ΤΩΡΑ ΧΤΥΠΟΥΝ ΟΙ ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Φαίνεται πως οι τόνοι έχουν αρχίσει να πέφτουν. Πλησιάζουν άλλωστε οι διακοπές του Πάσχα. Όλα οδηγούν εκεί και η συνήθης σιωπή για ένα «διάλειμμα», για μια απόδραση, γίνεται ανάγκη για απεμπλοκή από τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Κοινό μυστικό ότι τούτος ο λαός ξεχνά ή για το ακριβέστερο της διατύπωσης θέλει να ξεχνά. Στην πραγματικότητα βέβαια κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Αν και τα προηγούμενα χρόνια της επίπλαστης ευημερίας και μάλιστα όχι για όλους λειτουργούσαν ως άριστος μηχανισμός τώρα αυτό μοιάζει αδύνατο να συμβεί. Τούτη η κοινωνία νοσεί βαριά και αιμορραγεί ακατάσχετα. Μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έχουν συμβεί τόσα πράγματα, τέτοιος καταιγισμός εξελίξεων και γεγονότων και καταλήγουν να απασχολούν τη σκέψη
των Ελλήνων για μια ημέρα ή έστω μια εβδομάδα.
Οι Έλληνες είναι ένας βαθιά συντηρητικός λαός. Δε θέλουν την αλλαγή στη ζωή τους όσο και αν αυτή η ζωή που βιώνουν είναι άσχημη και ανυπόφορη. Προτιμούν τη σιγουριά της καταστροφής από τη δυνατότητα αλλαγής των όρων του παιγνιδιού. Αν δε δουν μπροστά τους και δε βιώσουν την ολοκληρωτική καταστροφή δεν αλλάζουν ρότα. Όχι πολύ μακριά από το σήμερα όλοι οι πίνακες και οι αριθμοί έδειχναν ότι δύο περίπου εκατομμύρια Έλληνες βρίσκονταν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Πλέον ο αριθμός αυτός έχει φτάσει στα τέσσερα εκατομμύρια. Δεν είναι ικανός ούτε αυτός ο αριθμός για να σημάνουν οι καμπάνες. Όλα κινούνται σε ρυθμούς Μανωλάδας. Αυτή θέλουν να είναι προφανώς η Ελλάδα του σήμερα ή καλύτερα αυτή ήταν πάντοτε αλλά το έκρυβε επιμελώς. Η Ελλάδα των νεοελλήνων,η Ελλάδα των ραγιάδων, η Ελλάδα της ησυχίας, της «τάξης» και της «ασφάλειας». Αυτό χτίστηκε τουλάχιστον από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους και δώθε. Η Ελλάδα του Ξένιου Διός δεν απλώνει το χέρι στον συνάνθρωπό της. Το απλώνει τα καλοκαίρια στον τουρίστα για να του αρπάξει λίγα ευρώ προσφέροντας του κακές υπηρεσίες σε συσκευασία μιας «τουριστικής» χωριάτικης σαλάτας.
Παλιότερα υπήρχαν κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές «αποκαλύψεων» παρόμοιων φαινομένων, μερικά «χτυπητά» και εμπορικά πρωτοσέλιδα εφημερίδων με στόχο την αύξηση τηλεθέασης ή πώλησης πολλών φύλλων. Η χαρακτηριστική αντίδραση της «κοινής γνώμης» ήταν μια «έκπληξη» για το τι συμβαίνει μέσα στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας. Κανένα ξάφνιασμα όμως. Καμιά αντίδραση. Ίσως γιατί οι περισσότεροι από τους «έκπληκτους» έκαναν κάτι παρόμοιο. Απλώς δεν έτυχε να γίνουν αντιληπτοί. Από το μικρότερο πταίσμα μέχρι το μεγαλύτερο έγκλημα. Από την τροχαία παράβαση μέχρι τον «φόνο». Στη μεν τροχαία παράβαση ο νταής και «ατρόμητος» Νεοέλληνας στεκόταν σα μικρό και ανυπεράσπιστο σπουργιτάκι μπροστά στον τροχονόμο εκλιπαρώντας για έλεος. Στον δε «φόνο» λέγοντας ότι δε γνωρίζει τίποτα και δεν ευθύνεται για τίποτα. Πάντα κάποιος άλλος έφταιγε. Από τις ύβρεις και την «αγανάκτηση» αλλά και την εκδήλωση «απέχθειας» στις δημοσκοπήσεις προς τα μεγάλα κόμματα που άσκησαν όλα αυτά τα χρόνια εξουσία μέχρι την λήθη όλων αυτών μπροστά στην κάλπη. Μια συνουσία μυστική της διαφθοράς με λίγα λόγια. Ένα «ξάφνιασμα» η ζωή των περισσότερων. Για τους άλλους. Για τον ίδιο τους τον εαυτό ποτέ. Αυτή είναι η Ελλάδα που χτίστηκε. Η Ελλάδα της παθητικής μα και της ενεργητικής σιωπής, που δεν ένιωθε τίποτε, που δεν ανησυχούσε για τίποτε, που νόμιζε ότι αυτός ο φαύλος κύκλος δε θα οδηγούσε κάποια στιγμή στην καταστροφή.
