Για την απόπειρα δολοφονίας του Καραμανλή καθώς και το ενδεχόμενο επιστροφής του πρώην πρωθυπουργού στην πρώτη γραμμή της πολιτικής ζωής του τόπου μίλησαν ο σημερινός και ο πρώην υπουργός Δημόσιας Τάξης κ.κ. Δένδιας και Κικίλιαςπου συναντήθηκαν εκτάκτως με τον πρώην πρωθυπουργό στο γραφείο του στην πλατεία Αμερικής.
Πιο συγκεκριμένα, στις 10 το πρωί, την πόρτα του πολιτικού γραφείου του πρώην πρωθυπουργού πέρασε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Βασίλης Κικίλιας, ενώ στις 10:30 -τη στιγμή που έβγαινε απο την εξώπορτα της πολυκατοικίας ο κ. Κικίλιας- τα σκαλιά του γραφείου ανέβαινε ο υπουργός Εθνικής Άμυνης Νίκος Δένδιας.








 
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου στο ΒΗΜΑ σειρά ερωτημάτων για ύπαρξη σχεδίου δολοφονίας - το 2008- του πρώην Πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή που οδήγησαν στην άσκηση ποινικών διώξεων από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, εκφράζουν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των αρχών ασφαλείας αλλά και των μυστικών υπηρεσιών που κατείχαν κρίσιμα πόστα εκείνη την περίοδο.

Σύμφωνα με πληροφορίες τότε είχε πράγματι υπάρξει προειδοποίηση του κ. Καραμανλή από ανώτατα στελέχη της Κατεχάκη για πιθανό σχέδιο δολοφονίας σε βάρος του, ενώ είχε ζητηθεί από την προσωπική του φρουρά να λάβει έκτακτα μέτρα ασφαλείας. Ομως, από την άλλη πλευρά, παράγοντες του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μιλούσαν για «ασαφείς πληροφορίες» και για περίεργα παιγνίδια ξένων παραγόντων πίσω από το «σχέδιο δολοφονίας του κ. Καραμανλή». Η ποινική δίωξη βασίζεται σε πολυσέλιδο απόρρητο έγγραφο της ΕΥΠ που συντάχθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2009 και το οποίο δημοσιοποιήθηκε το προηγούμενο καλοκαίρι. Στο έγγραφο υπάρχουν αναφορές για σχέδιο δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού αλλά και σε νέο κύμα υποκλοπών με στόχο Ελληνες και ξένους πολιτικούς.
Το «Βήμα» παρουσιάζει τους άγνωστους πρωταγωνιστές και τις πτυχές αυτής της περίεργης υπόθεσης που έχουν μείνει στο σκοτάδι.
Στο έγγραφο της ΕΥΠ υπάρχει επίκληση ενός ενημερωτικού δελτίου που φέρεται να συνέταξε «ρώσος αξιωματούχος» που σχετίζεται με την Ρωσική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας (FSB), ουσιαστικά διαδόχου της KGB.
Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό στην Ελλάδα είχε έλθει από τον Μάρτιο του 2008 μια ομάδα 19 στελεχών της FSB.
Αφορμή για τη σύσταση της συγκεκριμένης ομάδας φέρεται ότι ήταν η «απόπειρα τηλεφωνικής υποκλοπής συνομιλιών μεταξύ των κυρίων Κ. Καραμανλή του ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του τότε Βούλγαρου Προέδρου Γκεόργκι Παρβάνοφ».
 
