■ Μαύρη Πρωτοχρονιά από το Μανχάταν έως την Κουρσεβέλ κάνουν Ελληνες κροίσοι μετά  την  αποκάλυψη του μεγαλύτερου κυκλώματος διαφθοράς όλων των εποχών
■ «Οπλάδες», μεγαλο­προμηθευτές του Δημοσίου, υπουργοί, πολιτικοί,…

αξιωματικοί, νομικοί, εκδότες-μεσάζοντες και μεγαλοδημοσιογράφοι στο στόχαστρο του ανακριτή 
■  Λιακουνάκος, Δαφέρμος, Μπαρτζώκας, Κομνόπουλος στους 10 εμπόρους όπλων και αντιπροσώπους ξένων εταιρειών που κατονομάζει
Καταιγιστικές εξελίξεις σε ένα παρασιτικό σύστημα που είχε μάθει να συντηρείται και να πλουτίζει  εκμεταλλευόμενο τις αγορές όπλων από την Ελλάδα τη δεκαετία μετά την κρίση των Ιμίων πυροδοτεί η σύλληψη του Αντώνη Κάντα. Στο σύστημα της διαπλοκής περιλαμβάνονται έμποροι όπλων, πολιτικοί, υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Αμυνας, αξιωματικοί, νομικοί, ακόμη και εκπρόσωποι του δημοσιογραφικού κατεστημένου. Η άκρη του νήματος βρέθηκε όταν ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής Εξοπλισμών την περίοδο 1996-2002 εκλήθη από τους ανακριτές να εξηγήσει πώς βρέθηκαν στους λογαριασμούς του ποσά που δεν δικαιολογούνταν από την επαγγελματική του πορεία.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο αντεισαγγελέας κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της αρχής για την καταπολέμηση μαύρου χρήματος, εντόπισε το ιλιγγιώδες ποσό των 13.700.000 δολαρίων σε λογαριασμό του Α. Κάντα σε τράπεζα της Σιγκαπούρης. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την… καριέρα του Α. Κάντα στον κόσμο των εξοπλισμών, αλλά και για την αποκάλυψη ενός συμπλέγματος εμπόρων όπλων, αντιπροσώπων, συμβούλων, αξιωματικών, εκπροσώπων του εκδοτικού κατεστημένου και κυβερνητικών στελεχών που μοιράζονταν χρήματα τα οποία προορίζονταν για να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας. Από τα εκατομμύρια μίζες που μοιράζονταν δεξιά κι αριστερά για να υλοποιηθούν χωρίς καθυστερήσεις και αστερίσκους οι προαποφασισμένες αγορές όπλων προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα που αγόραζαν οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν υπερκοστολογημένα, σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων. Στις περισσότερες εξ αυτών που σήμερα απασχολούν τη Δικαιοσύνη και αφορούν την περίοδο 1996-2006, τότε που οι ελληνικές κυβερνήσεις έτρεχαν σε μια παράλογη κούρσα εξοπλισμών, οι ανάγκες για αγορά οπλικών συστημάτων δεν ήταν πραγματικές, αλλά κατασκευάζονταν με κριτήριο τις μίζες που θα μπορούσε να αποφέρει κάθε πρόγραμμα στους εμπλεκομένους…
Οι ανακριτές υπολογίζουν ότι την περίοδο 1996-2005 που οι Ελληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν 20 δισ. ευρώ μόνο για τις αγορές μεγάλων οπλικών συστημάτων διακινήθηκαν μίζες περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η τυπικά νομιμοφανής διαδικασία ξεκινούσε από μια κεντρική συμφωνία του υπουργού με τους εμπόρους όπλων και στη συνέχεια οι επιτροπές των αξιωματικών και τα υπόλοιπα μέλη της ιεραρχίας αναλάμβαναν να επικυρώνουν συμφωνώντας και να προωθούν τις συμβάσεις χωρίς καθυστερήσεις… Αυτό αποκαλύπτει στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφερόμενος στον τρόπο που λειτουργούσαν επί των ημερών του οι Ακης Τσοχατζόπουλος και Γιάννης Σμπώκος. Πιεζόμενος από τους ανακριτές κυρίους Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλο, ο Α. Κάντας, ο οποίος κάποτε θεωρούνταν μυστικοπαθής, άρχισε να αποκαλύπτει μυστικά που είχε καλά κρυμμένα στο αρχείο του, προσωπικές σημειώσεις μιας πορείας που σημαδεύτηκε από «δώρα» εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία είχε εθιστεί να λαμβάνει από εμπόρους και αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.  
