Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα (λαθών) για το πως μπορούν να αντιμετωπιστούν τα λαικιστικά κόμματα αναφέρει η Goldman Sachs
H Ελλάδα αποτελεί πολιτικό παράδειγμα για όλη την Ευρώπη υποστηρίζει η Goldman Sachs σε πολιτική ανάλυση της στην οποία εκτιμά ότι η αποτυχία της κυβέρνησης συνασπισμού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να διαχειριστούν αποτελεσματικά την κρίση, φέρνει στην εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η Goldman Sachs - σε ειδική πολιτική ανάλυση που παρουσιάζει το bankingnews.gr - θεωρεί ότι η Ελλάδα αποτελεί μοντέλο πρότυπο για το πώς θα αντιμετωπιστούν οι λαϊκιστικές δυνάμεις και τα λαϊκιστικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη.
Τι αναφέρει η έκθεση της Goldman Sachs
Οι εκλογές προκαλούν αστάθεια στις αγορές
Σε 8 χώρες της ΕΕ πρόκειται να πραγματοποιηθούν βουλευτικές εκλογές το 2015.
Πολλές εκλογικές αναμετρήσεις θα προκαλέσουν αστάθεια στις αγορές.
Ως αποτέλεσμα του υψηλού οικονομικού κόστους της λιτότητας και της οικονομικής προσαρμογής, τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν προβάδισμα σε βάρος του υφιστάμενου πολιτικού κατεστημένου. Σε περίπτωση που κατακτήσουν την εξουσία, αυτά τα λαϊκιστικά κόμματα είναι πιθανό να αμφισβητήσουν τις παραδοχές της ακολουθούμενης πολιτικής που διασφαλίζει την σταθερότητα της ζώνης του ευρώ.
Οι εκλογές στην Ελλάδα, στις 25 Ιανουαρίου, είναι μια τέτοια περίπτωση.
Χρειάζεται επαναπροσανατολισμός της πολιτικής στην ΕΕ
Το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου αιώνα, η πολιτική συζήτηση στην Ευρώπη επικεντρωνόταν στις διαφορές της Δεξιάς με την Αριστερά.
Αλλά η σημασία αυτής της ιδεολογικής και πολιτικής διάκρισης έχει μειωθεί τον τελευταίο καιρό.
Άλλες παράμετροι αξιολογούνται πλέον από τους ψηφοφόρους.
Οι ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης - κυρίως μέσω της μετανάστευσης, η εξέλιξη των μισθών και της ανισότητας - τροφοδότησαν την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων τόσο από τον χώρο της Δεξιάς, όσο και από τον χώρο της αριστεράς.
Τα συστημικά κόμματα συνδέονται με το ευρώ το άνοιγμα των αγορών και την λιτότητα ενώ τα λαϊκίστικα κόμματα με τον ευρωσκεπτικισμό.
Τα λαϊκιστικά κόμματα ενάντια στις «μεγάλες συμμαχίες»
Η απειλή κατάληψης της εξουσίας από τα λαϊκίστικα κόμματα οδήγησε κόμματα που διαχρονικά στήριξαν το σύστημα να παραμερίσουν τις διαφορές και να σχηματίσουν κυβερνήσεις μεγάλου συνασπισμού που είχαν και έχουν φιλοευρωπαϊκό χαρακτήρα.
Αυτό έχει συμβεί σε χώρες με ιστορικό τέτοιων τάσεων (π.χ. Γερμανία) και σε χώρες όπου υπήρχαν μακροχρόνιες και βαθιές πολιτικές αντιπαλότητες και αυτές έπρεπε να ξεπεραστούν για το καλό του ευρώ όπως π.χ. στην Ελλάδα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Παρόμοιες τάσεις είναι πιθανό να επαναληφθούν στην Ευρώπη με αφορμή τις εκλογές σε 8 χώρες, ωστόσο τα λαϊκιστικά κόμματα συνεχίζουν να στηρίζονται από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας
Όπως δείχνει η εμπειρία τέτοιοι μεγάλοι συνασπισμοί έχουν συμβάλλει ώστε να μετριαστεί η αστάθεια στις αγορές.
Ποια είναι η νέα πολιτική τάση;
Όμως, με την πάροδο του χρόνου, οι κυβερνήσεις συνασπισμού περισσότερο λειτούργησαν αποπροσανατολιστικά και έτσι δεν αντιμετώπισαν την άνοδο των λαϊκίστικων κομμάτων.
Εάν η οικονομική δυσπραγία διατηρηθεί επί μακρόν στις επόμενες εκλογές τα λαϊκιστικά κόμματα είναι πιθανό να κυβερνήσουν ισχυρότερα από ότι σήμερα.
Η ελληνική εμπειρία δείχνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ελληνικό παράδειγμα μπορεί να επεκταθεί και σε μεγαλύτερες και πιο συστημικά σημαντικές χώρες (όπως η Ιταλία ή η Γερμανία) και οι συνέπειες για τις αγορές θα είναι πολύ μεγάλες
Νέα πολιτική της Ευρώπης: Η άνοδος του λαϊκισμού
Το 2015 είναι ένα έτος εκλογικό, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνολικά 8 κοινοβουλευτικές εκλογές έχουν προγραμματιστεί: στη Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Ελλάδα, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία θα πραγματοποιήσουν περιφερειακές εκλογές και το ιταλικό κοινοβούλιο θα πρέπει να εκλέξει νέο πρόεδρο.
