ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. 18, 23-35
Εκ του ιστολογίου της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας Κύπρου
Χρίστου Θεοδώρου, Θεολόγου
Πρωτότυπο Κείμενο
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην˙ Ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, ος ηθέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού. Αρξαμένου δε αυτού συναίρειν προσηνέχθη αυτώ εις οφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μη έχοντος δε αυτού αποδούναι εκέλευσεν αυτόν ο κύριος αυτού πραθήναι και την γυναίκα αυτού και τα τέκνα και πάντα όσα είχε, και αποδοθήναι. Πεσών ούν ο δούλος προσεκύνει αυτώ λέγων˙ Κύριε, μακροθύμησον επ’ εμοί και πάντα σοι αποδώσω. Σπλαγχνισθείς δε ο κύριος του δούλου εκείνου απέλυσεν αυτόν και το δάνειον αφήκεν αυτώ. Εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού, ος ώφειλεν αυτώ εκατόν δηνάρια, και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων˙ απόδος μοι ει τι οφείλεις. Πέσων ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων˙ Μακροθύμησον επ’ εμοί και αποδώσω σοι. Ο δε ουκ ήθελεν, αλλά απελθών έβαλεν αυτόν εις φυλακήν εως ου αποδώ το οφειλόμενον. Ιδόντες δε οι σύνδουλοι αυτού τα γενόμενα ελυπήθησαν σφόδρα, και ελθόντες διεσάφησαν τω κυρίω εαυτών πάντα τα γνόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ˙ Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφηκά σοι, επεί παρεκαλεσάς με˙ ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ηλεήσα; Και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοίς βασανισταίς έως ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ. Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του.» Μόλις άρχισε να κάνει τον λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριος του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό απο την πώληση. Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω ολα τα χρέη μου πίσω». Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κυρίος του εκείνον τον δούλο και τον άφησε να φύγει˙ του χάρισε μάλιστα και το χρέος. Βγαίνοντας εξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν απο τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό δηνάρια˙ τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω». Εκείνος όμως δεν δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει οτι του χρωστούσε. Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους ολα όσα έγιναν. Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει:«κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες˙ δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως κι εγω σπλαχνίστηκα εσένα;». Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. «Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δεν συγχωρεί τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».
Σχολιασμός
Πραγματικά διαβάζοντας κανείς την παρούσα παραβολή του Κυρίου μας αμέσως κορυφώνονται μέσα στην ψυχή του αισθήματα συγκίνησης και θαυμασμού για την μεγαλοκαρδία και καλοσύνη που είχε δείξει ο βασιλέας για τον δούλο του. Αντίθετα παρατηρεί κανείς την αχάριστη και σκληρή στάση του πονηρού δούλου προς τον βασιλιά αλλά και στον συνδούλο του. Ο Απόστολος Πέτρος ακούοντας τον Κύριο μας να τονίζει ότι μια από τις προϋποθέσεις συγχώρησης των αμαρτιών των ανθρώπων είναι να συγχωρούμε αυτούς που μας έχουν αδικήσει έθεσε το εξής ερώτημα: Ένας ο οποίος μας έχει βλάψει πόσες φορές πρέπει να τον συγχωρούμε; Η απάντηση του Κυρίου μας στο ερώτημα αυτό ήταν η παραστατικότατη παραβολή του ευσπλαχνικού βασιλέως και του άσπλαχνου δούλου.
Ένας βασιλιάς απαίτησε κάποτε να του δώσουν αναφορά οι στενοί του συνεργάτες για το έργο που επιτελούν αλλά και για τα ποσά που προέκυπταν από τις εισπράξεις των φόρων. Υπήρχε όμως ένας δούλος ο οποίος αντί να πληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τον βασιλιά αυτός ξόδευε τα χρήματα σαν να ήταν δικά του με αποτέλεσμα να βρεθεί με τεράστιο χρέος και να αδυνατεί να πληρώσει τα χρωστούμενα. Όταν ήρθε η ώρα της κρίσεως του ομολόγησε στον βασιλιά τις απαράδεχτες οικονομικές ατασθαλίες του και αφού υπήρχε αδυναμία εξόφλησης βγήκε διαταγή πώλησης όλων των υπαρχόντων του δούλου αλλά και της οικογένειας του ως σκλάβοι για να πληρωθεί το χρέος. Τότε ο δούλος γονυπετής και μεταμελημένος παρακάλεσε για συγχώρηση. Ο βασιλιάς συγκινημένος, καλόκαρδος σαν ήταν συγχώρεσε τον δούλο διαγράφοντας του μάλιστα και το τεράστιο χρέος του.