Ο Λιακουνάκος και τα Leopard

Ο Α. Κάντας περιέγραψε μια συνάντηση που είχε στο γραφείο του με τον επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκο τον Δεκέμβριο του 2001, όταν τελικά «πείστηκε» να μη φέρει κανένα πρόβλημα στη διαδικασία προμήθειας των αρμάτων Leopard 2. Σε αντάλλαγμα ο Α. Κάντας βρέθηκε με ένα σακ βουαγιάζ με 600.000 ευρώ.
Στο ερώτημα γιατί ο επιχειρηματίας τον δωροδόκησε με ένα τόσο μεγάλο ποσό, ο Α. Κάντας, ο οποίος ήταν στη Διεύθυνση Εξοπλισμών από το 1996 μέχρι τις αρχές του 2002 (δηλαδή όλο το διάστημα της υπουργίας του Α. Τσοχατζόπουλου και τους πρώτους μήνες της υπουργίας του Γιάννου Παπαντωνίου), είπε ότι την εποχή εκείνη ο Θ. Λιακουνάκος ενδιαφερόταν για το συμβόλαιο των γερμανικών αρμάτων τύπου Leopard. Οι διαπραγματεύσεις ήδη είχαν ξεκινήσει από το 2000 και το συμβόλαιο που ανήλθε στο ιλιγγιώδες ποσό των 1,7 δισ. ευρώ υπεγράφη το 2003. Ο Α. Κάντας, σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος στους ανακριτές, είχε μεταφέρει στον Γ. Παπαντωνίου τη διαφωνία του για την απόκτηση νέων αρμάτων μάχης, με το επιχείρημα ότι η χώρα δεν χρειαζόταν περισσότερα άρματα. Μάλιστα υποστήριξε ότι τη διαφωνία του την είχε μεταφέρει και στον Γ. Παπαντωνίου λίγες εβδομάδες προτού λάβει το σακ βουαγιάζ με τα 600.000 ευρώ από τον Θ. Λιακουνάκο. 
«Με πλήρωναν γιατί είχα τη δυνατότητα να μπλοκάρω τα προγράμματα», απάντησε κυνικά ο Α. Κάντας στο ερώτημα των ανακριτών γιατί οι έμποροι όπλων τού έδιναν μίζες και εξηγώντας έτσι εμμέσως γιατί σταμάτησε να εκφράζει τις αντιρρήσεις του για την προμήθεια των Leopard αφού εισέπραξε τη μίζα των 600.000 ευρώ. Στο ερώτημα αν δωροδοκήθηκαν και ανώτεροί του, ο Α. Κάντας υποστήριξε ευθέως ότι αυτό συνέβαινε. «Με βάση τον κοινό νου, θεωρώ απίθανο να μην πήραν παράνομες προμήθειες οι από πάνω μου», απάντησε στους ανακριτές ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών.
«Μας δίνεις μαρίδες, θέλουμε καρχαρίες…» 
Οταν οι ανακριτές ζήτησαν από τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών να απαριθμήσει συγκεκριμένα τις υποθέσεις για τις οποίες πήρε μίζες, εκείνος εξέφρασε αδυναμία να μιλήσει με συγκεκριμένα ποσά με τα οποία δωροδοκήθηκε κατ’ έτος και ανά πρόγραμμα. Τόσο πολλές ήταν οι υποθέσεις δωροληψίας και τόσο πυκνές οι συναλλαγές του με τους αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
«Μας δίνεις μαρίδες, πρέπει να μιλήσεις και για τους καρχαρίες. Μιλάς μόνο για μικρούς. Δεν μπορεί να τα έπαιρνες μόνο από μαρίδες». Με την τακτική αυτή οι ανακριτές κύριοι Μαλλής και Σταυρόπουλος προσπάθησαν να εκμαιεύσουν από τον Α. Κάντα περισσότερες λεπτομέρειες για τα «μεγάλα ψάρια» που διακινούσαν τεράστιες μίζες. Ο Α. Κάντας κατονόμασε δέκα αντιπροσώπους ή εμπόρους όπλων που του είχαν δώσει μίζες:
■ τον Πάνο Ευσταθίου, 83 ετών σήμερα, εκπρόσωπο της γερμανικής εταιρείας STN ATLAS και αργότερα της Rheinmetall, ο οποίος κατέβαλε στον Α. Κάντα 1,5 εκατ. ευρώ για να μην μπλοκάρει τα προγράμματα των γερμανικών υποβρυχίων που ενεργοποιήθηκαν το 2000 και τη σύμβαση των γερμανικών αντιαεροπορικών Asrad, που υπεγράφη το 1999. Ο Α. Κάντας αποκαλύπτει ότι ήταν στη λίστα μισθοδοσίας του 83χρονου εμπόρου όπλων από το 1989. Τότε, την εποχή της οικουμενικής κυβέρνησης του Ξενοφώντα Ζολώτα, είχε πάρει μίζα 1 εκατ. ευρώ από τον Π. Ευσταθίου για να ετοιμάσει γρήγορα τη σύμβαση αναβάθμισης των αρμάτων Μ48. 
