Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

 

Γιατί στην Ευρώπη κανείς δεν φοβάται εκλογές στην Ελλάδα
Του Βασίλη Γεώργα
Από τη στιγμή που η κυβέρνηση Τσίπρα αποφάσισε να πάει τη δεύτερη αξιολόγηση σε πολιτική διαπραγμάτευση και να παίξει το χαρτί των εκλογών,  η λύση για την Ελλάδα θα είναι «πολιτική».
Κανείς δεν δείχνει να ανησυχεί ή να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή σοβαρά για το ενδεχόμενο εκλογών στην Ελλάδα. Σε μια ευρωζώνη που έχει να αντιμετωπίσει τρεις ή και τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις στις ισχυρότερες οικονομίες της (Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και ενδεχομένως Ιταλία), μια επιπρόσθετη εκλογική αναμέτρηση στην «προστατευμένη» με το βαρύ μνημονιακό πέπλο χώρα μας, είναι ο μικρότερος πονοκέφαλος. Προφανώς και οι ευρωπαίοι δανειστές θέλουν να λένε ότι το ελληνικό πρόγραμμα προχωρά με επιτυχία. Αλλά κανείς δεν θα θυσιάσει το δικό του πολιτικό κεφάλαιο για να ενισχύσει μια ρητορική κατά της λιτότητας και των «μεταρρυθμίσεων» που αυτή τη στιγμή παραμένουν κυρίαρχο πολιτικό αφήγημα στην Ευρώπη. Εξάλλου από τα δημοσκοπικά ευρήματα το ρίσκο για ένα σενάριο μακροχρόνιας ακυβερνησίας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά περιορισμένο και παρότι δεν μπορεί να αποκλειστεί, θεωρείται ελεγχόμενο ώστε να πυροδοτεί ουσιαστικές ανησυχίες στους δανειστές, και εν τοις πράγμασι μικρότερο από την πλήρη ακινησία και τη διαιώνιση της δεύτερης αξιολόγησης.
Καλώς ή κακώς για τα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας, οι πολιτικές ισορροπίες δεν έχουν μεταβληθεί ούτε μετά το Brexit, ούτε μετά την παραίτηση Renzi στην Ιταλία και τις ανησυχίες για τραπεζική κρίση. Η πολιτική ισχύς του Βερολίνου δεν είναι απλώς ανεπηρέαστη από τις εξελίξεις στην ευρωζώνη αλλά ενισχύεται περαιτέρω. Το περιβόητο μέτωπο του Νότου κατά της λιτότητας παραμένει απατηλό όνειρο, ενώ στον αντίποδα, η προοπτική εκλογής του «θατσερικού» Francois Fillion στον προεδρικό θώκο της Γαλλίας, ξαναζωντανεύει τον περιβόητο «γαλλο-γερμανικό» άξονα και περιορίζει τις προσδοκίες για ευνοϊκές πολιτικές υπέρ της Ελλάδας και των άλλων προβληματικών χωρών του Νότου. Οι αγορές εξάλλου δείχνουν ότι όσο υπάρχει η ασπίδα του Mario Draghi, ελάχιστα έχουν να φοβούνται, και συνεχίζουν να καταπίνουν τα δισεκατομμύρια της ποσοτικής χαλάρωσης με μεγάλη ικανοποίηση και ελεγχόμενο φόβο.
Σε αυτό το κλίμα δεν έχει κανείς να περιμένει «θαύματα» από τις συναντήσεις «κορυφής» του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με την πανίσχυρη Merkel και τον αποδυναμωμένο Hollande αυτή την εβδομάδα. Εντός της κυβέρνησης είναι πολλοί εκείνοι που εύχονται αυτή η συνάντηση να μην εξελιχθεί σε θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων, κατ΄ αντιστοιχία με την συνάντηση Σαμαρά-Merkel τον Σεπτέμβριο του 2014.
Τα διαπραγματευτικά χαρτιά της Ελλάδας είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα και αυτό δυσκολεύει και τις τεχνικές διαπραγματεύσεις που αναμένεται να ξεκινήσουν εκ νέου από την Τρίτη ή την Τετάρτη με την αναμενόμενη επιστροφή των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα.
Η κυβέρνηση έχει υπογράψει τη συμφωνία του τελευταίου Eurogroup με την οποία επιβεβαιώνει (για τρίτη φορά) πως αποδέχεται τον στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% «μεσοπρόθεσμα». Αυτό σημαίνει πως είτε θα αποδεχτεί τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα 4,5 δισ. ευρώ τουλάχιστον για το 2019 και το 2020, είτε μετά τον κύκλο συναντήσεων που θα έχει αυτή την εβδομάδα θα εγκαταλείψει την προσπάθεια ώστε να αποφύγει το πολιτικό κόστος.