Βεβαίως, σε μια ένωση 28 κρατών μελών, οι εκλογές είναι μια εύλογη διαδικασία.
Αλλά το 2015 θα είναι μια χρονιά κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων.
Οι εκλογικές αναμετρήσεις θα πρέπει να αποτιμηθούν σε συνδυασμό με άλλες παραμέτρους όπως το κόστος εργασίας, της λιτότητας και της οικονομικής προσαρμογής.
Η άνοδος των λαϊκιστικών κομμάτων σε βάρος της επικρατούντος πολιτικού κατεστημένου μπορεί να αμφισβητήσει τις παραδοχές της πολιτικής σήμερα που διασφαλίζουν το ευρώ.
Οι εκλογές στην Ελλάδα στις 25 Ιανουαρίου είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για τη νίκη της ριζοσπαστικής αριστεράς που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει δεσμευθεί να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους του προγράμματος προσαρμογής.
Τουλάχιστον, οποιαδήποτε τέτοια απόπειρα επαναδιαπραγμάτευσης απειλούν να διαταράξουν την αγορά, τις τράπεζες και την οικονομία.
Θα πρέπει οι σχέσεις μεταξύ μιας νέας ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικα να είναι τέτοιες ώστε ο κίνδυνος του Grexit να αποτραπεί.
Η εξέλιξη της νέας πολιτικής της Ευρώπης
Με βάση τον ιδεολογικό αυτοπροσδιορισμό τα πολιτικά κόμματα έχουν παραδοσιακά χωριστεί σε δεξιά και αριστερά.
Τα κόμματα που κλείνουν προς τα δεξιά ιστορικά ευνοούν τη μείωση των φόρων, στοχεύουν σε λιγότερες δημόσιες δαπάνες, στηρίζουν την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας και επιζητούν λιγότερο κράτος.
Τα κόμματα που κλείνουν προς τα αριστερά τείνουν να στηρίζουν περισσότερο τις δημόσιες δαπάνες άρα εμμέσως πλην σαφώς η φορολογία είναι υψηλότερη ενώ το κράτος διαδραματίζει ποιο κεντρικό ρόλο στην ρύθμιση της οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κεντρώος χώρος αποτελεί το μήλον της έριδος αποτελεί τον στόχο και της δεξιάς και της αριστεράς.
Προκειμένου να επιτύχουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία τα κόμματα της αριστεράς και δεξιάς συγκλίνουν προς το κέντρο, προκειμένου να προσελκύσουν τους αποκαλούμενους κεντρώους ψηφοφόρους.
Σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι ακτιβιστές πολιτικοί που επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της βάσης του κόμματος τους μπορεί να απομακρυνθούν από το κέντρο.
Αλλά μια τέτοια στρατηγική μπορεί τελικά να αποδειχθεί μη βιώσιμη εκλογικά, αναγκάζοντας τα κόμματα να στραφούν ξανά στους κεντρώους ψηφοφόρους.
Όμως σε κάθε χώρα μεγάλη σημασία έχει η φύση του εκλογικού συστήματος.
Η πολιτική μάχη των κομμάτων για τους κεντρώους ψηφοφόρους είναι πιο σημαντική σε ένα βρετανικού τύπου εκλογικό σύστημα.
Στα αναλογικά συστήματα που είναι πιο συνηθισμένα στην ηπειρωτική Ευρώπη, η πίεση να ανταγωνιστούν τα δεξιά και αριστερά κόμματα για το μεσαίο ψηφοφόρων διαχέεται.
Μια άλλη παράμετρος που πρέπει να εξεταστεί είναι ότι η πολιτική δεν είναι ποτέ μονοδιάστατη.
Οι κοινωνίες επηρεάζονται και από άλλα περιφερειακού χαρακτήρα γεγονότα (π.χ. τα αυτονομιστικά κινήματα στην Ισπανία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο) δογματικά (π.χ. στην Ολλανδία) ή γλωσσικές διαφορές (στο Βέλγιο).
Ο πολιτικός ανταγωνισμός δεν επικεντρώνεται μόνο στο παραδοσιακό αριστερά / δεξιά.
Παρ 'όλα αυτά, για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε πολλές χώρες, ο διαχωρισμός σε δεξιά και αριστερά λειτούργησε.
Ακόμη και οι αλλαγές στην τεχνολογία, τις προτιμήσεις, τις ρυθμίσεις εργασίας και τα δημογραφικά στοιχεία έχουν μετατοπιστεί προς το κέντρο.
Συνέπειες της εμφάνισης μιας νέας πολιτικής διάστασης
Κατά την τελευταία δεκαετία, ο μονοδιάστατος χαρακτηρισμός των πολιτικών προτιμήσεων δεξιά και αριστερά αρχίζει να αμφισβητείται.
Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό διαχωρισμό.
Στις προηγμένες οικονομίες, η καλύτερη και εξειδικευμένη μόρφωση ωφελήθηκε από την παγκοσμιοποίηση.
Οι άνθρωποι βρίσκουν εργασία και έχουν μεγαλύτερες ευκαιρίες.
Αντίθετα, οι (σχετικά) ανειδίκευτοι έχουν υποστεί μεγάλη πίεση από τον ανταγωνισμό των μεταναστών.
Ταυτόχρονα το φθηνό εργατικό δυναμικό στον αναδυόμενο κόσμο, έχει απειλήσει τα δικαιώματα (πρόνοια, τα επίπεδα των μισθών και της ασφάλειας) που κατακτήθηκαν στα μέσα του 20ου αιώνα.