■ τον Kωνσταντίνο Δαφέρμο, εκπρόσωπο της ρωσικής εταιρείας KBP που κατασκεύαζε τα αντιαρματικά Kornet. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Α. Κάντας, από ένα πρόγραμμα ύψους 108,6 εκατ. ευρώ έλαβε μίζα ύψους 3 εκατ. ευρώ. 
■ τον Λάμπρο Μπαρτζώκα, ο οποίος φέρεται να δωροδόκησε τον Α. Κάντα με 1,7 εκατ. ευρώ για να πουληθούν στις ελληνικές  Ένοπλες Δυνάμεις τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα OSA AK.
■ τον Θωμά Λιακουνάκο, από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος, σύμφωνα με όσα λέει στην απολογία του ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, του έδωσε 600.000 ευρώ σε ζεστό χρήμα για να μη δημιουργήσει προβλήματα στην πώληση των γερμανικών αρμάτων Leopard. Επίσης ο Α. Κάντας αποκάλυψε ότι ο Θ. Λιακουνάκος τον είχε στη μισθοδοσία του από το 1988 και του είχε καταβάλει 1 εκατ. ευρώ για να ξεμπλοκάρει διάφορα προγράμματα που τον ενδιέφεραν.
■ τον Σταύρο Κομνόπουλο, συνιδιοκτήτη της εταιρείας Kestrel. Σύμφωνα με όσα είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας, ο Σ. Κομνόπουλος του έδωσε 400.000 ευρώ για το πρόγραμμα εξοπλισμού του Πολεμικού Ναυτικού με γαλλικούς πυραύλους επιφανείας-επιφανείας Exocet. 
■ τον Παύλο Νικολαΐδη, ο οποίος του κατέβαλε 800.000 ευρώ μετρητά για να προχωρήσει ταχέως η αγορά γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών τύπου Mirage 2000-5. Το πρόγραμμα υπεγράφη το 2000 και κόστισε στους φορολογουμένους 1,220 δισ. ευρώ.  
■ τον Δημήτρη Παπαχρήστο, εκπρόσωπο της γερμανικής Krauss-Maffei Wegmann, από τον οποίο ο Α. Κάντας δωροδοκήθηκε με 750.000 ευρώ για τη σύμβαση των γερμανικών πυροβόλων PZH 2000.
■ τον Χρήστο Τούμπα, απόστρατο της Πολεμικής Αεροπορίας, εκπρόσωπο της βραζιλιάνικης Embraer, από τον οποίο έλαβε μίζα 250.000 ευρώ μετά την απόφαση να αποκτηθεί το σύστημα Erieye, δηλαδή το σουηδο-βραζιλιάνικο ιπτάμενο ραντάρ (σύστημα της Ericsson επί αεροσκάφους Embraer), το οποίο υπεγράφη το 1999 και στοίχισε στο Δημόσιο 531,6 εκατ. ευρώ.
■ τον Κωνσταντίνο Μπαλέρμπα ή Μπαλέμπα, σύμβουλο της σουηδικής εταιρείας Ericsson, που του κατέβαλε 240.000 ευρώ για τα σουηδικά ραντάρ αντιπυροβολικού ARTHUR.