Όμως ο δούλος ενθουσιασμένος από την αίσια κατάληξη που είχε η βασιλική κρίση για το άτομο του, προχώρησε σε μια ενέργεια η οποία φανέρωσε την επιφανειακή μεταμέλεια, καθώς και την αχαριστία του σε όλη της το μεγαλείο. Βγαίνοντας έξωθεν των βασιλικών ανακτόρων συνάντησε ένα άλλο δούλο ο οποίος του χρωστούσε το πολύ μηδαμινό ποσό των 100 δηναρίων και με μια απάνθρωπη σκληρότητα τον παγίδευσε μην τύχει και του ξεφύγει απαιτώντας από αυτόν να του επιστρέφει τα 100 δηνάρια. Η αδυναμία εξόφλησης οδήγησε στην καταγγελία του συνδούλου και στην άμεση φυλάκιση του. Μερικοί οι οποίοι προηγουμένως παρευρίσκονταν εντός της βασιλικής αίθουσας την ώρα της κρίσεως είχαν αρκετά λυπηθεί με την σκληρή συμπεριφορά του δούλου την οποία και μετέφεραν με όλα τα τεκταινόμενα στον βασιλιά. Οργισμένος ο βασιλιάς κάλεσε τον δούλο και αφού του τόνισε πόσο αχάριστος και πονηρός είναι διέταξε να τον βασανίσουν μέχρι να εξοφλήσει τα χρωστούμενα.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο άνθρωπος αρέσκετε στην κατάκτηση του υλικού πλούτου γι’ αυτό και παραμερίζει το καθετί που αφορά την σωτηρία της ψυχή του, αποφεύγοντας οποιαδήποτε προσπάθεια να κερδίσει τους θησαυρούς του ουρανού. Μνησικακεί εναντίον εκείνου που τον αδίκησε παρόλο που ο Θεός προλέγει ότι δεν θα δώσει άφεση αμαρτιών σε εκείνους που μνησικακούν. Η μνησικακία δημιουργεί ταραχή και ανασφάλεια στην ψυχή του ανθρώπου. Τα κυρίαρχα αισθήματα του μνησίκακου είναι η θλίψη , η στεναχώρια, η πικρία, η οργή . Έχει κατά νου το αδίκημα που διέπραξε ο άλλος εις βάρος του και το ψάχνει, του δίνει μεγάλη έκταση , το ερευνά. Ενοχλείται αμέσως όταν γίνει αναφορά στον θεωρούμενο ως εχθρό του συνοδεύοντας αυτό το ξέσπασμα με ύβρεις και συκοφαντίες.
άνθρωπος που βρίσκεται όμηρος της μνησικακίας καταφέρνει την απομάκρυνση του από το Θεό, από την προσευχή, την μελέτη οποιουδήποτε θρησκευτικού βιβλίου. Εγκλωβισμένος μέσα στα πάθη του δεν μπορεί να προσεγγίζει με αγνότητα και καθαρότητα τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Είναι λογικό κάποιος όταν βρίσκεται κάτω από την πολιορκία της μνησικακίας να αναζητεί τρόπους εκδίκησης, αντιποίνων και να παίρνει έτσι μεγαλύτερες διατάσεις το κακό. Βέβαια η στάση αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις για τον ίδιο αφού με βάση τα λόγια του Κυρίου μας ένα είναι το σίγουρο, ότι δεν μπορεί να ελπίζει στην συγχώρηση των αμαρτιών του από τον ουράνιο πατέρα.
Υπάρχει όμως από την άλλη ο μεγαλόκαρδος που συγχωρεί αυτούς που τον έχουν αδικήσει. Βλέπει με συγκατάβαση και κατανόηση το φταίξιμο του αδελφού του. Μετράει, ζυγίζει, και επεξεργάζεται με νηφαλιότητα κάτω υπό ποιες περιστάσεις αδικήθηκε δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στην ανθρώπινη αδυναμία. Ο μεγαλόκαρδος χαρακτηρίζεται από πραότητα, γαλήνη, και χαρά. Συνταυτίζεται τότε με τον εσταυρωμένο Κύριο μας ο οποίος αν και έπασχε πάνω στο σταυρό, ζητούσε από τον ουράνιο πατέρα να συγχωρέσει τους σταυρωτές του, τον πρωτομάρτυρα Στέφανο που ενώ το σώμα του δεχόταν βροχή τις πέτρες παρακαλούσε τον Θεό λέγοντας «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην».
