Γράφει ο Γιώργος Παυλόπουλος
Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι ηγέτες της Δύσης απέφυγαν τη σκληρή γλώσσα κατά της Ρωσίας. «Παράνομη» χαρακτήρισαν την εισβολή της στην Κριμαία και το δημοψήφισμα, την κατηγόρησαν ότι «απειλεί την ειρήνη στην Ευρώπη» και προκαλεί νέο Ψυχρό Πόλεμο, την απείλησαν με διεθνή απομόνωση και αποβολή από την ομάδα των G8, ενώ σε προσωπικό επίπεδο, ο Μπάρακ Ομπάμα χαρακτήρισε τις θέσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν ως «μυθοπλασίες».
Σε επίπεδο πράξεων όμως, η επιβολή αντιποίνων σε βάρος της Μόσχας αποδεικνύεται μία πολύ πιο δύσκολη υπόθεση. Διότι οι μεν Ευρωπαίοι και κυρίως οι Γερμανοί αφενός δεν έχουν τη δυνατότητα να κηρύξουν πόλεμο στους Ρώσους (μιάς και κινδυνεύουν να ταπεινωθούν) και αφετέρου φοβούνται ότι η επιβολή σοβαρών και επώδυνων οικονομικών κυρώσεων μπορεί να μετατραπεί σε μπούμερανγκ, το οποίο είναι πολύ πιθανό να στραφεί εναντίον τους, καταφέροντας σοβαρό πλήγμα στην, ούτως ή άλλως, εύθραυστη οικονομία της Ευρωζώνης.
Οι δε Αμερικανοί, ακόμη και να θέλουν, δεν μπορούν να πλήξουν αποτελεσματικά τους Ρώσους σε οικονομικό επίπεδο. Από την άλλη, παρά τους λεονταρισμούς του ΝΑΤΟ, γνωρίζουν ότι κάθε προσπάθεια να αμφισβητήσουν δια της βίας τα «κεκτημένα» τους (στην Κριμαία και αλλού) μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε απευθείας σύγκρουση ανάμεσα σε δύο τρομακτικές πολεμικές μηχανές, τη δική τους, η οποία είναι η πιο ισχυρή που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα και τη ρωσική, που εξακολουθεί να διαθέτει πολλά και κοφτερά… δόντια, ειδικά σε εκείνη την περιοχή.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Πούτιν, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, ακούει τις απειλές χωρίς να ανησυχεί (μάλλον χαμογελάει, αφού δείχνει πολύ καλά προετοιμασμένος για όλα τα ενδεχόμενα). Διότι τη στιγμή που προσαρτά την Κριμαία και ετοιμάζεται να προβάλει αξιώσεις και σε άλλες περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας, δεν υπάρχει περίπτωση να τον σταματήσει το «πάγωμα» των περιουσιακών στοιχείων και η απαγόρευση εισόδου σε ΗΠΑ και ΕΕ μερικών δεκάδων προσώπων.
Το αφεντικό του Κρεμλίνου αισθάνεται ακόμη πιο άνετα, λόγω και των ρηγμάτων που υπάρχουν στο στρατόπεδο των υποστηρικτών της νέας ελίτ του Κιέβου, τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια με τη γνωστή ύβρη της Β. Νούλαντ για την Ε.Ε., συνεχίστηκαν με αναλύσεις στα αμερικανικά ΜΜΕ και κλιμακώνονται με τη δυσφορία πολλών ευρωπαίων απέναντι στις πιέσεις της Ουάσινγκτον για πιο σκληρές οικονομικές κυρώσεις, καθώς μοιάζει σαν να θέλουν οι Αμερικανοί να κάνουν… «τσαμπουκά» με άλλους να πληρώσουν το κόστος.
Πρακτικά, το μοναδικό που ίσως ανάγκαζε τη Μόσχα να κάνει πίσω, είναι ένας συνδυασμός ρεαλιστικής στρατιωτικής απειλής από τις ΗΠΑ και σκληρών οικονομικών κυρώσεων από την Ε.Ε. Μόνο που ένας τέτοιος συνδυασμός έχει μεγάλο, έως απαγορευτικό κόστος.
Πρακτικά, λοιπόν, όσον αφορά στη Γερμανίδα καγκελάριο, εάν αποφάσιζε μόνη της, ίσως δεν θα είχε θεμελιώδη αντίρρηση να μοιράσει –έστω και ατύπως- την Ουκρανία με τους Ρώσους, σε μία ιδιότυπη επανάληψη του Μπρεστ – Λιτόφσκ.
Από την πλευρά του ο Ομπάμα βρίσκεται ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Από τη μία βρίσκεται η πλειονότητα των αμερικανών πολιτών που δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι την εμπλοκή σε ένα ακόμη πολεμικό μέτωπο. Από την άλλη, έχει να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη κλίκα των «γερακιών» -όπως ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ και σύμβουλος του Τζ. Μπους, Τζον Μπόλτον, ο οποίος είπε: «Δεν δεχόμαστε ο πρόεδρος των ΗΠΑ να είναι αδύναμος και αναποφάσιστος».