■ τον Κωστή Αποστόλου, στενό συνεργάτη του Θ. Λιακουνάκου. Κατά τον Α. Κάντα, ο Κ. Αποστόλου «και άλλοι μεσολαβητές», όπως αναφέρει στην απολογία του, κατέβαλαν χρήματα στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών, αν και δεν μπορούσε να ανακαλέσει το ακριβές ποσό…
Οι Εισαγγελείς τους «δένουν» ως εγκληματική οργάνωση

Η απολογία-ποταμός που έχει κάνει εμπόρους όπλων, αντιπροσώπους ξένων εταιρειών, αξιωματικούς και πολιτικούς να χάσουν τον ύπνο τους λύνει τα χέρια στις δικαστικές αρχές για την απαγγελία βαρύτατων κατηγοριών σε τουλάχιστον δέκα νέα πρόσωπα, που δεν αποκλείεται να βρεθούν αντιμέτωπα ακόμη και με κατηγορίες για εγκληματική οργάνωση. Ακόμη, φέρνει στο φως στοιχεία για συμβάσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων που μέχρι σήμερα δεν είχαν μπει στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης. Τα ευρήματα των ανακριτών ανατροφοδοτούν τη συζήτηση για τα αδικήματα και τις μίζες που εισέπραξε ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος έχει καταδικαστεί μόνο για δύο από τα προγράμματα που υλοποίησε στο υπουργείο Αμυνας: τα γερμανικά υποβρύχια και τα ρωσικά αντιαεροπορικά TOR. Οι ξένες εταιρείες που εμπλέκονται στο κύκλωμα μίζας που αποκάλυψε ο Α. Κάντας βρίσκονται σε αναβρασμό. Νομικοί και οικονομικοί σύμβουλοι των ξένων κατασκευαστών όπλων κάνουν φύλλο και φτερό τα στοιχεία των συμβάσεων. 
Η απολογία Κάντα αποτελεί για τη Δικαιοσύνη το πρώτο μεγάλο όπλο στον εντοπισμό μαύρου χρήματος που προέρχεται από δωροδοκίες πολιτικών και αξιωματούχων για την υπογραφή συγκεκριμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος των 2 δισ. ευρώ που διακινήθηκαν ως μίζες την τελευταία 10ετία δεν έχει εντοπιστεί και ίσως να έχει διοχετευθεί σε χώρες όπως η Κίνα, ο Λίβανος ή άλλοι φορολογικοί παράδεισοι όπως η Σιγκαπούρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι εισαγγελείς κατά της διαφθοράς με παράλληλες έρευνες διερευνούν τη νομιμότητα συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα από το 1990 έως και το 2010. Οι συνθήκες υπογραφής των προγραμμάτων αυτών ερευνώνται και µε τη συνδροµή του Σώµατος Δίωξης Οικονοµικού Εγκλήµατος (ΣΔΟΕ), ενώ ήδη έχουν σταλεί αιτήματα δικαστικής συνδρομής στο εξωτερικό για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Με βάση την αρχή «follow the money» θα προσπαθήσουν να ανασυνθέσουν τις διαδρομές της μίζας και να εντοπίσουν όλους όσοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διαπλοκής των εξοπλισμών κανιβαλίζοντας το δημόσιο χρήμα.
Συνήγοροι Κάντα: Θα επιστραφούν τα χρήματα στο Δημόσιο
Οι συνήγοροι του Α.Κάντα κύριοι Γιάννης Μαντζουράνης και Ηλίας Μπίσιας επιδιώκουν να αποδοθούν στο Ελληνικό Δημόσιο τα χρήματα με τα οποία δωροδοκήθηκε ο πελάτης τους. «Ο Αντώνης Κάντας έκανε την αρχή. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι με επιστροφή χρημάτων και συμβολή στην αποκάλυψη της αλήθειας», δήλωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
Τι είπε για Λιακουνάκο

Οι μίζες του «άπληστου Θωμά» 
Για μια 25ετία με λάδωνε», καταθέτει ο Αντώνης Κάντας για τον Θ. Λιακουνάκο
Ο επιχειρηματίας διαψεύδει για «μίζες σε σακ βουαγιάζ» και καταθέτει μηνύσεις
Ενα περιστατικό που μοιάζει σαν να είναι βγαλμένο από κατασκοπικές ταινίες περιγράφει στην απολογία του ο προφυλακισμένος Αντώνης Κάντας για τις μεθόδους που ακολουθούσαν οι αντιπρόσωποι οπλικών συστημάτων προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους. Τον Δεκέμβριο του 2001, ο τότε αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών ουσιαστικά τελούσε υπό παραίτηση. Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας είχε αλλάξει και ύστερα από έξι χρόνια «τσοχατζοπουλικής» παντοκρατορίας επικεφαλής στο Πεντάγωνο είχε τοποθετηθεί ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου.