Στην παρούσα ζωή ο μεγαλόκαρδος είναι ειρηνικός και χαρούμενος, βρίσκεται υπό την σκέπη και προστασία του Θεού, στην μέλλουσα ζωή θα αποκτήσει την θέωση ,θα γίνει θεός κατά χάριν, όμοιος ως προς την δόξα και την μακαριότητα με τον Χριστόν. Προτιμότερη λοιπόν η αμνησικακία παρά η μνησικακία, η συγχωρητικότητα παρά η σκληρότητα, η μακροθυμία από τη εκδικητικότητα.
Η συμπεριφορά του αγνώμονα δούλου θεωρείται καταδικαστέα και μάλιστα ελεεινή. Δεν υπάρχει κάτι ελαφρυντικό γι’αυτόν. Ας προσέξουμε όμως μήπως και εμείς καμιά φορά πολύ ή λίγο διαπράττουμε το θανάσιμο αμάρτημα εκείνου, ενώ ζητούμε συγχώρηση των αμαρτιών μας, εμείς δεν συγχωρούμε τους άλλους, αναζητώντας μάλιστα και ευκαιρία εκδικήσεως. Έτσι όμως σκεπτόμενοι και φερόμενοι μόνο τον εαυτό μας βλάπτουμε διότι ούτε και εμείς θα πάρουμε συγχώρηση από τον Θεό. Ας ακολουθήσουμε το δρόμο της αμνησικακίας και τότε θα βρούμε έλεος και συγχώρηση από το Θεό, τότε δεν θα υπάρχει κανένας φόβος όταν ακούσουμε το «Δούλε πονηρέ, πάσαν την……….. ως και εγώ σε ηλεήσα;». ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΥΠΟ ΤΟΥ Π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗ
εκ του προσωπικού του ιστολογίου
῾Δούλε πονηρέ… ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ηλέησα;᾽
α. Μία πολύ γνωστή παραβολή του Κυρίου, αυτήν του πονηρού δούλου, μας περιγράφει το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Πρόκειται για έναν βασιλιά, που θέλησε να αποδώσουν λόγο σ᾽αυτόν οι δούλοι του. Κι ενώ ένας δούλος διαπιστώθηκε ότι ήταν οφειλέτης πολλών χρημάτων, τα οποία αδυνατούσε να τα πληρώσει, με κίνδυνο να φυλακιστεί αυτός και η οικογένειά του, τελικώς του χαρίστηκε το χρέος, γιατί τον σπλαγχνίστηκε ο Κύριός του από τα παρακάλια του. Δεν έκανε το ίδιο όμως εκείνος σ᾽ έναν σύνδουλό του, ο οποίος του χρωστούσε ένα μηδαμινό ποσό, οπότε και τον έκλεισε στη φυλακή. Η δικαιοσύνη αποκαταστάθηκε, όταν ο Κύριος έμαθε τι είχε συμβεί, και οργισμένος διέταξε τον εγκλεισμό του πονηρού δούλου στη φυλακή. Ο Κύριος εξήγησε την παραβολή: το ίδιο θα πάθει οποιοσδήποτε, την ώρα της κρίσεως, από τον Θεό, αν δεν συγχωρήσει από την καρδιά του τα παραπτώματα των συνανθρώπων του.
β. 1. Πρόκειται καταρχάς για παραβολή που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για την κατανόησή της. Διότι υπάρχουν και παραβολές του Κυρίου, τις οποίες είπε προς συσκότιση, προκειμένου να φανερωθεί η ιδιαίτερη διάθεση του ανθρώπου να ερωτήσει και να μάθει, όπως π.χ. η παραβολή του καλού σπορέως. Χρειάστηκε να ερωτήσουν στο τέλος της παραβολής οι μαθητές τον Κύριο, για να μάθουν τη σημασία της, διότι αρχικά δεν κατάλαβαν τίποτε. Εν προκειμένω λοιπόν έχουμε μία παραβολή πολύ ῾καθαρή᾽, που με την ευθυβολία της δεν αφήνει περιθώρια παρεξήγησής της, πολλώ μάλλον που ο ίδιος ο Κύριος δίνει το δίδαγμά της: χωρίς έλεος και συγχωρητικότητα προς τον συνάνθρωπο, ο άνθρωπος το μόνο που θα συναντήσει από τον Θεό, θα είναι η οργή Του.
