Έγκλημα το μνημόνιο: χωρίς τιμωρία;
Υποβλήθηκε από Θεόδωρος Ορέστης την Σάβ, 24/03/2012 - 22:06.
Posted in
Δίκαιο που να διέπει την πτώχευση Κρατών δεν υπάρχει. Το θέμα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό. Όμως, κάποιες αρχές του πτωχευτικού δικαίου νομίζω εφαρμόζονται αναγκαστικά κατ’ αναλογία. Για παράδειγμα, όπως πτώχευση μιας εταιρείας υπάρχει όταν δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη της, έτσι πτώχευση ενός Κράτους υπάρχει όταν το Κράτος δεν μπορεί να καλύψει τις οικονομικές υποχρεώσεις του και δανείζεται. Η Ελλάς δηλαδή βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης ήδη από το 1989 όταν άρχισε να δανείζεται για να πληρώσει τους τόκους των χρεών της και πάντως από το2010 όταν η Χώρα κατέφυγε στο Δ.Ν.Τ. γιατί έκλεισαν για αυτή οι χρηματαγορές.
Επίσης, όπως το Δ.Σ. εταιρείας έχει αστική και ποινική ευθύνη έναντι των μετόχων και των δανειστών της εταιρείας όταν συνεχίζει τις εμπορικές δραστηριότητες ενώ γνωρίζει ότι η πτώχευση έχει επέλθει η είναι αναπόφευκτη, έτσι και οι κυβερνήσεις από το 1989 και πάντως από το 2010 έχουν, πέραν της πολιτικής ευθύνης, αστική και ποινική ευθύνη. Αν η πρώτη καταλογίζεται στις εκλογές, ο λογαριασμός έρχεται… Και αν η τελευταία έχει παραγραφεί, η δεύτερη υφίσταται ακόμη. Με αυτή, μπορεί να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι και να τους αφαιρεθούν τα μαύρα κέρδη της επαίσχυντης πολιτικής που εν γνώσει τους (αλλά όχι και εν γνώσει του λαού) ακολούθησαν. Όπως το Δ.Σ. ευθύνεται (και όχι οι μέτοχοι), έτσι φταίνε και οι εκάστοτε κυβερνήσεις (και όχι ο λαός, η τουλάχιστον όχι τόσο ο λαός όσο η κυβέρνηση). Και αν ο λαός οφείλει να κάνει αυτοκριτική για την εγκατάλειψη των αξιών του που οδήγησαν σε αυτή την ηθική παρακμή, οι, ντόπιοι και ξένοι, μαφιόζοι που τον έφεραν ως εδώ και συνεχίζουν να κυβερνούν παρά την πτώχευση δεν δικαιούνται να τον πετροβολούν.
Έπειτα, η εκκαθάριση(η διάλυση δηλαδή μιας εταιρείας και η πώληση των περιουσιακών της στοιχείων) είναι ο μόνος δρόμος όταν η εταιρεία δεν μπορεί να σωθεί. Έτσι, εκκαθάριση δεν νοείται σε περίπτωση πτώχευσης Κράτους, αφού θα καταργούσε την εδαφική ακεραιότητα και την εθνική ανεξαρτησία του Κράτους. Αυτό όμως σημαίνει ότι η αναδιάρθρωση του χρέους της Χώρας ήταν επιτακτική από την πρώτη στιγμή, πριν από την προσφυγή στο Δ.Ν.Τ., αλλά και τώρα. Δυστυχώς όμως ούτε το πρώτο ούτε το δεύτερο μνημόνιο αποτελούν αναδιάρθρωση γιατί, κατά κοινή ομολογία, δεν επιτυγχάνουν τον σκοπό της οποιασδήποτε αναδιάρθρωσης, δηλαδή το να επανέλθει ο πτωχός στην κερδοφορία και να πληρώσει μέρος της αρχικής οφειλής η αυτής που πρόεκυψε από νέο δάνειο μετά την κήρυξη της πτώχευσης (αντίθετα θα μας οδηγήσει μετά από διάλυση του κοινωνικού ιστού της Χώρας πάλι σε μη βιώσιμο χρέος, πιο σύντομα από όσο πολλοί νομίζουν). Το μόνο λογικό συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι οι δανειστές της Χώρας περιμένουν να πληρωθούν παίρνοντας και πουλώντας τα περιουσιακά στοιχεία της Χώρας. Το μνημόνιο δηλαδή αποτελεί ουσιαστικά εκκαθάριση. Ότι αυτό αντίκειται σε βασικές αρχές κάθε σύγχρονου συντάγματος (ακόμη και της Γερμανίας), καθώς και του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου έχει τονιστεί κατ’ επανάληψη από επιφανείς συνταγματολόγους, όπως ο καθ. Γ. Κασσιμάτης, μέλη το ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά και το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του Ο.Η.Ε. και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας.
