαμε σε μία συμφωνία που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που πάει να λύσει. Παράλληλα δίνει χώρο σε ανεύθυνες μαξιμαλιστικές φωνές να επενδύσουν σε έναν ακραίο και αδιέξοδο εθνικισμό σπρώχνοντας τη χώρα στα άκρα. Μία λύση για να είναι βιώσιμη και λειτουργική σε βάθος χρόνου δεν θα πρέπει να αφήνει σε καμία από τις δύο πλευρές την πικρή γεύση της εθνικής υποχώρησης, αυτή δηλαδή που νιώθουν σήμερα οι Έλληνες στην προοπτική της αποδοχής της «Μακεδονικής» εθνότητα και γλώσσα για τους Σκοπιανούς.
Τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά αν είχε υιοθετηθεί η πρόταση της ΝΔ για μόνιμο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ή αν ο κ. Τσίπρας ακολουθούσε την τακτική του Κώστα Καραμανλή, που το 2008 υπεύθυνα, μεθοδικά και χωρίς τυμπανοκρουσίες, κατάφερε να διαμορφώσει ένα ισχυρό και αρραγές μέτωπο και σε δυσκολότερες τότε για τη χώρα μας συνθήκες, να πετύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη χώρα μας.
Αποτέλεσμα σήμερα εκτός από μια κακή Κυβέρνηση, έχουμε και μία κακή συμφωνία. Έχουμε μια σοβαρή εθνική ήττα.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός, δυστυχώς για την χώρα έχει άλλη πολιτική κουλτούρα την οποία ανέδειξε μέσα από τον τρόπο που «έλυσε» το σκοπιανό. Ανέβηκε στην εξουσία με ψέματα και αυταπάτες, πολιτεύθηκε με συγκρουσιακά διλλήματα και διχαστικές λογικές. Αυτό έκανε με την οικονομία, αυτό έκανε και με το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Αντίθετα στην λογική του ενιαίου εθνικού μετώπου, ο Πρωθυπουργός της χώρας διαπραγματεύθηκε επί ένα εξάμηνο το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων χωρίς καν τη σύμφωνη γνώμη του έτερου κυβερνητικού εταίρου, ο οποίος και διαφωνεί με την συμφωνία, αλλά στηρίζει την κυβέρνηση. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα ότι διαπραγματεύεσαι μόνος σου και παράλληλα έχεις σοβαρά ιστορικά και θεσμικά κενά πάνω στο θέμα, να καταλήγεις σε μία κακή συμφωνία. Η κατηγορίες για εθνικισμό και πατρηδοκαπηλεία σε όσους διαφωνούν μαζί σου, απλά επιβεβαιώνουν την ανεπάρκειά σου. Έτσι και ο κ. Τσίπρας προτίμησε να διχάσει για μία ακόμα φορά.
Επιπρόσθετα στο θέμα των Σκοπίων τα στελέχη της κυβέρνησης δεν αντιλαμβάνονται τις ευαισθησίες της πλειοψηφίας των Ελλήνων, καθώς σε όλη τους την πολιτική διαδρομή ονόμαζαν την γείτονα χώρα «Μακεδονία».
Αποτέλεσμα φυσικά όλων των παραπάνω είναι μία πολύ κακή «συμφωνία» για τη χώρα, που αποδέχεται ουσιαστικά των πυρήνα των διεκδικήσεων των Σκοπιανών τα τελευταία 80 χρόνια Ουσιαστικά ο κ. Τσίπρας και όσοι τον στηρίζουν, κάνουν στην μεγαλύτερη υποχώρηση που θα μπορούσε να γίνει, υιοθετώντας τις θέσεις των σκοπιανών για «Μακεδονική» εθνότητα και «Μακεδονική» γλώσσα, που αποτελούν το καλύτερο εφαλτήριο για μελλοντικές αλυτρωτικές διεκδικήσεις. Λίγα μόλις μετά την υπογραφή της συμφωνίας ο κ. Ζάεφ μίλησε κατά πρόσωπο στον Πρωθυπουργό για «Μακεδονία». Το Βόρεια χάθηκε σε dt…
Σήμερα φτάσαμε σε μία συμφωνία που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που πάει να λύσει. Παράλληλα δίνει χώρο σε ανεύθυνες μαξιμαλιστικές φωνές να επενδύσουν σε έναν ακραίο και αδιέξοδο εθνικισμό σπρώχνοντας τη χώρα στα άκρα. Μία λύση για να είναι βιώσιμη και λειτουργική σε βάθος χρόνου δεν θα πρέπει να αφήνει σε καμία από τις δύο πλευρές την πικρή γεύση της εθνικής υποχώρησης, αυτή δηλαδή που νιώθουν σήμερα οι Έλληνες στην προοπτική της αποδοχής της «Μακεδονικής» εθνότητα και γλώσσα για τους Σκοπιανούς.
Τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά αν είχε υιοθετηθεί η πρόταση της ΝΔ για μόνιμο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ή αν ο κ. Τσίπρας ακολουθούσε την τακτική του Κώστα Καραμανλή, που το 2008 υπεύθυνα, μεθοδικά και χωρίς τυμπανοκρουσίες, κατάφερε να διαμορφώσει ένα ισχυρό και αρραγές μέτωπο και σε δυσκολότερες τότε για τη χώρα μας συνθήκες, να πετύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη χώρα μας.
Αποτέλεσμα σήμερα εκτός από μια κακή Κυβέρνηση, έχουμε και μία κακή συμφωνία. Έχουμε μια σοβαρή εθνική ήττα.