2. Ο Κύριος την έλλειψη ελέους και συγχωρητικότητας προς τον συνάνθρωπο την ταυτίζει με την πονηρία. ῾Δούλε πονηρέ᾽, λέει. Η πονηρία δηλαδή είναι η ψυχική κατάσταση, κατά την οποία ο άνθρωπος αδιαφορεί για τις όποιες ανάγκες του συνανθρώπου του, μικρές ή μεγάλες, και το μόνο που έχει προ οφθαλμών είναι το ατομικό του συμφέρον. Έτσι η πονηρία αποτελεί σύμπτωμα του εγωισμού, κι επειδή ελλείπει από αυτόν εντελώς το στοιχείο της αγάπης – ό,τι συνιστά τον τρόπο υπάρξεως του Θεού – ισοδυναμεί με την ίδια τη δαιμονικότητα. Μη λησμονούμε ότι πονηρός κατεξοχήν ονομάζεται ο διάβολος.
3. Ο Κύριος λοιπόν μας αποκαλύπτει τον πιο εύκολο και άμεσο δρόμο, προκειμένου οι άνθρωποι να τύχουμε του ελέους του Θεού, να απαλειφθούν οι όποιες αμαρτίες μας, να έχουμε καλή σχέση μαζί Του. Κι αυτός δεν είναι άλλος από το να είμαστε εύσπλαγχνοι και ελεήμονες απέναντι στον συνάνθρωπό μας. Με άλλα λόγια, η σχέση μας με τον Θεό εξαρτάται από τη σχέση μας με τον συνάνθρωπό μας. Είναι τόσο καίρια και βασική η αλήθεια αυτή, ώστε ο Κύριος την ετόνιζε ποικιλόμορφα, και ως σαφή διδασκαλία και ως παραβολή. Για παράδειγμα, ο τονισμός της αγάπης, καρπός της οποίας είναι το έλεος και η συγχώρηση, ως της πρώτης και αποκλειστικής σχεδόν εντολής του Κυρίου, ή η άλλη γνωστή παραβολή της κρίσεως, ιδίως αυτή, κατά την οποία η στάση μας προς τον συνάνθρωπο συνιστά στάση μας απέναντι στον ίδιο τον Κύριο, τι άλλο τονίζει παρά ακριβώς τη σημασία της σημερινής παραβολής; Κι όλη η αποστολική διδασκαλία στη συνέχεια εκεί τελικώς συγκεφαλαιώνεται: ῾πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω᾽ (απ. Παύλος), διότι ῾η κρίσις ανίλεώς εστι τω μή ποιήσαντι έλεος᾽( απ. Ιάκωβος). Κατά συνέπεια, δεν είναι υπερβολή αυτό που οι άγιοι αββάδες του Γεροντικού σημείωναν με επιμονή: ῾Από τον πλησίον εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος. Αν κερδίσουμε τον αδελφό, τον Θεό κερδίζουμε᾽.