Ο Α. Κάντας, όπως τουλάχιστον ισχυρίστηκε ενώπιον των ανακριτών κυρίων Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλου, διαφωνούσε με την προμήθεια των γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard. Ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος ήταν ο αντιπρόσωπος της Krauss-Maffei Wegmann και είχε επενδύσει πολλά στο συμβόλαιο αυτό, ο αρχικός προϋπολογισμός του οποίου ανερχόταν στο «αυτοκρατορικό» ποσό των 2 δισ. ευρώ. Σε συνομιλία του με τον κ. Παπαντωνίου, ο Α. Κάντας υποστηρίζει ότι είχε μεταφέρει στον υπουργό τις επιφυλάξεις του για την αναγκαιότητα αγοράς των γερμανικών αρμάτων, παρότι ο μεγάλος ωφελημένος από το συμβόλαιο θα ήταν ο Θ. Λιακουνάκος, ένας επιχειρηματίας που μισθοδοτούσε τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών από το 1988 και μετά, όπως ομολόγησε ο ίδιος ο Α. Κάντας. Ο προφυλακισμένος πρώην διευθυντής Εξοπλισμών εκμυστηρεύτηκε στον τότε υπουργό Αμυνας τους προβληματισμούς του για την απόκτηση των Leopard, επιχειρηματολογώντας ότι η σύμβαση αυτή θα κόστιζε πολύ και δεν ήταν αναγκαία. «Πήραμε για το Ναυτικό και την Αεροπορία, δεν μπορούμε να μην πάρουμε και για τον Στρατό», φέρεται να του απάντησε ο κ. Παπαντωνίου, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα είπε απολογούμενος ο Α. Κάντας. 
■ Από την πλευρά του ο Θ. Λιακουνάκος υποστηρίζει ότι δεν έχει δωροδοκήσει τον Α. Κάντα. Συνομιλητές του επιχειρηματία αναφέρουν μάλιστα ότι ο Θ. Λιακουνάκος είναι έτοιμος να προβεί σε μηνύσεις.
Ο «εθνικός προμηθευτής» 
Ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπος ξένων οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα. Αυτός είναι ο βασικός τίτλος του επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκου. Από το 1996 έως το 2003 η «αυτοκρατορία» του Θ. Λιακουνάκου κέρδισε συμβόλαια πώλησης όπλων στις Ενοπλες Δυνάμεις που υπερβαίνουν τα 5,7 δισ. ευρώ! Τα χρόνια μετά την κρίση των Ιμίων, όπου η Ελλάδα υλοποιούσε ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα αμυντικών εξοπλισμών, ο Θ. Λιακουνάκος κατέστη ο απόλυτος πρωταγωνιστής τους.  Ωστόσο, η απολογία του Α. Κάντα καταφέρνει ένα ισχυρό χτύπημα στον θεωρούμενο κυρίαρχο στο πεδίο των οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος καταγγέλλεται ότι μισθοδοτούσε έναν πρώην αναπληρωτή γενικό διευθυντή Εξοπλισμών και ότι μαζί με τους συνεργάτες του είχε δημιουργήσει φιλικό δίκτυο επιτελών, αξιωματικών και κυβερνητικών στελεχών. Τώρα οι ανακριτές θα επιχειρήσουν να ανασυνθέσουν τις μεθόδους με τις οποίες καταβάλλονταν οι μίζες, όπως τουλάχιστον υποστήριξε ο προφυλακισμένος πρώην διευθυντής Εξοπλισμών του Ακη Τσοχατζόπουλου. Αναζητώντας τους τροφοδότες λογαριασμούς και ελέγχοντας τις τραπεζικές πράξεις οι δικαστικοί λειτουργοί θα δώσουν απάντηση στο ερώτημα αν ο Θ. Λιακουνάκος ήταν ο απόλυτος άρχοντας της μίζας στην Ελλάδα. Δικτυωμένος με ισχυρά λόμπι στο εσωτερικό και το εξωτερικό και έχοντας στενές σχέσεις με ανθρώπους του δημοσιογραφικού κατεστημένου αλλά και της πολιτικής, ο Θ. Λιακουνάκος δεν θα είναι εύκολος στόχος για τους ανακριτές. Ωστόσο, όπως έδειξε η υπόθεση του «ηλεκτρονικού πολέμου», ενός οπλικού συστήματος που παραγγέλθηκε το 2000 αλλά ουδέποτε παραδόθηκε στον Στρατό και απέφερε στον επιχειρηματία 43 εκατ. ευρώ, ο Θ. Λιακουνάκος δεν είναι άτρωτος. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, το αφεντικό της Axon αντιμετωπίζει βαριές κακουργηματικές κατηγορίες.
