Το δύσκολο μετεκλογικό αύριο του ΣΥΡΙΖΑ
Του Σταύρου Λυγερού
Η διάψευση των προσδοκιών για βελτίωση της οικονομίας κλιμακώνει την αντίθεση της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών προς τις ασκούμενες μνημονιακές πολιτικές, γεγονός που εκ των πραγμάτων αποδυναμώνει την κυβέρνηση. Το ενδεχόμενο κατάρρευσής της δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αλλά το πιθανότερο είναι να «σέρνεται» μέχρι την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας.
Ο Σαμαράς δεν πρόκειται να στήσει κάλπες. Θα προσπαθήσει πάση θυσία να συγκεντρώσει τις αναγκαίες 180 βουλευτικές ψήφους για να παρατείνει τη ζωή της κυβέρνησής του μέχρι τον Ιούνιο 2016. Η επιδίωξή του αυτή επικροτείται από το ευρωιερατείο και από τις εγχώριες άρχουσες ελίτ. Τον τελευταίο καιρό, όμως, γίνονται δεύτερες σκέψεις. Αν και το κόμμα του Τσίπρα δυσκολεύεται να πείσει ως εναλλακτική λύση, κατ’ αντιδιαστολή κερδίζει συνεχώς έδαφος. Η εδραίωση και διεύρυνση του δημοσκοπικού προβαδίσματός του ωθεί κάποιους κύκλους και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα να θεωρούν ότι όσο καθυστερούν οι εκλογές τόσο θα πλησιάζει προς την αυτοδυναμία.
Μία τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε ριζικά τα τωρινά πολιτικά δεδομένα. Οι εγχώριες άρχουσες ελίτ ποντάρουν πολύ στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ανάγκη εταίρο για να σχηματίσει κυβέρνηση. Θεωρούν ότι μέσω αυτού θα μπορούν να επηρεάσουν όχι μόνο την πολιτική μίας μελλοντικής συμμαχικής κυβέρνησης Τσίπρα, αλλά και τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Κουμουνδούρου.
Ο Σαμαράς πήγε στο Βερολίνο σε μία εναγώνια προσπάθεια να αποσπάσει την υπόσχεση ότι το επόμενο διάστημα θα ληφθεί η απόφαση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Στο Μαξίμου θεωρούν ότι μόνο αυτή η απόφαση μπορεί με το κατάλληλο πολιτικό μάρκετιν στο εσωτερικό να αντιστρέψει το σημερινό αρνητικό κλίμα. Το ευρωιερατείο, όμως, δεν δείχνει διατεθειμένο να δεσμευτεί για κάτι τέτοιο πριν ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα. Φοβάται ότι εάν λόγω προεδρικής εκλογής στηθούν κάλπες, θα κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος και θα βρεθεί με μία απόφαση-δώρο στα χέρια, η οποία θα του επιτρέψει να πιέσει θεσμικά την Ευρωζώνη.
Σε μία προσπάθεια και να μην λάβει απόφαση και ταυτοχρόνως να βοηθήσει πολιτικά την κυβέρνηση, είναι πολύ πιθανόν το ευρωιερατείο να επαναλάβει τον εκβιασμό που είχε ασκήσει το 2011 στον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Σαμαρά. Για να δρομολογήσει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους να θέσει ως όρο την έγγραφη δέσμευση του Τσίπρα ότι θα τηρήσει τις μνημονιακές υποχρεώσεις της Ελλάδας. Και επειδή θεωρείται δεδομένο ότι η Κουμουνδούρου δεν πρόκειται να ενδώσει, το ευρωιερατείο θα βρει μία δικαιολογία για την υπαναχώρησή του και η κυβέρνηση θα αποκτήσει ένα ισχυρό προπαγανδιστικό όπλο.