Η πλειονότητα των ανθρώπων σε τούτη τη χώρα στάθηκε εμπόδιο σε μια μειοψηφία που πάντα ανησυχούσε, που πάντα έβλεπε την επικείμενη καταστροφή και έβγαζε μια κραυγή αγωνίας για το αύριο που ερχόταν. Η κοινωνία αυτή ποτέ δε σεβάστηκε αυτούς τους λίγους που ως κύκλος χορού του Ευρυπίδη εξέφραζε και εκφράζει την ελπίδα του και την επιθυμία του για στρίψιμο του τιμονιού. Για πραγματική στροφή 180 μοιρών. Οι άνθρωποι που όλα αυτά τα χρόνια στέκονταν εμπόδιο ακόμα και σήμερα κρατούν την εξουσία και τα πράγματα στα χέρια τους μαζί με τους υποστηρικτές τους. Όχι μόνο αυτό αλλά απειλούν κιόλας και σε ποσοστό 30% νοσταλγούν την Χούντα. Οι ίδιοι που συνετέλεσαν ώστε να φτάσει ο τόπος μέχρι εδώ προτιμούν το πισωγύρισμα σε μαύρες και σκοτεινές εποχές παρά την λύτρωση μιας αλλαγής. Δε μπορούν πια να κρύψουν τη διαφθορά τους από τα κάτω μέχρι επάνω και το αντίστροφο. Ρίχνουν τη μισή κοινωνία στον γκρεμό και απαιτούν να σβήσουν και τα φώτα για να μη βλέπουν τους δυστυχισμένους, τους εξαθλιωμένους για να μπορέσουν οι ίδιοι να ζήσουν. Τρέφονται από τη ζωή και το αίμα των άλλων. Μοιάζουν με βρικόλακες. Και είναι. Οτιδήποτε πια αποκαλύπτεται για την πρότερη ζωή τους με μορφή χιονοστιβάδας το αντιμετωπίζουν κυνικά και εκδικητικά για όσους τους ξεσκεπάζουν. Όπως πολύ σωστά ειπώθηκε η ασθένεια μάλλον βρήκε και την ονομασία της. «Μανωλαδισμός». Αυτή είναι η αλήθεια και στέκεται απόλυτα γυμνή μπροστά στα μάτια όλων.
Οι ευθύνες για αυτή την τραγωδία δε βαραίνουν όμως μόνο τους μισούς που επιθυμούν και υλοποιούν ανερυθρίαστα και ξεδιάντροπα την εξόντωση των υπολοίπων. Αυτό άλλωστε θα ήταν μια καθαρά ηττοπαθής θεώρηση των πραγμάτων αλλά και η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή έγκειται στο ότι οι υπόλοιποι που υφίστανται την απειλή αφανισμού τους εξακολουθούν να μη συσπειρώνονται για να δώσουν τη μάχη επιβίωσης. Τη μάχη του φωτός έναντι των δυνάμεων του σκότους. Οι δυνάμεις του σκότους είναι ενωμένες και «μπετοναρισμένες». Οι δυνάμεις του φωτός είναι κατακερματισμένες, διασπασμένες. Μια μεγάλη αχτίδα φωτός που έκανε την εμφάνισή της και διεκδικεί θέση στον ήλιο για όλους οφείλει να δώσει το σύνθημα ενότητας και αντεπίθεσης. Αποφασιστικότητας και βούλησης στο να δοθεί η μάχη. Πρέπει να δοθεί και θα δοθεί. Έτσι πρέπει να γίνει και έτσι θα γίνει. Η προτεραιότητα και το βάρος πρέπει να δοθεί στο να επιστρέψει το φως στις ζωές των ανθρώπων. Τα πάντα στη ζωή είναι θέμα ιεράρχησης και προτεραιοτήτων. Στην έρημο άλλωστε δεν έχει κάποιος να επιλέξει ανάμεσα σε εμφιαλωμένο νερό ή σε νερό μιας λίμνης. Το βασικό είναι το νερό. Η πηγή της ζωής. Αν συνεχίσει να υπάρχει ζωή και ο ταξιδιώτης βρει τις δυνάμεις του τότε όλα θα γίνουν καλύτερα.