Πηγή «Ημερησία»
Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι ηγέτες της Δύσης απέφυγαν τη σκληρή γλώσσα κατά της Ρωσίας. «Παράνομη» χαρακτήρισαν την εισβολή της στην Κριμαία και το δημοψήφισμα, την κατηγόρησαν ότι «απειλεί την ειρήνη στην Ευρώπη» και προκαλεί νέο Ψυχρό Πόλεμο, την απείλησαν με διεθνή απομόνωση και αποβολή από την ομάδα των G8, ενώ σε προσωπικό επίπεδο, ο Μπάρακ Ομπάμα χαρακτήρισε τις θέσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν ως «μυθοπλασίες».
Σε επίπεδο πράξεων όμως, η επιβολή αντιποίνων σε βάρος της Μόσχας αποδεικνύεται μία πολύ πιο δύσκολη υπόθεση. Διότι οι μεν Ευρωπαίοι και κυρίως οι Γερμανοί αφενός δεν έχουν τη δυνατότητα να κηρύξουν πόλεμο στους Ρώσους (μιάς και κινδυνεύουν να ταπεινωθούν) και αφετέρου φοβούνται ότι η επιβολή σοβαρών και επώδυνων οικονομικών κυρώσεων μπορεί να μετατραπεί σε μπούμερανγκ, το οποίο είναι πολύ πιθανό να στραφεί εναντίον τους, καταφέροντας σοβαρό πλήγμα στην, ούτως ή άλλως, εύθραυστη οικονομία της Ευρωζώνης.
Οι δε Αμερικανοί, ακόμη και να θέλουν, δεν μπορούν να πλήξουν αποτελεσματικά τους Ρώσους σε οικονομικό επίπεδο. Από την άλλη, παρά τους λεονταρισμούς του ΝΑΤΟ, γνωρίζουν ότι κάθε προσπάθεια να αμφισβητήσουν δια της βίας τα «κεκτημένα» τους (στην Κριμαία και αλλού) μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε απευθείας σύγκρουση ανάμεσα σε δύο τρομακτικές πολεμικές μηχανές, τη δική τους, η οποία είναι η πιο ισχυρή που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα και τη ρωσική, που εξακολουθεί να διαθέτει πολλά και κοφτερά… δόντια, ειδικά σε εκείνη την περιοχή.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Πούτιν, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, ακούει τις απειλές χωρίς να ανησυχεί (μάλλον χαμογελάει, αφού δείχνει πολύ καλά προετοιμασμένος για όλα τα ενδεχόμενα). Διότι τη στιγμή που προσαρτά την Κριμαία και ετοιμάζεται να προβάλει αξιώσεις και σε άλλες περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας, δεν υπάρχει περίπτωση να τον σταματήσει το «πάγωμα» των περιουσιακών στοιχείων και η απαγόρευση εισόδου σε ΗΠΑ και ΕΕ μερικών δεκάδων προσώπων.
Το αφεντικό του Κρεμλίνου αισθάνεται ακόμη πιο άνετα, λόγω και των ρηγμάτων που υπάρχουν στο στρατόπεδο των υποστηρικτών της νέας ελίτ του Κιέβου, τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια με τη γνωστή ύβρη της Β. Νούλαντ για την Ε.Ε., συνεχίστηκαν με αναλύσεις στα αμερικανικά ΜΜΕ και κλιμακώνονται με τη δυσφορία πολλών ευρωπαίων απέναντι στις πιέσεις της Ουάσινγκτον για πιο σκληρές οικονομικές κυρώσεις, καθώς μοιάζει σαν να θέλουν οι Αμερικανοί να κάνουν… «τσαμπουκά» με άλλους να πληρώσουν το κόστος.
Πρακτικά, το μοναδικό που ίσως ανάγκαζε τη Μόσχα να κάνει πίσω, είναι ένας συνδυασμός ρεαλιστικής στρατιωτικής απειλής από τις ΗΠΑ και σκληρών οικονομικών κυρώσεων από την Ε.Ε. Μόνο που ένας τέτοιος συνδυασμός έχει μεγάλο, έως απαγορευτικό κόστος.
Πρακτικά, λοιπόν, όσον αφορά στη Γερμανίδα καγκελάριο, εάν αποφάσιζε μόνη της, ίσως δεν θα είχε θεμελιώδη αντίρρηση να μοιράσει –έστω και ατύπως- την Ουκρανία με τους Ρώσους, σε μία ιδιότυπη επανάληψη του Μπρεστ – Λιτόφσκ.
Από την πλευρά του ο Ομπάμα βρίσκεται ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Από τη μία βρίσκεται η πλειονότητα των αμερικανών πολιτών που δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι την εμπλοκή σε ένα ακόμη πολεμικό μέτωπο. Από την άλλη, έχει να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη κλίκα των «γερακιών» -όπως ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ και σύμβουλος του Τζ. Μπους, Τζον Μπόλτον, ο οποίος είπε: «Δεν δεχόμαστε ο πρόεδρος των ΗΠΑ να είναι αδύναμος και αναποφάσιστος».
Πηγή «Ημερησία»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.