Οι υποστηρικτές του μνημονίου ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Όμως ότι το χρέος του 2009 εκτινάχτηκε αφού μετά τις εκλογές του 2009 έγιναν πληρωμές που μπορούσαν να περιμένουν ενώ αναβλήθηκε η είσπραξη εσόδων είναι πλέον κοινά γνωστό. Το ίδιο ότι η κυβέρνηση δεν βγήκε στις αγορές να δανειστεί όσο μπορούσε, όπως και ότι δεν πήρε έγκαιρα όλα τα μέτρα τα οποία έπρεπε να είχε λάβει. Έτσι, ήδη γνωρίζουμε ότι, πριν μπούμε στο μνημόνιο υπήρχε άλλος δρόμος. Αλλά και μετά υπήρχε και υπάρχει άλλος δρόμος. Πρώτα από όλα, έπρεπε και πρέπει να γίνει λογιστικός έλεγχος του χρέους. Ο έλεγχος θα μας έδειχνε και θα μας δείξει την προέλευση αλλά και την νομιμότητα του χρέους. Το νόμιμο χρέος το κρατούμε. Το παράνομο (π.χ. υπερκοστολογήσεις δημοσίων προμηθειών και έργων) το σβήνουμε και στέλνουμε τους υπευθύνους, ντόπιους και ξένους, στον εισαγγελέα (και τους πολιτικούς των οποίων τα εγκλήματα έχουν τυχόν παραγραφεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας). Έπειτα, από το νόμιμο πρέπει να δούμε ποιο μέρος μπορούμε να πληρώσουμε και το υπόλοιπο να το σβήσουμε στα πλαίσια ενός προγράμματος αναδιάρθρωσης που θα συμφωνηθεί με τους έντιμους από τους δανειστές μας. Γιατί υπάρχουν και ανέντιμοι δανειστές, που κρύβουν αυτούς που κερδοσκόπησαν σε βάρος του ελληνικού Κράτους η καταδολίευσαν τους ψηφοφόρους τους και έδωσαν χρήματα των ψηφοφόρων στις τράπεζες. Και αυτούς πρέπει να τους ξεμπροστιάσουμε για να καθαρίσει η Ευρώπη, όχι να τους κρύβουμε η να τους δίνουμε νέα έργα με μια προσχηματική συγγνώμη.
Περαιτέρω, πληρωμή κάποιων δανειστών εταιρείας (και μάλιστα) σε κατάσταση πτώχευσης αποτελεί πράξη καταδολιευτική των άλλων δανειστών. Κατά τον ίδιο τρόπο, πληρωμή ανασφάλιστων δανειστών του Κράτους, όπως οι ομολογιούχοι δανειστές, αποτελεί καταδολίευση προνομιούχων δανειστών, όπως οι συνταξιούχοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Η δε πληρωμή αυτών των δανειστών με δάνειο που πρέπει να πληρωθεί και από τους προνομιούχους δανειστές (με μειώσεις μισθών και συντάξεων, και αυξήσεις φόρων) είναι έγκλημα.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι με το πρόσχημα της βοήθειας προς την Ελλάδα με το μνημόνιο οι ξένες κυβερνήσεις πήραν χρήματα των φορολογούμενων για να τα δώσουν στις τράπεζες (κυρίως δικές τους). Έτσι, επέτρεψαν στις τράπεζες, που βέβαια κράτησαν τα υπερκέρδη της τελευταίας εικοσαετίας, να μοιραστούν τις ζημίες της κρίσης με τους φορολογουμένους πολίτες.