Τα κατεστημένα ΜΜΕ θα βομβαρδίσουν την κοινή γνώμη ότι η πολυπόθητη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν πραγματοποιείται λόγω της άρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να μην ανατρέψει το προβάδισμά του, αλλά οπωσδήποτε θα ανασχέσει την εκλογική δυναμική του και κατ’ επέκτασιν θα απομακρύνει το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας.
Το κόμμα του Τσίπρα, όμως, έχει δυσκολία να συνάψει πολιτικά συμβατές κυβερνητικές συνεργασίες. Η εκλογική συρρίκνωση της ΔΗΜΑΡ μάλλον θα την αφήσει εκτός Βουλής και άρα θα του στερήσει έναν δυνάμει εταίρο. Μία καθαρόαιμη αντιμνημονιακή επιλογή θα ήταν η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, εάν καταφέρουν και επιβιώσουν κοινοβουλευτικά. Στον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, ξυνίζουν τα μούτρα τους, ενώ ενστάσεις θα προβληθούν και από την πλευρά κάποιων βουλευτών του Καμμένου.
Με επιχείρημα τη διαχωριστική γραμμή Αριστερά-Δεξιά αρκετοί στην Κουμουνδούρου προτιμούν το Ποτάμι ως κυβερνητικό εταίρο. Αυτό το κόμμα, άλλωστε, δεν ιδρύθηκε μόνο για να ανακόψει τη διαρροή απογοητευμένων κεντροαριστερών (και κεντροδεξιών) ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Ιδρύθηκε και για να παίξει μετά τις εκλογές ρόλο κυβερνητικού μπαλαντέρ. Το πλεονέκτημά του είναι ότι ως νέο κόμμα δεν έχει μνημονιακό παρελθόν και πολιτικές «αμαρτίες». Και βεβαίως ο Θεοδωράκης εμφανίζεται ανοικτός όσον αφορά τις συνεργασίες.
Εδώ, όμως, τελειώνουν τα εύκολα. Η δυσκολία θα προκύψει από το γεγονός ότι το Ποτάμι θεωρεί αδιαπραγμάτευτη την ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας. Για την ακρίβεια, δεν πρόκειται να στηρίξει μία κυβέρνηση, η οποία θα δεσμευθεί προγραμματικά ότι θα καταργήσει μνημονιακές πολιτικές, έστω κι αν αυτό θα την φέρει σε ρήξη με το ευρωιερατείο. Στην πραγματικότητα, το Ποτάμι ιδρύθηκε και πριμοδοτήθηκε γενναιόδωρα από τις εγχώριες άρχουσες ελίτ για να παίξει τον ρόλο του οχήματος, με το οποίο θα επιχειρηθεί η ρυμούλκηση του ΣΥΡΙΖΑ στην όχθη του Μνημονίου.
Και επειδή κάποιοι στην Κουμουνδούρου έχουν ήδη αρχίσει να ψάχνουν τον τρόπο για να μεταβούν εκεί χωρίς κλυδωνισμούς, μία κυβερνητική συνεργασία με το Ποτάμι, ίσως και με ένα τμήμα του ΠΑΣΟΚ χωρίς τον Βενιζέλο, είναι το καλύτερο πολιτικό άλλοθι. Το γεγονός, όμως, ότι τόσο η ηγετική ομάδα όσο και η αυριανή Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι και ανομοιογενής και σε αποκλίνουσες τροχιές, δεν εγγυάται εύκολη υπέρβαση των τωρινών εσωτερικών αντιθέσεων. Όταν στις σχέσεις με την Ευρωζώνη ο κόμπος φθάσει στο χτένι και η Ελλάδα εισέλθει σε φάση πολιτικού μετεωρισμού, ο Τσίπρας θα πρέπει να αποφασίσει με ποιόν θα πάει και ποιόν θα αφήσει. Από τη δική του απόφαση θα κριθεί και το εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει αρραγής ή αντιθέτως θα προκληθεί εσωτερικό ρήγμα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Επίκαιρα την Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014 –http://www.epikaira.g
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.