Ταυτόχρονα οι ανησυχίες σχετικά με τη αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση μεγεθύνει τις ανησυχίες των πολιτικών για την οικονομική τους κατάσταση.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο με νέα πολιτική τάση προβάλλει.
Από τη μία πλευρά, είναι εκείνοι που ευνοούν μεγαλύτερα οικονομικά ανοίγματα στην οικονομία με αλλαγές που θα φαινόντουσαν αδιανόητες πριν χρόνια.
Από την άλλη πλευρά, εκείνοι που προτιμούν μια πιο προστατευτική προσέγγιση στην οικονομική πολιτική που θυμίζει την περίοδο του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (και κατά συνέπεια, είναι επιφυλακτικοί σχετικά με τη μετανάστευση και την οικονομική ολοκλήρωση).
Τα κόμματα αυτά ας τα ονομάσουμε λαϊκίστικα.
Το σύνολο των λαϊκιστικών κομμάτων περιλαμβάνει εκείνους που θα μπορούσαν να αυτοχαρακτηριστούν δεξιοί ή που ενστερνίζονται περισσότερο εθνικιστικές και συντηρητικές απόψεις.
Επίσης αυτούς που θα έπρεπε κανονικά να θεωρηθούν ως αριστεροί, κυρίως εργαζόμενοι δημόσιου αλλά αυτοχαρακτηρίζονται ριζοσπάστες.
Η παγκοσμιοποίηση ξεπέρασε το παραδοσιακό χάσμα αριστερά / δεξιά.
Μια τέτοια εξέλιξη περιπλέκει την εκλογική διαδικασία και οδηγεί σε μεγαλύτερο κατακερματισμό του εκλογικού και κομματικού συστήματος.
Στην Ευρώπη, δεδομένου του ρόλου που διαδραματίζει η νομοθεσία της ΕΕ όσον αφορά την απελευθέρωση των αγορών, την προώθηση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που επιδρούν στην ασφάλεια και στην απασχόληση, η λαϊκιστική απάντηση στις ανησυχίες για την παγκοσμιοποίηση έχει αναλάβει μια διάσταση ευρωσκεπτικιστική
Στη ζώνη του ευρώ, αυτό έχει επιδεινωθεί περαιτέρω από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.
Στις οικονομίες που υπέστησαν πλήγμα, το σημαντικό οικονομικό κόστος της δημοσιονομικής λιτότητας, των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της μακροοικονομική προσαρμογής αποδίδεται στο ευρώ και στις Βρυξέλλες και στις πολιτικές λιτότητας.
Στις χώρες του πυρήνα (ιδίως στη Γερμανία), η άποψη ότι «διασώζει» τις υπερχρεωμένες χώρες, ώστε να διατηρηθεί η σταθερότητα της ζώνης του ευρώ ακόμη αποτιμάται.
Ως αποτέλεσμα, εντός της ζώνης του ευρώ λαϊκιστικά κόμματα προβάλλουν ισχυρά επιχειρήματα όσον αφορά τη βιωσιμότητα και τη σκοπιμότητα της νομισματικής ένωσης, τουλάχιστον όπως λειτουργεί σήμερα.
Μεταξύ άλλων, βασικός εκφραστής του λαϊκιστικού ευρωσκεπτικισμού είναι το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία και το Εναλλακτικό für Deutschland (AFD) στη Γερμανία που με παραδοσιακούς όρους προέρχονται από την δεξιά.
Επίσης το Podemos στην Ισπανία και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα (τα κόμματα της αριστεράς) και το Κίνημα 5 αστέρων στην Ιταλία ένα κόμμα που αψηφά τους συμβατικούς ορισμούς αριστερά / δεξιά.
Εκτός της ζώνης του ευρώ, λόγω της εκλογικής επιτυχίας του UKIP, οι Σουηδοί Δημοκράτες και το Δανικό Λαϊκό Κόμμα – αντλούν ψηφοφόρους και από τις δύο πλευρές του αριστερού / δεξιού φάσματος.
Η εμφάνιση της νέας αυτής πολιτικής διάστασης είχε ισχυρό αντίκτυπο στις εκλογικά αποτελέσματα.
Όταν οι ανησυχίες σχετικά με ευρωπαϊκά θέματα κυριαρχούν στην ημερήσια διάταξη - όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ - ψηφοφόροι αναλύουν διαφορετικά τα πολιτικά κόμματα.
Από την μια τα μεγάλα κόμματα και από την άλλη πλευρά, τα λαϊκιστικά κόμματα των ευρωσκεπτικιστών.
Μόνο όταν τα προβλήματα μειώνονται ή οι κρίσεις επιλύονται είναι πιθανό ο πολιτικός διαχωρισμός δεξιά / αριστερά να επανέλθει πιο ουσιαστικός.
Εξέλιξη μιας νέας ευρωπαϊκής πολιτικής
Παρά τα προγράμματα λιτότητας της Τρόικας και τις δυσκολίες που υπάρχουν στην εφαρμογή τους μια «σιωπηλή πλειοψηφία» στις περιφερειακές οικονομίες που θα εκλέξει κυβέρνηση θέλει το ευρώ.
Παρά την αύξηση της ανεργίας και το μεγάλο κόστος προσαρμογής της λιτότητας η σιωπηλή πλειοψηφία θέλει το ευρώ.
Κατά ένα παράδοξο τρόπο, στατιστικά η σιωπηλή πλειοψηφία προέρχεται από τους ηλικιωμένους.