Τότε θα μπορέσει να γίνει το ταξίδι. Στου δρόμου τα μισά δεν υπάρχουν περιθώρια για καυγάδες μεταξύ όσων επιθυμούν ένα καλύτερο αύριο για όλους. Ο τρόπος έχει βέβαια σημασία αλλά δεν είναι αυτό που θα πρέπει να εξετάζεται τώρα. Σημασία έχει να σταματήσει η καταστροφή και ο χωρίς τέλος κατήφορος. Οι πληγές της κοινωνίας πρέπει να ιαθούν εδώ και τώρα. Ο μεγάλος πολυτραυματίας δεν έχει περιθώρια για άνοιγμα και άλλων πληγών. Άλλη μια πληγή θα είναι και η χαριστική βολή σε μια κοινωνία που πεθαίνει. Απλά πράγματα. Η ομφαλοσκόπηση και η αναβλητικότητα οφείλουν να λάβουν τέλος. Όποιος νιώθει ως πολεμιστής της ζωής πρέπει να σηκωθεί από το έδαφος, να ανασκουμπωθεί, να σηκώσει το βλέμμα κοιτώντας στα μάτια τον αντίπαλο και να του δώσει να καταλάβει πως θα δοθεί η μάχη. Αυτή η ματιά και ο τρόπος είναι αυτά που θα δώσουν στον αντίπαλο να καταλάβει πως αν δεν κάνει πίσω θα συντριβεί ολοκληρωτικά. Κακά τα ψέματα.
Το έμψυχο υλικό των δυνάμεων του φωτός υπάρχει. Ο στρατηγός που θα δώσει την εντολή της επίθεσης υπάρχει. Η ώρα της συνάθροισης των δυνάμεων είναι τώρα. Οι καμπάνες της Ιερισσού χτυπούν. Αλίμονο σε όποιον δεν τις ακούει. Αλίμονο σε όποιον λιποτακτεί και λιποψυχεί. Ο Καζαντζάκης είναι σαφής και ξεκάθαρος: «Μια αστραπή η ζωή μας μα προλαβαίνουμε»…
Φαίνεται πως οι τόνοι έχουν αρχίσει να πέφτουν. Πλησιάζουν άλλωστε οι διακοπές του Πάσχα. Όλα οδηγούν εκεί και η συνήθης σιωπή για ένα «διάλειμμα», για μια απόδραση, γίνεται ανάγκη για απεμπλοκή από τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Κοινό μυστικό ότι τούτος ο λαός ξεχνά ή για το ακριβέστερο της διατύπωσης θέλει να ξεχνά. Στην πραγματικότητα βέβαια κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Αν και τα προηγούμενα χρόνια της επίπλαστης ευημερίας και μάλιστα όχι για όλους λειτουργούσαν ως άριστος μηχανισμός τώρα αυτό μοιάζει αδύνατο να συμβεί. Τούτη η κοινωνία νοσεί βαριά και αιμορραγεί ακατάσχετα. Μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα έχουν συμβεί τόσα πράγματα, τέτοιος καταιγισμός εξελίξεων και γεγονότων και καταλήγουν να απασχολούν τη σκέψη
των Ελλήνων για μια ημέρα ή έστω μια εβδομάδα.
Οι Έλληνες είναι ένας βαθιά συντηρητικός λαός. Δε θέλουν την αλλαγή στη ζωή τους όσο και αν αυτή η ζωή που βιώνουν είναι άσχημη και ανυπόφορη. Προτιμούν τη σιγουριά της καταστροφής από τη δυνατότητα αλλαγής των όρων του παιγνιδιού. Αν δε δουν μπροστά τους και δε βιώσουν την ολοκληρωτική καταστροφή δεν αλλάζουν ρότα. Όχι πολύ μακριά από το σήμερα όλοι οι πίνακες και οι αριθμοί έδειχναν ότι δύο περίπου εκατομμύρια Έλληνες βρίσκονταν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Πλέον ο αριθμός αυτός έχει φτάσει στα τέσσερα εκατομμύρια. Δεν είναι ικανός ούτε αυτός ο αριθμός για να σημάνουν οι καμπάνες. Όλα κινούνται σε ρυθμούς Μανωλάδας. Αυτή θέλουν να είναι προφανώς η Ελλάδα του σήμερα ή καλύτερα αυτή ήταν πάντοτε αλλά το έκρυβε επιμελώς. Η Ελλάδα των νεοελλήνων,η Ελλάδα των ραγιάδων, η Ελλάδα της ησυχίας, της «τάξης» και της «ασφάλειας». Αυτό χτίστηκε τουλάχιστον από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους και δώθε. Η Ελλάδα του Ξένιου Διός δεν απλώνει το χέρι στον συνάνθρωπό της. Το απλώνει τα καλοκαίρια στον τουρίστα για να του αρπάξει λίγα ευρώ προσφέροντας του κακές υπηρεσίες σε συσκευασία μιας «τουριστικής» χωριάτικης σαλάτας.
