Η Δύση δεν μπορεί να αγνοήσει τη δυνητική συμβολή της Ρωσίας στη διευθέτηση της «παγκόσμιας κρίσης» και όλες τις προσπάθειές της να αποκλείσει τη Ρωσία μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο δεν θα πετύχουν, ανέφερε σε άρθρο του ο τελευταίος σοβιετικός ηγέτης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.
Στο άρθρο του στη Rossiyskaya Gazeta, ο βετεράνος πολιτικός είπε ότι, «η Ρωσία μπορεί να συνεισφέρει πολλά στην επίλυση της τρέχουσας παγκόσμιας κρίσης. Η Δύση πρέπει να καταλάβει ότι. Όλες οι προσπάθειες να απομονώσει ή να αγνοήσει τη Ρωσία θα είναι μάταιες».
Επιπλέον τόνισε ότι το προηγούμενο «παράθυρο» ευκαιρίας για την αποκατάσταση της ειρήνης προέκυψε μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση ήταν πολύ θαμπωμένες από αυτό που αντιλαμβάνονται ως μια νίκη στον Ψυχρό Πόλεμο, προκειμένου να κάνουν χρήση αυτής της ευκαιρίας για το κοινό καλό.
«Η τύφλωση του θριάμβου οδήγησε στην γραμμή της ‘’τελευταίας υπερδύναμης που στέκεται όρθια’’ που διεκδικεί ένα μονοπώλιο της παγκόσμιας ηγεσίας και ακόμη και τη δημιουργία μιας αμερικανικής αυτοκρατορίας. Αυτό δεν κάνει τον κόσμο ασφαλέστερο», σημείωσε ο Γκορμπατσόφ.
Προειδοποίησε ότι κανένα από τα προβλήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα  δεν μπορεί να επιλυθεί από ένα έθνος ή μια στενά δεμένη ομάδα συμμάχων, ή από μια στρατιωτική προσπάθεια.
Ο 84χρονος πολιτικός, ο οποίος κυβέρνησε τη Σοβιετική Ένωση από το 1985 έως το 1991, πρόσθεσε ότι ήταν βέβαιος ότι η Ρωσία θα είναι σε θέση να βγει από την τρέχουσα οικονομική ύφεση, η οποία είχε αποδοθεί σε εσωτερικά πολιτικά προβλήματα.
«Είμαι βέβαιος ότι η χώρα τελικά θα τα καταφέρει οικονομικά… Αλλά πρέπει να παραδεχτούμε ότι η οικονομική κρίση και τα κοινωνικά προβλήματα δημιουργήθηκαν από εμάς και είναι κάτι που πρέπει όλοι να αναλάβουμε την ευθύνη», δήλωσε ο Γκορμπατσόφ.
Η οικονομία της Ρωσίας βιώνει μια οικονομική ύφεση από το 2014, η οποία εκτιμάται ότι προκλήθηκε από μια παγκόσμια πτώση των τιμών του πετρελαίου και τις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία. Σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα της χώρας, η τάση αυτή είναι πιθανό να συνεχιστεί και μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2016.