Το παράδειγμα της Ελλάδος είναι πολύ χαρακτηριστικό.
Η Ελλάδα βρέθηκε πολύ κοντά στην έξοδο από την ζώνη του ευρώ την περίοδο 2011-12.
Το 2012 η βαθιά πολιτική εχθρότητα μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας (δεξιά) και το ΠΑΣΟΚ (αριστερά) ξεπεράστηκαν προκειμένου να σχηματίσουν ένα μεγάλο συνασπισμό ώστε να αντιμετωπίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ που εκπροσωπεί το λαϊκίστικο ρεύμα.
Η κυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αποδέχθηκε το πρόγραμμα της τρόικας και με την πάροδο του χρόνου, κάποια σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας έχει επιτευχθεί (αν και σημαντικές προκλήσεις παραμένουν σαφώς).
Χρησιμοποιώντας αυτήν την εμπειρία ως πρότυπο, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν τα λαϊκίστικα κόμματα και σε άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ μέσω μεγάλων συνασπισμών που υιοθετούν ορθόδοξες ευρωπαϊκές πολιτικές.
Επίσης η ισχυροποίηση του Podemos στην Ισπανία θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μέσω ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ των λαϊκών και Σοσιαλιστικών Κομμάτων.
Ομοίως, θα μπορούσε να διαχειριστούν την λαϊκιστική δύναμη στην Ιρλανδία (π.χ., που ενσωματώνονται σε στήριξη για το Sinn Fein) μέσω ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ του Fianna Fail και το Fine Gael, των δύο μεγάλων κομμάτων.
Η ελληνική εμπειρία έχει και μια άλλη, διάσταση που δεν αποτελεί καθησυχαστικό μήνυμα για τις αγορές.
Η ελληνική κυβέρνηση συνασπισμού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα και ως εκ τούτου τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν ισχυροποιηθεί και πιθανόν να κυβερνήσουν (ΣΥΡΙΖΑ)
Η εμπειρία δείχνει ότι οι ψηφοφόροι έχουν μακροχρόνιες μνήμες: ακόμη και στην Ιρλανδία - μια χώρα φαινόμενο δημοσιονομικής προσαρμογής - τα λαϊκιστικά κόμματα συνεχίζουν να απολαμβάνουν ισχυρή υποστήριξη και στις εκλογές του 2016 ίσως αποτελέσουν έκπληξη.
Υπάρχει και μια μάχη μεταξύ νέων και ηλικιωμένων.
Ο νέος αναζητά εργασία και επωμίζεται την λιτότητα ενώ ο ηλικιωμένος ζητάει να προστατεύσει ότι έχει κατακτήσει.
Η ανάλυση αυτή είναι σύμφωνη με τις ισχύουσες δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα, που δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε θέση να νικήσει τα παραδοσιακά κόμματα κατά την επικείμενη εκλογή, στις 25 Ιανουαρίου, αντιστρέφοντας το αποτέλεσμα του 2012.
Δεδομένου ότι η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν προχωρήσει σε σημαντική προσαρμογή, χρήσιμη για την σταθεροποίηση των οικονομιών τους την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας και την αποκατάσταση της ανάπτυξης, στις εκλογές θα διαφανεί αν τα λαϊκίστικα κόμματα θα ισχυροποιηθούν και σε ποιο βαθμό.
Η ελληνική εμπειρία μπορεί να είναι πιο σχετική σε άλλες χώρες
Στην Ιταλία (εκλογές το 2018) η τεχνοκρατική κυβέρνηση έχει πετύχει σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή και έχει επανακαθορίσει τις παραδοσιακές διαφορές δεξιάς και αριστεράς.
Μια κυβέρνηση Renzi εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις σε αντίθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης (Forza Italia, το κίνημα Πέντε Αστέρων, η Λίγκα του Βορρά) που έχουν εκφράσει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό ευρωσκεπτικιστικές τάσεις.
Και στη Γερμανία, τα παραδοσιακά κόμματα στο μεγάλο συνασπισμό, αντιμετωπίζουν ισχυρότερες προκλήσεις από τις AFD και Linke.
Η Ελλάδα αποτελεί την άμεση απειλή για την ευρωπαϊκή σταθερότητα, αλλά όπως αναφέρει η Goldman Sachs η μελλοντική ελληνική κυβέρνηση με επικεφαλής τον ΣΥΡΙΖΑ θα έρθει τελικά σε συμβιβασμό με την τρόικα.
Τα περισσότερα μεγάλα ελληνικά κόμματα έχουν ήδη δηλώσει δημόσια την επιθυμία τους να αποφευχθεί μια χρεοκοπία ή έξοδος από το ευρώ.
Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε συμβιβασμό με την Τρόικα, στις διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν μετά τις εκλογές.
Αλλά η ελληνική εμπειρία μπορεί να είναι ένας οδηγός για την εξέλιξη των πολιτικών εξελίξεων στην Ευρώπη, ακόμη και αν τα ζητήματα που διακυβεύονται είναι διαφορετικά.
Ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι τα λαϊκιστικά κόμματα θα μετριάσουν τις δυνάμεις τους είναι
(α) αποκατάσταση της ανάπτυξης και δημιουργία θέσεων απασχόλησης και
(β) δημιουργία αξιόπιστης οικονομικής διακυβέρνησης σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Οι πολιτικές εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα αλλά και η 5ετής ύφεσης μας δείχνουν ότι οι μεγάλοι συνασπισμοί μπορούν να αγοράσουν κάποιο χρόνο για να ανακόψουν τις λαϊκιστικές πολιτικές αλλά δεν μπορούν να τις ανακόψουν αν δεν επιτευχθούν θετικά αποτελέσματα στην οικονομία.
www.bankingnews.gr
Η Goldman Sachs - σε ειδική πολιτική ανάλυση που παρουσιάζει το bankingnews.gr - θεωρεί ότι η Ελλάδα αποτελεί μοντέλο πρότυπο για το πώς θα αντιμετωπιστούν οι λαϊκιστικές δυνάμεις και τα λαϊκιστικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη.
Τι αναφέρει η έκθεση της Goldman Sachs
Οι εκλογές προκαλούν αστάθεια στις αγορές
Σε 8 χώρες της ΕΕ πρόκειται να πραγματοποιηθούν βουλευτικές εκλογές το 2015.
Πολλές εκλογικές αναμετρήσεις θα προκαλέσουν αστάθεια στις αγορές.
Ως αποτέλεσμα του υψηλού οικονομικού κόστους της λιτότητας και της οικονομικής προσαρμογής, τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν προβάδισμα σε βάρος του υφιστάμενου πολιτικού κατεστημένου. Σε περίπτωση που κατακτήσουν την εξουσία, αυτά τα λαϊκιστικά κόμματα είναι πιθανό να αμφισβητήσουν τις παραδοχές της ακολουθούμενης πολιτικής που διασφαλίζει την σταθερότητα της ζώνης του ευρώ.
Οι εκλογές στην Ελλάδα, στις 25 Ιανουαρίου, είναι μια τέτοια περίπτωση.
Χρειάζεται επαναπροσανατολισμός της πολιτικής στην ΕΕ
Το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου αιώνα, η πολιτική συζήτηση στην Ευρώπη επικεντρωνόταν στις διαφορές της Δεξιάς με την Αριστερά.
Αλλά η σημασία αυτής της ιδεολογικής και πολιτικής διάκρισης έχει μειωθεί τον τελευταίο καιρό.
Άλλες παράμετροι αξιολογούνται πλέον από τους ψηφοφόρους.
Οι ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης - κυρίως μέσω της μετανάστευσης, η εξέλιξη των μισθών και της ανισότητας - τροφοδότησαν την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων τόσο από τον χώρο της Δεξιάς, όσο και από τον χώρο της αριστεράς.
Τα συστημικά κόμματα συνδέονται με το ευρώ το άνοιγμα των αγορών και την λιτότητα ενώ τα λαϊκίστικα κόμματα με τον ευρωσκεπτικισμό.
Τα λαϊκιστικά κόμματα ενάντια στις «μεγάλες συμμαχίες»
Η απειλή κατάληψης της εξουσίας από τα λαϊκίστικα κόμματα οδήγησε κόμματα που διαχρονικά στήριξαν το σύστημα να παραμερίσουν τις διαφορές και να σχηματίσουν κυβερνήσεις μεγάλου συνασπισμού που είχαν και έχουν φιλοευρωπαϊκό χαρακτήρα.
Αυτό έχει συμβεί σε χώρες με ιστορικό τέτοιων τάσεων (π.χ. Γερμανία) και σε χώρες όπου υπήρχαν μακροχρόνιες και βαθιές πολιτικές αντιπαλότητες και αυτές έπρεπε να ξεπεραστούν για το καλό του ευρώ όπως π.χ. στην Ελλάδα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Παρόμοιες τάσεις είναι πιθανό να επαναληφθούν στην Ευρώπη με αφορμή τις εκλογές σε 8 χώρες, ωστόσο τα λαϊκιστικά κόμματα συνεχίζουν να στηρίζονται από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας
Όπως δείχνει η εμπειρία τέτοιοι μεγάλοι συνασπισμοί έχουν συμβάλλει ώστε να μετριαστεί η αστάθεια στις αγορές.
Ποια είναι η νέα πολιτική τάση;
Όμως, με την πάροδο του χρόνου, οι κυβερνήσεις συνασπισμού περισσότερο λειτούργησαν αποπροσανατολιστικά και έτσι δεν αντιμετώπισαν την άνοδο των λαϊκίστικων κομμάτων.
Εάν η οικονομική δυσπραγία διατηρηθεί επί μακρόν στις επόμενες εκλογές τα λαϊκιστικά κόμματα είναι πιθανό να κυβερνήσουν ισχυρότερα από ότι σήμερα.
Η ελληνική εμπειρία δείχνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ελληνικό παράδειγμα μπορεί να επεκταθεί και σε μεγαλύτερες και πιο συστημικά σημαντικές χώρες (όπως η Ιταλία ή η Γερμανία) και οι συνέπειες για τις αγορές θα είναι πολύ μεγάλες
Νέα πολιτική της Ευρώπης: Η άνοδος του λαϊκισμού
Το 2015 είναι ένα έτος εκλογικό, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνολικά 8 κοινοβουλευτικές εκλογές έχουν προγραμματιστεί: στη Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Ελλάδα, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία θα πραγματοποιήσουν περιφερειακές εκλογές και το ιταλικό κοινοβούλιο θα πρέπει να εκλέξει νέο πρόεδρο.
Βεβαίως, σε μια ένωση 28 κρατών μελών, οι εκλογές είναι μια εύλογη διαδικασία.
Αλλά το 2015 θα είναι μια χρονιά κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων.