4. Τι είναι εκείνο που αιτιολογεί την εξάρτηση της σωτηρίας μας – τη σχέση με τον Θεό – από τον συνάνθρωπό μας; Γιατί υπάρχει το εκφρασμένο θέλημα του Θεού για την καλή σχέση μας με τον άλλον; Η απάντηση είναι σαφής: ῾Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ᾽. Δεν μπορώ να είμαι με τον Θεό, που είναι αγάπη, αν δεν βρίσκομαι στην πορεία της αγάπης. Μία διαφορετική επιλογή, μία έχθρα ας πούμε, ένα μίσος, μία πικρία που επιμένει, δημιουργεί ένα τέτοιο κλίμα στην καρδιά, που αυτομάτως φυγαδεύει το Πνεύμα του Θεού από αυτήν. Όπως είναι αδύνατον να συντονίσει κανείς το ραδιόφωνό του μ᾽ έναν σταθμό, σε άλλο μήκος κύματος από αυτό που εκπέμπει ο σταθμός, κατά τον ίδιο τρόπο είναι αδύνατο να συντονιστεί κανείς με τον Θεό, έξω από εκεί που ῾εκπέμπει᾽ πάντοτε: στην αγάπη. Πρέπει συνεπώς να βρίσκομαι σε αναλογία ζωής με τον Θεό, για να Τον έχω στη ζωή μου. Διότι το ζητούμενο βεβαίως – και αυτό αποτελεί το σκοπό του ανθρώπου – είναι να είμαι με τον Θεό. Κι αυτό που θεμελιώνει την πραγματικότητα αυτή είναι η δημιουργία του ανθρώπου ῾κατ᾽ εικόνα και καθ᾽ ομοίωσιν Θεού᾽. Έτσι λοιπόν, φτιαγμένος ο άνθρωπος από τον Θεό, για να ζει τον Θεό και να κατατείνει σε Αυτόν, χρειάζεται να συντονίζεται με ό,τι συνιστά τρόπο ζωής του Θεού. Και αυτός ο τρόπος δεν είναι άλλος, όπως είπαμε, από την αγάπη.
5. Στην παραβολή του πονηρού δούλου, η αγάπη του Θεού, ταυτοποιημένη στο πρόσωπο του Κυρίου της παραβολής, παίρνει συγκεκριμένο περιεχόμενο: ο Θεός μάς αγαπά και μάς ελεεί, παραβλέποντας τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας και μη λαμβάνοντας υπόψη Του τις όποιες οφειλές μας. Με την προϋπόθεση ότι και εμείς θέλουμε την αγάπη Του αυτή, καθώς φανερώνεται από την παράκλησή μας για κάτι τέτοιο: ῾Πάσαν την οφειλήν αφήκά σοι, επεί παρεκάλεσάς με᾽. Κι εδώ ίσως υπονοείται το όλο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία μας, μέσα από τη σταυρική θυσία του Υιού Του. Με άλλα λόγια, στο έλεος του Θεού έχουμε την υπέρβαση της απλής έννοιας της δικαιοσύνης και τη φανέρωση αυτής στα αληθινά, του Θεού, πλαίσια: ο Χριστός μάς ελεεί, γιατί σηκώνει τις δικές μας αμαρτίες και μάς προσφέρει πλούσια την αγάπη Του. Από την άποψη αυτή, το ζητούμενο και από εμάς έλεος προς τους συνανθρώπους μας, η αγάπη που εντέλλεται ο Θεός στη σχέση μας με τον άλλον, δεν τελειώνει μ᾽ ένα απλό συγγνώμη και μ᾽ ένα ῾συγχώρησέ με᾽. Αγαπάμε τον άλλον, τον ελεούμε, όταν κι εμείς είμαστε έτοιμοι να σηκώσουμε αντί για εκείνον το δικό του βάρος, να θυσιάσουμε κάτι – αν όχι όλον – από τον εαυτό μας για τη σωτηρία του. Και τονίζουμε αυτό το όριο της αγάπης και του ελέους, γιατί ο ίδιος ο Κύριος θέτει το δικό Του μέτρο ως μέτρο στάσης μας προς τους άλλους: ῾ως και εγώ σε ηλέησα᾽. Το μέτρο μας για τους άλλους μάς το δίνει ο ίδιος ο Θεός.
γ. Εύκολο; Συγκλονιστικά δύσκολο. Θα έλεγε κανείς ακατόρθωτο. Γίνεται όμως κατορθωτό και εύκολο, μόνον μέ τη χάρη του Θεού. Κι αυτό σημειώνεται, από μία άποψη, στην παραβολή: μόνον ένας ῾ηλεημένος Κυρίου᾽, άρα ευρισκόμενος μέσα στη χάρη του Θεού, μπορεί αντιστοίχως και να ελεήσει, κατά τα μέτρα του Θεού, τον συνάνθρωπό του. Κι αυτό βεβαίως σημαίνει ένταξη στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Αν δεν είσαι μέλος Χριστού και οι δυνάμεις Εκείνου δεν επενεργούν μέσα σου, είναι των αδυνάτων αδύνατον να συγχωρήσεις τον άλλον για τα σφάλματά του απέναντί σου, πολύ περισσότερο να σηκώσεις εσύ το δικό του βάρος αμαρτιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.