Οπως μνημονεύεται στο υπηρεσιακό δελτίο «στόχος της εν λόγω ομάδας ήταν η διοργάνωση επιχειρήσεων "αντιπαρακολούθησης", κατά τις οποίες είχαν σκοπό να εντοπίσουν τα άτομα που παρακολουθούσαν τις κινήσεις του πρώην πρωθυπουργού». Ωστόσο στο έγγραφο αναφέρεται ότι η συγκεκριμένη ομάδα της FSB «εντόπισε σχέδιο επίθεσης εις βάρος του πρώην πρωθυπουργού κ Καραμανλή με σκοπό την αναβολή ή τη ματαίωση της ενεργειακής πολιτικής της χώρας», όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Όπως αναφέρει το εν λόγω έγγραφο, σε μία τουλάχιστον περίπτωση, οι ομάδες των πρακτόρων της FSB ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τους άνδρες που παρακολουθούσαν το αυτοκίνητο του έλληνα πρωθυπουργού στην περιοχή της Νέας Μάκρης Αττικής. Το συγκεκριμένο συμβάν τοποθετείται χρονικά μεταξύ 20 και 25 Απριλίου 2008, ενώ όπως τονίζεται η «εμπλοκή» δεν κράτησε πάνω από 30 δευτερόλεπτα. Ωστόσο, όπως επίσης καταγράφεται στο έγγραφο, οι δύο ύποπτοι για την «δολοφονία του πρωθυπουργού», που επέβαιναν σε ένα Βαν, διέφυγαν από τον χώρο της εμπλοκής χρησιμοποιώντας μοτοσικλέτα τύπου εντούρο. Μέσα στο Βαν οι Ρώσοι επικαλούνται ότι εντόπισαν εκρηκτικές ύλες αλλά και χάρτες που έδειχναν ότι το σχέδιο δολοφονίας του Ελληνα πρωθυπουργού είχε εκπονηθεί από μέλη δυτικών μυστικών υπηρεσιών αλλά και της ισραηλινής Mossad.
Τι λένε όμως οι Ελληνες αξιωματούχοι γι αυτήν την περίεργη ιστορία και ποια είναι τα πραγματικά περιστατικά;
Σύμφωνα με τότε στελέχη της λεωφόρου Κατεχάκη, ο «ρώσος αξιωματούχος» που εμφανίζεται σαν συντάκτης του πληροφοριακού δελτίου είναι ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα που είναι «σύνδεσμος» με την ρωσική FSB. Ο συγκεκριμένος αξιωματούχος έχει πολυετή παρουσία στην χώρα μας και θεωρείται ιδιαίτερα μεγάλης εμπειρίας. Μετά την αποστολή του ρωσικού εγγράφου η υπόθεση ανατέθηκε στην Γ' Διεύθυνση Αντικατασκοπίας της ΕΥΠ.
Οπως ανέφερε στο «Βήμα» υψηλόβαθμο στέλεχος της ΕΥΠ που ασχολήθηκε με την υπόθεση «το έγγραφο αυτό των Ρώσων μας προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Κατ' αρχάς, μέχρι τότε, δεν είχαμε καμία πληροφορία για ζήτημα υποκλοπών των συνομιλιών των κ.κ. Καραμανλή, Πούτιν και Παρβάνοφ. Και το εντυπωσιακό είναι ότι η επιχείρηση των Ρώσων εμφανίζεται να είχε χρονοκαθυστέρηση δύο χρόνων...».
 
Οι κ.κ. Καραμανλής, Πούτιν και Παρβάνοφ είχαν συνάντηση στις 4 Σεπτεμβρίου 2006 στο Μέγαρο Μαξίμου, με κύριο ενδιαφέρον την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Μπουργκάς - Αλεξανδρούπολη. Από τότε είχαν ορισμένες τηλεφωνικές συζητήσεις, κυρίως εκείνο το χρονικό διάστημα. Από τότε ουδέποτε ο κ. Πούτιν είχε έλθει ξανά στην Ελλάδα. Επίσης ο κ. Παρβάνοφ είχε το 2009 και το 2010 συναντήσεις με τον κ. Καραμανλή, ενώ και το 2010 είχε έλθει πάλι στην χώρα μας όπου συνάντησε μέλη της κυβέρνησης Παπανδρέου.
Ενα από τα ερωτήματα είναι λοιπόν, πώς διαπιστώθηκε «υποκλοπή» των διεθνών τηλεφωνικών κλήσεων που φέρεται να είχαν - ο καθένας από την χώρα του- οι κ.κ. Πούτιν, Παρβάνοφ και Καραμανλής. Πώς διαπιστώθηκε, δηλαδή, εξ αποστάσεως η υποκλοπή και πως οι Ρώσοι ερευνητές προσδιόρισαν αυτήν την καταγραφή των τηλεφωνικών κλήσεων μόνο στις συνομιλίες των τριών πολιτικών κι όχι για παράδειγμα στις συνομιλίες του κ. Καραμανλή με άλλους ξένες ηγέτες.
 