Οι εκλογικές αναμετρήσεις θα πρέπει να αποτιμηθούν σε συνδυασμό με άλλες παραμέτρους όπως το κόστος εργασίας, της λιτότητας και της οικονομικής προσαρμογής.
Η άνοδος των λαϊκιστικών κομμάτων σε βάρος της επικρατούντος πολιτικού κατεστημένου μπορεί να αμφισβητήσει τις παραδοχές της πολιτικής σήμερα που διασφαλίζουν το ευρώ.
Οι εκλογές στην Ελλάδα στις 25 Ιανουαρίου είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για τη νίκη της ριζοσπαστικής αριστεράς που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει δεσμευθεί να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους του προγράμματος προσαρμογής.
Τουλάχιστον, οποιαδήποτε τέτοια απόπειρα επαναδιαπραγμάτευσης απειλούν να διαταράξουν την αγορά, τις τράπεζες και την οικονομία.
Θα πρέπει οι σχέσεις μεταξύ μιας νέας ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικα να είναι τέτοιες ώστε ο κίνδυνος του Grexit να αποτραπεί.
Η εξέλιξη της νέας πολιτικής της Ευρώπης
Με βάση τον ιδεολογικό αυτοπροσδιορισμό τα πολιτικά κόμματα έχουν παραδοσιακά χωριστεί σε δεξιά και αριστερά.
Τα κόμματα που κλείνουν προς τα δεξιά ιστορικά ευνοούν τη μείωση των φόρων, στοχεύουν σε λιγότερες δημόσιες δαπάνες, στηρίζουν την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας και επιζητούν λιγότερο κράτος.
Τα κόμματα που κλείνουν προς τα αριστερά τείνουν να στηρίζουν περισσότερο τις δημόσιες δαπάνες άρα εμμέσως πλην σαφώς η φορολογία είναι υψηλότερη ενώ το κράτος διαδραματίζει ποιο κεντρικό ρόλο στην ρύθμιση της οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κεντρώος χώρος αποτελεί το μήλον της έριδος αποτελεί τον στόχο και της δεξιάς και της αριστεράς.
Προκειμένου να επιτύχουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία τα κόμματα της αριστεράς και δεξιάς συγκλίνουν προς το κέντρο, προκειμένου να προσελκύσουν τους αποκαλούμενους κεντρώους ψηφοφόρους.
Σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι ακτιβιστές πολιτικοί που επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της βάσης του κόμματος τους μπορεί να απομακρυνθούν από το κέντρο.
Αλλά μια τέτοια στρατηγική μπορεί τελικά να αποδειχθεί μη βιώσιμη εκλογικά, αναγκάζοντας τα κόμματα να στραφούν ξανά στους κεντρώους ψηφοφόρους.
Όμως σε κάθε χώρα μεγάλη σημασία έχει η φύση του εκλογικού συστήματος.
Η πολιτική μάχη των κομμάτων για τους κεντρώους ψηφοφόρους είναι πιο σημαντική σε ένα βρετανικού τύπου εκλογικό σύστημα.
Στα αναλογικά συστήματα που είναι πιο συνηθισμένα στην ηπειρωτική Ευρώπη, η πίεση να ανταγωνιστούν τα δεξιά και αριστερά κόμματα για το μεσαίο ψηφοφόρων διαχέεται.
Μια άλλη παράμετρος που πρέπει να εξεταστεί είναι ότι η πολιτική δεν είναι ποτέ μονοδιάστατη.
Οι κοινωνίες επηρεάζονται και από άλλα περιφερειακού χαρακτήρα γεγονότα (π.χ. τα αυτονομιστικά κινήματα στην Ισπανία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο) δογματικά (π.χ. στην Ολλανδία) ή γλωσσικές διαφορές (στο Βέλγιο).
Ο πολιτικός ανταγωνισμός δεν επικεντρώνεται μόνο στο παραδοσιακό αριστερά / δεξιά.
Παρ 'όλα αυτά, για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε πολλές χώρες, ο διαχωρισμός σε δεξιά και αριστερά λειτούργησε.
Ακόμη και οι αλλαγές στην τεχνολογία, τις προτιμήσεις, τις ρυθμίσεις εργασίας και τα δημογραφικά στοιχεία έχουν μετατοπιστεί προς το κέντρο.
Συνέπειες της εμφάνισης μιας νέας πολιτικής διάστασης
Κατά την τελευταία δεκαετία, ο μονοδιάστατος χαρακτηρισμός των πολιτικών προτιμήσεων δεξιά και αριστερά αρχίζει να αμφισβητείται.
Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό διαχωρισμό.
Στις προηγμένες οικονομίες, η καλύτερη και εξειδικευμένη μόρφωση ωφελήθηκε από την παγκοσμιοποίηση.
Οι άνθρωποι βρίσκουν εργασία και έχουν μεγαλύτερες ευκαιρίες.
Αντίθετα, οι (σχετικά) ανειδίκευτοι έχουν υποστεί μεγάλη πίεση από τον ανταγωνισμό των μεταναστών.
Ταυτόχρονα το φθηνό εργατικό δυναμικό στον αναδυόμενο κόσμο, έχει απειλήσει τα δικαιώματα (πρόνοια, τα επίπεδα των μισθών και της ασφάλειας) που κατακτήθηκαν στα μέσα του 20ου αιώνα.
Ταυτόχρονα οι ανησυχίες σχετικά με τη αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση μεγεθύνει τις ανησυχίες των πολιτικών για την οικονομική τους κατάσταση.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο με νέα πολιτική τάση προβάλλει.
