Οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους προτείνουμε στὴ σημερινὴ συγκυρία τὸ πολυτονικό σύστημα ὀρθογραφίας στὴ «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» —μὲ ἀνοχή, σὲ σπάνιες περιπτώσεις καὶ τοῦ μονοτονικοῦ— εἶναι οἱ ἀκόλουθοι:
Διατηρεῖ ζωντανὴ μιὰ παράδοση ἐξελικτική, περίπου δύο χιλιάδων χρόνων, μὲ ὁρισμένες βέβαια τροποποιήσεις καὶ προσαρμογές, διότι ἡ ἱστορικὴ ὀρθογραφία μαζὶ μὲ τὸ πολυτονικὸ ἐπιτρέπουν τὴν ἀναγωγὴ τῶν λέξεων στὴν ἐτυμολογία καὶ τὴν προέλευσή τους, μετὰ τὴν ἀπώλεια τῆς προσωδιακῆς προφορᾶς τῆς γλώσσας κατὰ τοὺς ἑλληνιστικοὺς καὶ ρωμαϊκοὺς χρόνους.
Ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τὸ πολυτονικὸ σύστημα τὸν κορμὸ τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας καὶ τὴν ἐτυμολογικὴ διαφάνεια τῶν λέξεων καὶ ἐπιτρέποντας συγχρόνως τὸν ἄνετο συσχετισμὸ μὲ συγγενεῖς λέξεις μέσα στὶς οἰκογένειές τους, παρέχει ἄμεση βοήθεια γιὰ τὴν βαθύτερη ἑρμηνεία τῶν λέξεων, τὴν οὐσιαστικὴ κατανόηση ἐννοιῶν ἀλλὰ καὶ τὴν ἀντίληψη τοῦ πλούτου τῶν μεταφορικῶν ἐκφράσεων. Ὅλα αὐτά, συχνὰ ἀσυνείδητα, ἐνισχύουν τὴν ποιοτικὴ χρήση τῆς γλώσσας καὶ τὴν εὐαισθησία τῆς σκέψης.
Βοηθεῖ τοὺς νέους νὰ ἐπικοινωνοῦν ἀνετότερα, λόγῳ τῆς ἐξοικείωσης μὲ τὶς εἰκόνες τῶν λέξεων, μὲ παλαιότερες μορφὲς τῆς γλώσσας, μὲ πολύτιμα παλαιότερα βιβλία ἱστορικῆς καὶ ἐθνικῆς σημασίας ἀλλὰ καὶ τὴ χειρόγραφη παράδοση πολλῶν αἰώνων, ποὺ ἀποτελοῦν βέβαια κύριο ἔργο εἰδικῶν ἑρευνητῶν. … Ἡ πολυτονικὴ γραφὴ δὲν ἀφορᾶ «ἄλλη ξένη γλώσσα», ἀλλὰ τὴν γλώσσα μας. Ἡ δημοτικὴ ἐπὶ αἰῶνες γραφόταν καὶ γράφεται πολυτονικά.
Οἱ παρουσιαζόμενες δυσκολίες ἀντιμετωπίζονται μεθοδικὰ καὶ ἡ ἄσκηση στὸ πολυτονικὸ σύστημα τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας ἀντισταθμίζει τὴν ἀναφερόμενη «ἀπώλεια χρόνου» κατὰ τὶς ρηχὲς ἐκτιμήσεις τῶν θιασωτῶν τῆς ταχύτητας. Σήμερα μάλιστα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν οὐσιαστικὴ βοήθεια ποὺ ἀναφέραμε γιὰ τὴ σημασία καὶ ἑρμηνεία τῆς εἰκόνας τῶν λέξεων, πρόσφατες ἕρευνες ψυχογνωστικοῦ περιεχομένου ἀπέδειξαν ὅτι ἡ «μετὰ λόγου γνώσεως» ἄσκηση στὸ πολυτονικὸ σύστημα, καθὼς ἐκλεπτύνει καὶ δοκιμάζει τὸ γλωσσικό μας αἰσθητήριο, ἔχει θετικὲς ἐπιδράσεις στὴν ὑπέρβαση ἢ τὸν σοβαρὸ περιορισμὸ φαινομένων δυσλεξίας παιδιῶν καὶ νέων. Ἑπομένως, ἡ πάλη γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς γλώσσας εἶναι ἕνα εὐεργερτικὸ ἀγώνισμα γιὰ τοὺς νέους, ποὺ σημαίνει κυριολεκτικὰ δοκιμασία ψυχοσωματικῶν δυνάμεων, ἡ ὁποία ὁπλίζει τὸ πνεῦμα καὶ δημιουργεῖ τὴν παιδεία.