Είναι μάλιστα ακόμη ενδεικτικό ότι άγνοια για αυτήν την «υποκλοπή» είχαν και Βούλγαροι διπλωμάτες στην Αθήνα, που ρωτήθηκαν σχετικά.
Οπως λένε στελέχη της ΕΥΠ που είχαν χειρισθεί τότε την υπόθεση «το μόνο που υποθέσαμε τότε είναι ότι αυτό που αναφέρεται σαν υποκλοπή συνομιλιών των κ.κ. Καραμανλή-Πούτιν και Παρβάνοφ είναι μία ανησυχία Ρώσων διπλωματών στην Αθήνα ότι υποκλέπτονται συνομιλίες τους από την ΕΥΠ ή από άλλες ξένες μυστικές υπηρεσίες. Οτιδήποτε άλλο είναι παράδοξο...».
 
Οσον αφορά τα μνημονευόμενα για παρουσία κλιμακίου της FSB στην Αθήνα, για την αντιπαρακολούθηση της πομπής του κ. Καραμανλή και την εμπλοκή με αυτούς που σχεδίαζαν την δολοφονία του, τα στελέχη των ελληνικών υπηρεσιών μιλούν για «ασαφείς έως αστείες περιγραφές».
 
Οπως υποστήριξαν, μιλώντας προς το «Βήμα», οι ίδιοι έλληνες υπηρεσιακοί παράγοντες «αν κάποιου πολιτικού υποκλέπτονται οι συνομιλίες του δεν τον παρακολουθείς μέσα στην χώρα του ολημερίς κι ολονυκτίς με μια ομάδα τόσων ατόμων; Που άραγε στοχεύει αυτή η παρακολούθηση; Επιπλέον κι αυτά ακόμη περί εμπλοκής με τους "δολοφόνους" στερούνται λογικής βάσης. Ανάμεσα στα ερωτήματα που προκύπτουν είναι κι ένα προφανές: Πώς ενώ οι ρώσοι υποτίθεται ότι σταμάτησαν το Βαν των κατασκόπων, εκείνοι βρήκαν μηχανές εντούρο για να ξεφύγουν; Πού υπήρχαν αυτές οι μηχανές; Εξάλλου δεν είναι τόσο ανόητα και άπειρα τα στελέχη της FSB. Ποτέ δεν ενημερωθήκαμε εκείνη την εποχή και ποτέ δεν είχαμε αντιληφθεί όλα τα περιστατικά που μνημονεύονται στο ρωσικό έγγραφο».
 
Επίσης, όπως αναφέρουν οι ίδιοι άνθρωποι που γνωρίζουν το παρασκήνιο της υπόθεσης "τότε ρωτήσαμε τους επιτελείς της φρουράς του κ Καραμανλή αν είχαν αντιληφθεί οτιδήποτε ύποπτο και δήλωσαν άγνοια. Εξάλλου θεωρούμε απίθανο να παρακολουθούσαν τόσες εβδομάδες 19 Ρώσοι τον έλληνα πρωθυπουργό στα στενά της Ραφήνας, στην λεωφόρο Μαραθώνος και κανείς να μην είχε αντιληφθεί τίποτε... ".
 
Ωστόσο το ενημερωτικό δελτίο της ΕΥΠ παραδόθηκε από τον τότε διοικητή της κ. Ιωάννη Κοραντή στον τότε υπουργό Εσωτερικών κ. Προκόπη Παυλόπουλο. Ο κ. Κοραντής μιλώντας προς «Το Βήμα» αρνήθηκε να προχωρήσει σε οποιοδήποτε σχόλιο για την υπόθεση, τονίζοντας ότι «εκείνο τον καιρό έπραξα αυτό που όφειλα».
Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες ο κ. Παυλόπουλος ενημέρωσε τότε τον κ. Καραμανλή για το περιεχόμενο του δελτίου πληροφοριών της ΕΥΠ περί «σχεδίου δολοφονίας»του. Ομως φέρεται να του εξέφρασε παράλληλα τις επιφυλάξεις του για την ορθότητα των αναφερομένων. Παράλληλα ο κ. Παυλόπουλος φέρεται, μέσω ανώτατων αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ, να ενημέρωσε τους υπευθύνους της φρουράς του κ. Καραμανλή «να είναι προσεκτικοί και να αλλάζουν συνεχώς δρομολόγια». Χωρίς ωστόσο να τους προσδιορίσει για ποιο λόγο τους ζητά κάτι τέτοιο.
«Το Βήμα» είχε θέσει τότε σχετικό ερώτημα σε στελέχη της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα και η μοναδική απόκριση ήταν «ουδέν σχόλιον».