Στον αέρα η δίκη της Χρυσής Αυγής
Μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις ενδέχεται να βρεθούν οι δικαστές της πολύκροτης υπόθεσης σχετικά με την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, εξαιτίας μιας σημαντικής παράλειψης στην ογκώδη δικογραφία, αφού έχει παραλειφθεί η κατηγορία για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης και υπάρχουν μόνο οι κατηγορίες για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης.
Το βούλευμα του Συμβουλίου των Εφετών αποφάσισε, κατά πλειοψηφία (με δυο ψήφους υπέρ έναντι ενός κατά) την παραπομπή σε δική ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων 69 εκ των συνολικά 83 κατηγορουμένων - συμπεριλαμβανομένης σύσσωμης της πρώην Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Χρυσής Αυγής - για ένταξη, συμμετοχή και διεύθυνση στην παράνομη δράση της νεοναζιστικής οργάνωσης, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, δικάζονται για τις δολοφονίες του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι και του Πακιστανού μετανάστη Σερχάζ Λουκμάν στα Πετράλωνα, τη δολοφονική απόπειρα σε βάρος τεσσάρων Αιγύπτιων ψαράδων στο Πέραμα και τον ξυλοδαρμό των ναυτεργατών - συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα. Όπως αποκαλύπτει σήμερα το «Ποντίκι», κατά τη διάρκεια της εξέτασης της εισηγητικής πρόταση του εφέτη εισαγγελέα Ισίδωρου Ντογιάκου, που εν τέλει έγινε αποδεκτή από το Συμβούλιο των Εφετών, διαπιστώθηκε ότι οι κατηγορούμενοι βουλευτές της οργάνωσης κατηγορούνται μεν για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και διακεκριμένης οπλοκατοχής, αλλά έχει παραλειφθεί στη δίωξη η κατηγορία της... συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης.
Αυτή η παράλειψη στα χέρια των έμπειρων συνηγόρων των κατηγορουμένων μπορεί να «τινάξει στον αέρα» την ακροαματική διαδικασία, βγάζοντας άκυρο το κατηγορητήριο, επισημαίνουν νομικοί κύκλοι που έχουν γνώση της υπόθεσης.
Για να διορθωθεί αυτή η εκκρεμότητα, έπρεπε να κληθούν και τα 85 άτομα σε βάρος των οποίων είχε ασκηθεί η αρχική δίωξη από την Εισαγγελία προκειμένου να δώσουν συμπληρωματικές καταθέσεις. Κάτι το οποίο συνεπάγεται την παράταση του ανακριτικού έργου τουλάχιστον για τρεις με τέσσερις μήνες.
Με τον χρόνο όμως πλέον να πιέζει ασφυκτικά, αφού στα τέλη του ερχόμενου Μαρτίου αποφυλακίζονται προσωρινά με περιοριστικούς όρους, λόγω παρέλευσης του 18μηνου, ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος, καθώς επίσης και οι Γιάννης Λαγός, Χρήστος Παππάς και, σταδιακά, κατά την εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας όλοι οι κατηγορούμενοι βουλευτές, το Συμβούλιο των Εφετών προχώρησε άρον - άρον στην έκδοση του βουλεύματος για την παραπομπή συνολικά 69 κατηγορουμένων σε δίκη, με οριακή πλειοψηφία 2-1. Αυτός ο οποίος μειοψήφησε, εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με την αρτιότητα του κατηγορητηρίου και των αποδεικτικών στοιχείων - όχι υποθέσεις ή εικασίες - που έχει στη διάθεσή της η Δικαιοσύνη.
Συγκεκριμένα, ο Ν. Σαλάτας, κατά πληροφορίες, αναφέρει στο απορριπτικό αιτιολογικό ότι θα πρέπει να εκπέσει η κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, υποστηρίζοντας ότι, για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία, σύμφωνα με τη σύμβαση του Παλέρμο, έπρεπε να έχει εντοπιστεί οικονομικό όφελος.
Στις 32 σελίδες, όπου ο Ν. Σαλάτας, επικαλούμενος και σχετική νομολογία, παραθέτει την κρίση του, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, καταγράφεται πως η σύμβαση του Παλέρμο, που αφορά και το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, έχει κυρωθεί χωρίς επιφύλαξη, αποτελεί εθνικό δίκαιο και κατ’ επέκταση ο ποινικός νομοθέτης δεν χρειάζεται να τυποποιήσει με νόμο.
Μάλιστα, καταλήγει πως από τη στιγμή που δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, οι κατηγορούμενοι δεν θα πρέπει να διώκονται ούτε για την πράξη της κακουργηματικής διακεκριμένης οπλοκατοχής (σ.σ.: η οποία εξαρτάται από το κακούργημα της εγκληματικής οργάνωσης). Αντίθετα, το αδίκημα πρέπει να μετατραπεί σε απλή οπλοκατοχή σε βαθμό πλημμελήματος. Σε αυτήν την περίπτωση τα ηγετικά - τουλάχιστον - στελέχη της οργάνωσης πρόκειται να εκτίσουν πολύ μικρές ποινές φυλάκισης, στην περίπτωση κατά την οποία κριθούν ένοχοι.
Η πρόταση Ντογιάκου
Πάντως, ο εισαγγελικός λειτουργός Ισ. Ντογιάκος, στην πρότασή του τον περασμένο Οκτώβριο, ανέφερε πως «μία εγκληματική οργάνωση είναι αυθύπαρκτη και απολύτως ανεξάρτητη από την οντότητα ενός πολιτικού κόμματος ή οποιουδήποτε άλλου νόμιμου φορέα ή σχηματισμού».
Στο σκεπτικό του επισήμανε πως «απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη λειτουργία ενός πολιτικού κόμματος είναι να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Κατά την εν λόγω συνταγματική επιταγή, «δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί νόμιμο πολιτικό κόμμα ή ένωση προσώπων ή οργάνωση η οποία, υπό τον μανδύα του πολιτικού κόμματος, επιδιώκει την επίτευξη των στόχων της με τη χρήση σωματικής ή ένοπλης βίας, εκτόξευση απειλών κατά της ανθρώπινης ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας οποιουδήποτε πολίτη με πραγματικό σκοπό την τέλεση αξιόποινων πράξεων και την περαιτέρω διασάλευση της δημόσιας τάξης».
Και κατέληγε: «Είναι αδιάφορο αν τα μέλη της έχουν ή όχι κομματική ή οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα και δεν είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι, αν κάποιος δεν είναι μέλος ενός πολιτικού κόμματος, κατά τους όρους και τις προϋποθέσεις του καταστατικού του, δεν είναι δυνατόν να αποτελέσει μέλος εγκληματικής οργάνωσης η οποία εκκολάφθηκε στους κόλπους του και δραστηριοποιείται υπό την κάλυψή του, εφ’ όσον βέβαια συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται από τον Ποινικό Κώδικα και ο ίδιος έχει ενεργό και ουσιαστική συμμετοχή και δράση στην τέλεση των αξιοποίνων πράξεων».
Δικαιολογημένες λοιπόν οι ενστάσεις και οι επιφυλάξεις σχετικά με τη δομή του κατηγορητηρίου βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων κοινοβουλευτικών κομμάτων αναφορικά με την επιτυχή ή όχι κατάληξη της δίκης σχετικά με την εγκληματική δράση της νεοναζιστικής οργάνωσης και των ταγμάτων εφόδου, που φέρονται να καθοδηγούνταν εξ ολόκληρου από τον Μιχαλολιάκο και άλλα πρωτοκλασάτα στελέχη της Χ.Α.