Παλιότερα υπήρχαν κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές «αποκαλύψεων» παρόμοιων φαινομένων, μερικά «χτυπητά» και εμπορικά πρωτοσέλιδα εφημερίδων με στόχο την αύξηση τηλεθέασης ή πώλησης πολλών φύλλων. Η χαρακτηριστική αντίδραση της «κοινής γνώμης» ήταν μια «έκπληξη» για το τι συμβαίνει μέσα στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας. Κανένα ξάφνιασμα όμως. Καμιά αντίδραση. Ίσως γιατί οι περισσότεροι από τους «έκπληκτους» έκαναν κάτι παρόμοιο. Απλώς δεν έτυχε να γίνουν αντιληπτοί. Από το μικρότερο πταίσμα μέχρι το μεγαλύτερο έγκλημα. Από την τροχαία παράβαση μέχρι τον «φόνο». Στη μεν τροχαία παράβαση ο νταής και «ατρόμητος» Νεοέλληνας στεκόταν σα μικρό και ανυπεράσπιστο σπουργιτάκι μπροστά στον τροχονόμο εκλιπαρώντας για έλεος. Στον δε «φόνο» λέγοντας ότι δε γνωρίζει τίποτα και δεν ευθύνεται για τίποτα. Πάντα κάποιος άλλος έφταιγε. Από τις ύβρεις και την «αγανάκτηση» αλλά και την εκδήλωση «απέχθειας» στις δημοσκοπήσεις προς τα μεγάλα κόμματα που άσκησαν όλα αυτά τα χρόνια εξουσία μέχρι την λήθη όλων αυτών μπροστά στην κάλπη. Μια συνουσία μυστική της διαφθοράς με λίγα λόγια. Ένα «ξάφνιασμα» η ζωή των περισσότερων. Για τους άλλους. Για τον ίδιο τους τον εαυτό ποτέ. Αυτή είναι η Ελλάδα που χτίστηκε. Η Ελλάδα της παθητικής μα και της ενεργητικής σιωπής, που δεν ένιωθε τίποτε, που δεν ανησυχούσε για τίποτε, που νόμιζε ότι αυτός ο φαύλος κύκλος δε θα οδηγούσε κάποια στιγμή στην καταστροφή.
Η πλειονότητα των ανθρώπων σε τούτη τη χώρα στάθηκε εμπόδιο σε μια μειοψηφία που πάντα ανησυχούσε, που πάντα έβλεπε την επικείμενη καταστροφή και έβγαζε μια κραυγή αγωνίας για το αύριο που ερχόταν. Η κοινωνία αυτή ποτέ δε σεβάστηκε αυτούς τους λίγους που ως κύκλος χορού του Ευρυπίδη εξέφραζε και εκφράζει την ελπίδα του και την επιθυμία του για στρίψιμο του τιμονιού. Για πραγματική στροφή 180 μοιρών. Οι άνθρωποι που όλα αυτά τα χρόνια στέκονταν εμπόδιο ακόμα και σήμερα κρατούν την εξουσία και τα πράγματα στα χέρια τους μαζί με τους υποστηρικτές τους. Όχι μόνο αυτό αλλά απειλούν κιόλας και σε ποσοστό 30% νοσταλγούν την Χούντα. Οι ίδιοι που συνετέλεσαν ώστε να φτάσει ο τόπος μέχρι εδώ προτιμούν το πισωγύρισμα σε μαύρες και σκοτεινές εποχές παρά την λύτρωση μιας αλλαγής. Δε μπορούν πια να κρύψουν τη διαφθορά τους από τα κάτω μέχρι επάνω και το αντίστροφο. Ρίχνουν τη μισή κοινωνία στον γκρεμό και απαιτούν να σβήσουν και τα φώτα για να μη βλέπουν τους δυστυχισμένους, τους εξαθλιωμένους για να μπορέσουν οι ίδιοι να ζήσουν. Τρέφονται από τη ζωή και το αίμα των άλλων. Μοιάζουν με βρικόλακες. Και είναι. Οτιδήποτε πια αποκαλύπτεται για την πρότερη ζωή τους με μορφή χιονοστιβάδας το αντιμετωπίζουν κυνικά και εκδικητικά για όσους τους ξεσκεπάζουν. Όπως πολύ σωστά ειπώθηκε η ασθένεια μάλλον βρήκε και την ονομασία της. «Μανωλαδισμός». Αυτή είναι η αλήθεια και στέκεται απόλυτα γυμνή μπροστά στα μάτια όλων.