Ενόψει όλων των ανωτέρω είναι σαφές ότι το μνημόνιο παραβιάζει βασικές αρχές συνταγματικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου, αλλά και των διεθνώς αναγνωρισμένων αρχών του πτωχευτικού δικαίου. Επομένως, όχι μόνο δεν υπάρχει θέμα τήρησης της υπογραφής της Χώρας, όπως κατά κόρον αναφέρουν οι οπαδοί του μνημονίου (και ξένες κυβερνήσεις), αλλά και το μνημόνιο και οι σχετικές δανειακές συμβάσεις πρέπει να θεωρηθούν εντελώς άκυρες και η διαπραγμάτευση πρέπει να αρχίσει από μηδενική βάση. Το πρώτο βήμα οφείλει να είναι η ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Αυτό σημαίνει διαγραφή του χρέους σε τέτοιο βαθμό ώστε το απομένον (μαζί με το νέο) να είναι βιώσιμο. Σημαίνει επίσης θυσίες με περικοπές μισθών και συντάξεων (αλλά όχι των χαμηλότερων) και φόρους (αλλά με δίκαιη κατανομή των βαρών και χωρίς να στραγγαλίζουμε την κατανάλωση και την γενική οικονομική δραστηριότητα). Σημαίνει όμως και επενδύσεις γιατί χωρίς ανάπτυξη και η Χώρα θα καταστραφεί και οι έντιμοι δανειστές της θα χάσουν τα λεφτά τους.
Αυτό είναι ένα αξεπέραστο εμπόδιο το οποίο καταδικάζει τελικά το παρόν μνημόνιο, την μνημονιακή πολιτική και τα μνημονιακά κόμματα. Πολλοί υποστηρικτές της μνημονιακής πολιτικής ισχυρίζονται ότι είναι ανάγκη να ξεχάσουμε το θέμα της νομιμότητας ώστε να σωθούμε. Η παρανομία του φτωχού που έκλεψε 100 Ευρώ τους πειράζει, η παρανομία του μνημονίου και αυτών που έχουν ενθυλακώσει δισεκατομμύρια μαύρου πολιτικού χρήματος δεν τους ενοχλεί. Την μικρή παράβαση του φτωχού την θεωρούν υπεύθυνη για την πτώχευση της Χώρας (και είναι υπεύθυνη σε κάποιο βαθμό). Τα δικά τους εγκλήματα όμως δεν τα βλέπουν. Αλλά ας υποθέσουμε ότι έχουν δίκιο. Αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι το μνημόνιο δεν μας σώζει από την πτώχευση. Απλά, την αναβάλλει για να έλθει σε χρόνο που θα βολεύει τους δανειστές μας και θα είναι πιο οδυνηρή για την Χώρα. Μπορεί, αν δεν παίρναμε το δάνειο του πρώτου η του δευτέρου μνημονίου, να είχαμε άτακτη πτώχευση. Αλλά τότε δεν θα πληρώνονταν ούτε οι δανειστές. Και με αυτή την πίεση θα μας πρόσφεραν καλύτερους όρους και δεν θα είχαμε άτακτη πτώχευση. Αλλά κι αν δεν το έκαναν, η άτακτη πτώχευση μια ώρα αρχύτερα θα ήταν λιγότερο οδυνηρή για την Χώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.