Αν ο «συμβιβασμός» είναι η θεσμοθέτηση ενός ενισχυμένου κόφτη ακόμη και με συγκεκριμένες προβλέψεις για μισθούς και συντάξεις ως εγγύηση απέναντι στο ΔΝΤ, πιθανόν η κυβέρνηση να επιλέξει να τον πάρει από το τραπέζι ελπίζοντας αφενός ότι δεν θα ενεργοποιηθεί στα χέρια της και αφετέρου σε αλλαγή του κλίματος μετά από μερικούς μήνες.  Ήδη ο υπουργός Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση καλοσκέφτεται αυτή τη λύση, την οποία επανέλαβε προχθές και ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
Οι δανειστές έχουν ξεκαθαρίσει σε όλους τους τόνους ότι επιθυμούν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, και αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι εκείνη που καλείται να εκπληρώσει τους όρους που θέτει το Ταμείο για να επιστρέψει. Δηλαδή να θεσμοθετήσει μέτρα και περικοπές μόνιμης απόδοσης που θα καλύπτουν ποσοτικά τη διαφορά εκτίμησης (2,5 του ΑΕΠ) που έχει το ΔΝΤ με την ευρωζώνη για τη δυνατότητα επίτευξης των πρωτογενών πλεονασμάτων τουλάχιστον για τα δύο πρώτα χρόνια μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου «κόφτη» είναι πως ενώ η νομοθέτησή του προκαλεί πολιτικό κόστος στη σημερινή κυβέρνηση, ταυτόχρονα δεσμεύει και την επόμενη, είτε οι εκλογές γίνουν πρόωρα, είτε κανονικά το 2019.
Ας μην απορήσουμε αν τελικά η αφορμή για προσφυγή στις κάλπες θα είναι η μη επίτευξη «συναίνεσης» για τα μέτρα εφόσον το επονομαζόμενο και 4ο μνημόνιο επιδιωχθεί να περάσει από τη Βουλή με ευρεία πλειοψηφία και τη θετική ψήφο τουλάχιστον 180 βουλευτών. 
Ακόμη, όμως, και αν δεν ληφθούν τώρα τα μέτρα αλλά μετά από εκλογές, το περιεχόμενό τους δεν θα είναι διαφορετικό από το σημερινό και η επόμενη κυβέρνηση θα είναι υποχρεωμένη να τα πάρει και να βρεθεί αντιμέτωπη με τα ίδια διλήμματα.
Η Ν.Δ επιμένει να ζητά εκλογές γιατί θεωρεί ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί στη χώρα έχουν αλλάξει υπέρ της και αυτό πρέπει να καταγραφεί στις κάλπες πριν το πολιτικό σύστημα οδεύσει σε ευρύτερες συναινέσεις τις οποίες και η ίδια θεωρεί απαραίτητες. Ζητά ακόμη εκλογές επειδή πιστεύει ότι θα τα καταφέρει καλύτερα στην διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και την προσέλκυση επενδύσεων. Το επιχείρημα της είναι ότι αν γίνει εκείνη κυβέρνηση, πρώτα θα εφαρμόσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και μετά θα ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα που επίσης θεωρεί σκόπιμο να μειωθούν στο 2-2,5% για να προκύψει δημοσιονομικός χώρος.
Το Βερολίνο και το ΔΝΤ δεν πρόκειται, όμως, να χαριστούν σε κανέναν. Ούτε στον Αλέξη Τσίπρα, ούτε στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η οικονομικά παράλογη υποχρέωση για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ από την Ελλάδα, είναι ξεκάθαρα μια πολιτική απόφαση των ισχυρών παικτών του τραπεζιού. Ανεξάρτητα από τον πολιτικό στόχο της συμμαχίας Βερολίνου-ΔΝΤ, η υποχρέωση λήψης μέτρων  θα δεσμεύει οποιαδήποτε κυβέρνηση έχει τα ηνία της χώρας τα επόμενα χρόνια.
Δεν θα αλλάξει ούτε με «παρακάλια» ούτε με «απειλές». Η μόνη περίπτωση να χαλαρώσει η θηλιά είναι με έμπρακτες πρωτοβουλίες που θα πείσουν και τους πλέον δύσπιστούς ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να μεταλλαχθεί, να «συμμαζευτεί» και να γυρίσει σελίδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Απλοί τρόποι να ενισχύσετε το ανοσοποιητικό σύστημα του παιδιού

  ΠΑΙΔΙ  |  10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020 | 06:00  |  IMOMMY TEAM Ειδικά αυτήν την περίοδο που η πανδημία του κοροναϊού απειλεί την υγεία ...