Ἡ διατήρηση τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας, ποὺ εἶναι δεμένη ἀξεχώριστα μὲ τὸ πολυτονικὸ σύστημα στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ἔχει μιὰ εἰδικὴ σημασία γιὰ τὸ μικρὸ πληθυσμιακὰ ἔθνος μας. Ἐπιτείνει τὸ αἴσθημα τῆς συνέχειας καὶ ἀποθαρρύνει εἰκονοκλαστικὲς-διαλυτικὲς καὶ ἐπιπόλαιες, κάποτε καὶ ὕποπτες πολιτικά, στάσεις προσώπων καὶ κύκλων τοῦ παρασκηνίου: Σκεφθεῖτε ὅτι στὸ ὄνομα τῆς ἁπλοποίησης καὶ τῆς οἰκονομίας χρόνου (γιὰ τοὺς μαθητὲς) ἢ χρήματος (γιὰ κάποιους ἐκδότες), χωρὶς βαθύτερα κριτήρια παράδοσης καὶ παιδείας, ὁρισμένοι στόχευσαν μακρύτερα: ἀπὸ τὸ μονοτονικὸ νὰ φθάσουν στὴ φωνητικὴ γραφὴ (ἀκουστικὴ ἀπόδοση τῶν λέξεων, π.χ. πεδία = παιδεία, παιδία, πεδία) καὶ ἀπὸ τὴ φωνητικὴ στὴ λατινικὴ γραφή, γιὰ μιὰ «εὐρωπαϊκὴ» προσομοίωση καὶ κοινότητα ἀλφαβήτου (ped(;)ia)… [Βλ. «Δελτίο Συνδέσμου Ἑλληνίδων Ἐπιστημόνων» (1979), ὅπου λόγος γιὰ ταύτιση γραπτῆς μὲ προφορικὴ λαλιά, Ἀνακοίνωση Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν (2001), σχετικὰ μὲ τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο, καὶ… ἀποφάσεις τοῦ 1927 στὴν Κομμουνιστικὴ Ρωσσία ἢ ὄνειρα τῶν μισσιοναρίων τοῦ Πάπα κατὰ τὴν Τουρκοκρατία ἢ φιλοδοξίες τῶν συγχρόνων Καρλομάγνων τῆς Δυτικῆς Νεοφραγκοκρατίας τῆς Αγορᾶς στὴ θέση τοῦ πλουραλισμοῦ τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Βλ. Καὶ Ἄρδην τ. 30 (2001).]
Σήμερα, σὲ εὐρύτερους κύκλους συγγραφέων χρησιμοποιεῖται τὸ πολυτονικὸ καὶ σὲ ἐκδηλώσεις εὐρείας συμμετοχῆς ἐπιστημόνων καὶ πνευματικῶν ἀνθρώπων ζητήθηκε ἡ παράλληλη χρησιμοποίηση τοῦ πολυτονικοῦ καὶ μονοτονικοῦ συστήματος (π.χ. Ἐκδήλωση τῆς Ἑταιρείας «Ἑλληνικη Γλωσσικὴ Κληρονομία» στὸ Μέγαρο Μουσικῆς, μὲ τὴν παρουσία καὶ ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Προέδρου Δημοκρατίας, ὅπου ἀκαδημαϊκοὶ ἐπιστήμονες καὶ πολιτικοί —βουλευτὲς— ὅλου τοῦ πολιτικοῦ φάσματος ὑποστήριξαν τὴν ἀνάγκη χρήσεως τοῦ πολυτονικοῦ συστήματος).
Ἤδη ἐπιβοηθητικὸ γιὰ τὴν ἐξοικείωση τῶν μαθητῶν τοῦ Γυμνασίου μὲ τὸ πολυτονικὸ εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς τῆς διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στὸ Γυμνάσιο ἀπὸ τὸ πρωτότυπο, καθὼς καὶ κειμένων παλαιοτέρων περιόδων τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας (ποσοστὸ μαθητῶν 80-90%).
Κάθε τυχὸν ταύτιση τοῦ μονοτονικοῦ μὲ τὴν «προοδευτικότητα» καὶ τοῦ πολυτονικοῦ μὲ τὴ «συντήρηση» ἢ τὴν «ἀντίδραση» εἶναι ἀπαράδεκτη ἄσκηση ἰδεολογικοῦ κομφορμισμοῦ καὶ πνευματικῆς τρομοκρατίας, ποὺ προδίδει ρηχότητα κομματικῆς καὶ ὑλιστικῆς νοοτροπίας.
Πλῆθος ἐκδοτικῶν οἴκων, συχνὰ ὀρθόδοξης εὐαισθησίας, ἐκδίδουν στὸ πολυτονικὸ σύστημα (π.χ. Μαΐστρος, Σταμούλης, Ἁρμός, Ἀκρίτας, κ.ἄ.).
Δὲν ὑπάρχει, προφανῶς, καμμία τεχνικὴ δυσκολία χρήσης τοῦ πολυτονικοῦ στὴν ἔκδοση ἐφημερίδων.
Οὐσιαστικὰ καὶ ἐνδιαφέροντα θέματα γιὰ τοὺς νέους καὶ τὴν κοινωνία, γραμμένα σὲ δυνατὴ δημοτικὴ γλώσσα, θὰ προσελκύουν ἀναγνῶστες.
Τὸ μονοτονικὸ σύστημα ἐπιβλήθηκε αἰφνιδιαστικὰ, χωρὶς εὐρεία συζήτηση μεταξὺ ἐπιστημόνων, κομμάτων καὶ λογοτεχνῶν,«ἐν μιᾷ νυκτί», καθὼς οἱ πρωταγωνιστές του στὴ Βουλὴ ὑπονόμευσαν τὶς δημοκρατικὲς διαδικασίες (ὑποβολὴ τροπολογίας σὲ ἄσχετο νομοσχέδιο τὰ μεσάνυχτα καὶ ψήφιση περίπου στὶς 2 τὸ πρωὶ ἀπὸ… 30 βουλευτές: Ν. 1288/1982)! [Βλ. Σ. Καργάκου, 2005, Τὸ σκάνδαλο τοῦ μονοτονικοῦ, ἐκδ. «Τόλμη» Ἀρχ. Ἀθηνῶν.
*ἐφημερὶς «Χριστιανική», Πέμπτη 12 Ἰουνίου 2008