Από τη μία πλευρά, είναι εκείνοι που ευνοούν μεγαλύτερα οικονομικά ανοίγματα στην οικονομία με αλλαγές που θα φαινόντουσαν αδιανόητες πριν χρόνια.
Από την άλλη πλευρά, εκείνοι που προτιμούν μια πιο προστατευτική προσέγγιση στην οικονομική πολιτική που θυμίζει την περίοδο του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (και κατά συνέπεια, είναι επιφυλακτικοί σχετικά με τη μετανάστευση και την οικονομική ολοκλήρωση).
Τα κόμματα αυτά ας τα ονομάσουμε λαϊκίστικα.
Το σύνολο των λαϊκιστικών κομμάτων περιλαμβάνει εκείνους που θα μπορούσαν να αυτοχαρακτηριστούν δεξιοί ή που ενστερνίζονται περισσότερο εθνικιστικές και συντηρητικές απόψεις.
Επίσης αυτούς που θα έπρεπε κανονικά να θεωρηθούν ως αριστεροί, κυρίως εργαζόμενοι δημόσιου αλλά αυτοχαρακτηρίζονται ριζοσπάστες.
Η παγκοσμιοποίηση ξεπέρασε το παραδοσιακό χάσμα αριστερά / δεξιά.
Μια τέτοια εξέλιξη περιπλέκει την εκλογική διαδικασία και οδηγεί σε μεγαλύτερο κατακερματισμό του εκλογικού και κομματικού συστήματος.
Στην Ευρώπη, δεδομένου του ρόλου που διαδραματίζει η νομοθεσία της ΕΕ όσον αφορά την απελευθέρωση των αγορών, την προώθηση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που επιδρούν στην ασφάλεια και στην απασχόληση, η λαϊκιστική απάντηση στις ανησυχίες για την παγκοσμιοποίηση έχει αναλάβει μια διάσταση ευρωσκεπτικιστική
Στη ζώνη του ευρώ, αυτό έχει επιδεινωθεί περαιτέρω από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.
Στις οικονομίες που υπέστησαν πλήγμα, το σημαντικό οικονομικό κόστος της δημοσιονομικής λιτότητας, των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της μακροοικονομική προσαρμογής αποδίδεται στο ευρώ και στις Βρυξέλλες και στις πολιτικές λιτότητας.
Στις χώρες του πυρήνα (ιδίως στη Γερμανία), η άποψη ότι «διασώζει» τις υπερχρεωμένες χώρες, ώστε να διατηρηθεί η σταθερότητα της ζώνης του ευρώ ακόμη αποτιμάται.
Ως αποτέλεσμα, εντός της ζώνης του ευρώ λαϊκιστικά κόμματα προβάλλουν ισχυρά επιχειρήματα όσον αφορά τη βιωσιμότητα και τη σκοπιμότητα της νομισματικής ένωσης, τουλάχιστον όπως λειτουργεί σήμερα.
Μεταξύ άλλων, βασικός εκφραστής του λαϊκιστικού ευρωσκεπτικισμού είναι το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία και το Εναλλακτικό für Deutschland (AFD) στη Γερμανία που με παραδοσιακούς όρους προέρχονται από την δεξιά.
Επίσης το Podemos στην Ισπανία και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα (τα κόμματα της αριστεράς) και το Κίνημα 5 αστέρων στην Ιταλία ένα κόμμα που αψηφά τους συμβατικούς ορισμούς αριστερά / δεξιά.
Εκτός της ζώνης του ευρώ, λόγω της εκλογικής επιτυχίας του UKIP, οι Σουηδοί Δημοκράτες και το Δανικό Λαϊκό Κόμμα – αντλούν ψηφοφόρους και από τις δύο πλευρές του αριστερού / δεξιού φάσματος.
Η εμφάνιση της νέας αυτής πολιτικής διάστασης είχε ισχυρό αντίκτυπο στις εκλογικά αποτελέσματα.
Όταν οι ανησυχίες σχετικά με ευρωπαϊκά θέματα κυριαρχούν στην ημερήσια διάταξη - όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ - ψηφοφόροι αναλύουν διαφορετικά τα πολιτικά κόμματα.
Από την μια τα μεγάλα κόμματα και από την άλλη πλευρά, τα λαϊκιστικά κόμματα των ευρωσκεπτικιστών.
Μόνο όταν τα προβλήματα μειώνονται ή οι κρίσεις επιλύονται είναι πιθανό ο πολιτικός διαχωρισμός δεξιά / αριστερά να επανέλθει πιο ουσιαστικός.
Εξέλιξη μιας νέας ευρωπαϊκής πολιτικής
Παρά τα προγράμματα λιτότητας της Τρόικας και τις δυσκολίες που υπάρχουν στην εφαρμογή τους μια «σιωπηλή πλειοψηφία» στις περιφερειακές οικονομίες που θα εκλέξει κυβέρνηση θέλει το ευρώ.
Παρά την αύξηση της ανεργίας και το μεγάλο κόστος προσαρμογής της λιτότητας η σιωπηλή πλειοψηφία θέλει το ευρώ.
Κατά ένα παράδοξο τρόπο, στατιστικά η σιωπηλή πλειοψηφία προέρχεται από τους ηλικιωμένους.
Το παράδειγμα της Ελλάδος είναι πολύ χαρακτηριστικό.
Η Ελλάδα βρέθηκε πολύ κοντά στην έξοδο από την ζώνη του ευρώ την περίοδο 2011-12.