Οι ευθύνες για αυτή την τραγωδία δε βαραίνουν όμως μόνο τους μισούς που επιθυμούν και υλοποιούν ανερυθρίαστα και ξεδιάντροπα την εξόντωση των υπολοίπων. Αυτό άλλωστε θα ήταν μια καθαρά ηττοπαθής θεώρηση των πραγμάτων αλλά και η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή έγκειται στο ότι οι υπόλοιποι που υφίστανται την απειλή αφανισμού τους εξακολουθούν να μη συσπειρώνονται για να δώσουν τη μάχη επιβίωσης. Τη μάχη του φωτός έναντι των δυνάμεων του σκότους. Οι δυνάμεις του σκότους είναι ενωμένες και «μπετοναρισμένες». Οι δυνάμεις του φωτός είναι κατακερματισμένες, διασπασμένες. Μια μεγάλη αχτίδα φωτός που έκανε την εμφάνισή της και διεκδικεί θέση στον ήλιο για όλους οφείλει να δώσει το σύνθημα ενότητας και αντεπίθεσης. Αποφασιστικότητας και βούλησης στο να δοθεί η μάχη. Πρέπει να δοθεί και θα δοθεί. Έτσι πρέπει να γίνει και έτσι θα γίνει. Η προτεραιότητα και το βάρος πρέπει να δοθεί στο να επιστρέψει το φως στις ζωές των ανθρώπων. Τα πάντα στη ζωή είναι θέμα ιεράρχησης και προτεραιοτήτων. Στην έρημο άλλωστε δεν έχει κάποιος να επιλέξει ανάμεσα σε εμφιαλωμένο νερό ή σε νερό μιας λίμνης. Το βασικό είναι το νερό. Η πηγή της ζωής. Αν συνεχίσει να υπάρχει ζωή και ο ταξιδιώτης βρει τις δυνάμεις του τότε όλα θα γίνουν καλύτερα.
Τότε θα μπορέσει να γίνει το ταξίδι. Στου δρόμου τα μισά δεν υπάρχουν περιθώρια για καυγάδες μεταξύ όσων επιθυμούν ένα καλύτερο αύριο για όλους. Ο τρόπος έχει βέβαια σημασία αλλά δεν είναι αυτό που θα πρέπει να εξετάζεται τώρα. Σημασία έχει να σταματήσει η καταστροφή και ο χωρίς τέλος κατήφορος. Οι πληγές της κοινωνίας πρέπει να ιαθούν εδώ και τώρα. Ο μεγάλος πολυτραυματίας δεν έχει περιθώρια για άνοιγμα και άλλων πληγών. Άλλη μια πληγή θα είναι και η χαριστική βολή σε μια κοινωνία που πεθαίνει. Απλά πράγματα. Η ομφαλοσκόπηση και η αναβλητικότητα οφείλουν να λάβουν τέλος. Όποιος νιώθει ως πολεμιστής της ζωής πρέπει να σηκωθεί από το έδαφος, να ανασκουμπωθεί, να σηκώσει το βλέμμα κοιτώντας στα μάτια τον αντίπαλο και να του δώσει να καταλάβει πως θα δοθεί η μάχη. Αυτή η ματιά και ο τρόπος είναι αυτά που θα δώσουν στον αντίπαλο να καταλάβει πως αν δεν κάνει πίσω θα συντριβεί ολοκληρωτικά. Κακά τα ψέματα.
Το έμψυχο υλικό των δυνάμεων του φωτός υπάρχει. Ο στρατηγός που θα δώσει την εντολή της επίθεσης υπάρχει. Η ώρα της συνάθροισης των δυνάμεων είναι τώρα. Οι καμπάνες της Ιερισσού χτυπούν. Αλίμονο σε όποιον δεν τις ακούει. Αλίμονο σε όποιον λιποτακτεί και λιποψυχεί. Ο Καζαντζάκης είναι σαφής και ξεκάθαρος: «Μια αστραπή η ζωή μας μα προλαβαίνουμε»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.