«Οταν τα παίρνουν όλοι οι από πάνω, γιατί όχι κι εγώ;»
«…Στα μεγάλα προγράμματα τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο θα τα έδιναν οι κατασκευάστριες εταιρείες τις οποίες εκπροσωπούσε ο Λιακουνάκος. Τα χρήματα στον Σμπώκο θα τα έδινε ο κύριος Λιακουνάκος και σε χαμηλότερο επίπεδο (από τον κύριο Σμπώκο και κάτω) θα τα έδινε ο κύριος Αποστόλου», λέει χαρακτηριστικά στην απολογία του ο Αντώνης Κάντας, για να αφήσει λίγο μετά σαφέστατες αιχμές και για τον Γιάννο Παπαντωνίου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ακη Τσοχατζόπουλο στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
«Του είπα (σ.σ.: του Γιάννου Παπαντωνίου) ότι αυτό το πρόγραμμα, τo “Leopard 2”, κόστιζε πάρα πολύ και δεν ήταν απαραίτητο. Μου απάντησε ότι το ζητάει ο Στρατός και δεν μπορούμε να τους το αρνηθούμε. Συγκεκριμένα μου είπε: “Πήραμε για το Ναυτικό και την Αεροπορία, δεν μπορούμε να μην πάρουμε και για τον Στρατό”», είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας αναφερόμενος στο διάστημα που το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εθνικής Aμυνας είχε ο Γιάννος Παπαντωνίου.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει για τον Θωμά Λιακουνάκο στο σχετικό απόσπασμα της απολογίας του ο Α. Κάντας: 
«Το επόμενο πρόγραμμα ήταν αυτό των αρμάτων Leopard 2, το οποίο προμηθευτήκαμε από τη γερμανική Kraus Maffei Wegmann (KMW). Η σύμβαση υπογράφηκε όταν είχα φύγει εγώ επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου από τον Σπυρίδωνα Τραυλό. Εκπρόσωπος της κατασκευάστριας εταιρείας στην Ελλάδα ήταν ο κ. Θωμάς Λιακουνάκος.
Ο Θωμάς Λιακουνάκος ήταν εκπρόσωπος της άνω γερμανικής εταιρείας και ο ίδιος είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας AXON. Eχει μεσολαβήσει για πολλά εξοπλιστικά προγράμματα και έχει εκπροσωπήσει πολλές εξοπλιστικές εταιρείες. Τον κύριο Λιακουνάκο τον είχα γνωρίσει από το 1988, όπως και τον κύριο Αποστόλου, τον συνεργάτη του. Από τον κύριο Λιακουνάκο είχα δεχτεί εκείνη την περίοδο κάποια χρήματα, αλλά δεν θυμάμαι πόσα ακριβώς. Δεν θυμάμαι αν ήταν μετρητά ή καταθέσεις σε τραπεζικό λογαριασμό μου, πιθανόν στη UBS Ζυρίχης (πρώην Swiss Bank Corporation). Oταν τοποθετήθηκα στη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών στην αρχή δεν είχα καμία συνάντηση με τον κύριο Λιακουνάκο, παρά δύο – τρεις φορές το 1997 με τον κύριο Αποστόλου. Δεν ήθελα να συναντιέμαι με τον κύριο Λιακουνάκο. 
Ανακριτής: Γιατί δεν θέλατε να συναντιέστε με τον κύριο Λιακουνάκο αφού τον γνωρίζατε και είχατε παλαιότερα λάβει χρήματα από αυτόν;
Απάντηση: Το 1997 είχα πληροφορηθεί από τον συνεργάτη του, τον κύριο Αποστόλου, ότι τα προγράμματα που αυτοί εκπροσωπούσαν θα προτιμούνταν, θα προωθούνταν και θα επιλέγονταν οπωσδήποτε γιατί αυτό το είχε συμφωνήσει οι ίδιος ο Λιακουνάκος με τον κύριο Σμπώκο και τον κύριο Τσοχατζόπουλο. Οι πρώτες συζητήσεις μεταξύ Λιακουνάκου – Σμπώκου – Τσοχατζόπουλου είχαν γίνει στο πολιτικό γραφείο του Τσοχατζόπουλου. Ακόμα, μου είχε πει για τα επίπεδα ιεραρχίας, πώς και ποιος θα ελάμβανε χρήματα. Συγκεκριμένα, μου είχε πει ότι στα μεγάλα προγράμματα τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο θα τα έδιναν οι κατασκευάστριες εταιρείες τι