Το 2012 η βαθιά πολιτική εχθρότητα μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας (δεξιά) και το ΠΑΣΟΚ (αριστερά) ξεπεράστηκαν προκειμένου να σχηματίσουν ένα μεγάλο συνασπισμό ώστε να αντιμετωπίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ που εκπροσωπεί το λαϊκίστικο ρεύμα.
Η κυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αποδέχθηκε το πρόγραμμα της τρόικας και με την πάροδο του χρόνου, κάποια σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας έχει επιτευχθεί (αν και σημαντικές προκλήσεις παραμένουν σαφώς).
Χρησιμοποιώντας αυτήν την εμπειρία ως πρότυπο, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν τα λαϊκίστικα κόμματα και σε άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ μέσω μεγάλων συνασπισμών που υιοθετούν ορθόδοξες ευρωπαϊκές πολιτικές.
Επίσης η ισχυροποίηση του Podemos στην Ισπανία θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μέσω ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ των λαϊκών και Σοσιαλιστικών Κομμάτων.
Ομοίως, θα μπορούσε να διαχειριστούν την λαϊκιστική δύναμη στην Ιρλανδία (π.χ., που ενσωματώνονται σε στήριξη για το Sinn Fein) μέσω ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ του Fianna Fail και το Fine Gael, των δύο μεγάλων κομμάτων.
Η ελληνική εμπειρία έχει και μια άλλη, διάσταση που δεν αποτελεί καθησυχαστικό μήνυμα για τις αγορές.
Η ελληνική κυβέρνηση συνασπισμού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα και ως εκ τούτου τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν ισχυροποιηθεί και πιθανόν να κυβερνήσουν (ΣΥΡΙΖΑ)
Η εμπειρία δείχνει ότι οι ψηφοφόροι έχουν μακροχρόνιες μνήμες: ακόμη και στην Ιρλανδία - μια χώρα φαινόμενο δημοσιονομικής προσαρμογής - τα λαϊκιστικά κόμματα συνεχίζουν να απολαμβάνουν ισχυρή υποστήριξη και στις εκλογές του 2016 ίσως αποτελέσουν έκπληξη.
Υπάρχει και μια μάχη μεταξύ νέων και ηλικιωμένων.
Ο νέος αναζητά εργασία και επωμίζεται την λιτότητα ενώ ο ηλικιωμένος ζητάει να προστατεύσει ότι έχει κατακτήσει.
Η ανάλυση αυτή είναι σύμφωνη με τις ισχύουσες δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα, που δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε θέση να νικήσει τα παραδοσιακά κόμματα κατά την επικείμενη εκλογή, στις 25 Ιανουαρίου, αντιστρέφοντας το αποτέλεσμα του 2012.
Δεδομένου ότι η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν προχωρήσει σε σημαντική προσαρμογή, χρήσιμη για την σταθεροποίηση των οικονομιών τους την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας και την αποκατάσταση της ανάπτυξης, στις εκλογές θα διαφανεί αν τα λαϊκίστικα κόμματα θα ισχυροποιηθούν και σε ποιο βαθμό.
Η ελληνική εμπειρία μπορεί να είναι πιο σχετική σε άλλες χώρες
Στην Ιταλία (εκλογές το 2018) η τεχνοκρατική κυβέρνηση έχει πετύχει σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή και έχει επανακαθορίσει τις παραδοσιακές διαφορές δεξιάς και αριστεράς.
Μια κυβέρνηση Renzi εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις σε αντίθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης (Forza Italia, το κίνημα Πέντε Αστέρων, η Λίγκα του Βορρά) που έχουν εκφράσει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό ευρωσκεπτικιστικές τάσεις.
Και στη Γερμανία, τα παραδοσιακά κόμματα στο μεγάλο συνασπισμό, αντιμετωπίζουν ισχυρότερες προκλήσεις από τις AFD και Linke.
Η Ελλάδα αποτελεί την άμεση απειλή για την ευρωπαϊκή σταθερότητα, αλλά όπως αναφέρει η Goldman Sachs η μελλοντική ελληνική κυβέρνηση με επικεφαλής τον ΣΥΡΙΖΑ θα έρθει τελικά σε συμβιβασμό με την τρόικα.
Τα περισσότερα μεγάλα ελληνικά κόμματα έχουν ήδη δηλώσει δημόσια την επιθυμία τους να αποφευχθεί μια χρεοκοπία ή έξοδος από το ευρώ.
Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε συμβιβασμό με την Τρόικα, στις διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν μετά τις εκλογές.
Αλλά η ελληνική εμπειρία μπορεί να είναι ένας οδηγός για την εξέλιξη των πολιτικών εξελίξεων στην Ευρώπη, ακόμη και αν τα ζητήματα που διακυβεύονται είναι διαφορετικά.
Ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι τα λαϊκιστικά κόμματα θα μετριάσουν τις δυνάμεις τους είναι
(α) αποκατάσταση της ανάπτυξης και δημιουργία θέσεων απασχόλησης και
(β) δημιουργία αξιόπιστης οικονομικής διακυβέρνησης σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Οι πολιτικές εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα αλλά και η 5ετής ύφεσης μας δείχνουν ότι οι μεγάλοι συνασπισμοί μπορούν να αγοράσουν κάποιο χρόνο για να ανακόψουν τις λαϊκιστικές πολιτικές αλλά δεν μπορούν να τις ανακόψουν αν δεν επιτευχθούν θετικά αποτελέσματα στην οικονομία.
www.bankingnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.