Της Judy Dempsey
Είναι καιρός η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναστείλει την Συμφωνία Σενγκεν. Το να διατηρείται ο μύθος ότι ο διακανονισμός της ΕΕ για ταξίδια χωρίς διαβατήρια, συνεχίζει να λειτουργεί, ισούνται με άρνηση. Διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη επιβάλει εκ νέου ελέγχους στα σύνορα για να καταστείλουν ή να περιορίσουν την ροή προσφύγων και μεταναστών. Το Βέλγιο έγινε ένα πρόσφατο παράδειγμα όταν εισήγαγε ελέγχους στα σύνορά του με την Γαλλία στις 23 Φεβρουαρίου.
Και επειδή η Ελλάδα είναι τώρα επιβαρυμένη με το να πρέπει να αντιμετωπίσει τις χιλιάδες των προσφύγων που φθάνουν στις ακτές της από την Τουρκία, υπήρξε μια πρόταση στις Βρυξέλλες η Ελλάδα να ανασταλεί από την Σένγκεν –λες και αυτό θα έλυνε την προσφυγική κρίση. Αυτή η πρόταση, που ευτυχώς μπήκε στο ράφι, απέδειξε πώς το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ, το οποίο εκπροσωπεί τα κράτη-μέλη, προσπαθούσε για άλλη μία φορά να συνεχίσει το παιχνίδι ευθυνών. Πρέπει να σταματήσουν και τα δύο.
Συλλογικά, τα κράτη-μέλη της ΕΕ μοιράζονται την ευθύνη για αυτό το καταστροφικό χάος στο οποίο βρίσκονται. Ναι, πολλά από αυτά, ιδιαίτερα οι χώρες του Βίζεγκραντ, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Σλοβακίας, έσπευσαν να κουνήσουν το δάχτυλο στη Γερμανία, αφήνοντας ακόμη να εννοηθεί ότι η Καγκελάριος Angela Merkel είναι υπεύθυνη για αυτή την κρίση. Αλλά αυτές οι κατηγορίες είναι ανειλικρινείς. Είναι τα κράτη-μέλη που έχουν αποτύχει με την Σένγκεν.
Και αυτό διότι η Σένγκεν αφορά πολλά περισσότερα από μια Ευρώπη χωρίς συνοριακούς ελέγχους, κάτι που έχει υπάρξει ωφέλιμο για την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων, της εργασίας και των αγαθών.
Αφορά επίσης την συλλογή πληροφοριών και τον καταμερισμό. Το Σύστημα Πληροφόρησης Σένγκεν υποτίθεται ότι θα "επιτρέψει τον έλεγχο των εθνικών συνόρων και δίνει την άδεια στις δικαστικές αρχές να λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με πρόσωπα ή αντικείμενα". Αυτό αποδείχθηκε αναποτελεσματικό πριν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι το Νοέμβριο του 2015. Είναι γνωστό στις Βρυξέλλες και τα κράτη-μέλη ότι το σύστημα της Σένγκεν υποαποδίδει. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν είναι ένα αυτόματο αντανακλαστικό για τις περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ.
Η Σένγκεν συνδέεται επίσης με την προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Χωρίς αυτή, το σύνολο των λόγων ύπαρξης της Σένγκεν, συμπεριλαμβανομένης και της ασφάλειας των Ευρωπαίων πολιτών, θα υπονομευόταν. Το 2004, μετά από αρκετά χρόνια παζαριών, τα κράτη-μέλη συμφώνησαν στη δημιουργία της γραφειοκρατικής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας για την Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών-Μελών της ΕΕ.
Η υπηρεσία, τώρα γνωστή ως Frontex, είχε εντολή να "παράσχει στην Κομισιόν και στα κράτη-μέλη την απαραίτητα τεχνική στήριξη και εξειδίκευση στη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων και την προαγωγή της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών". Αυτή η αλληλεγγύη δεν πήγε μακριά από την προσφυγική κρίση και μετά, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά από το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης στα τέλη του 2010.
Μεμονωμένες χώρες σταθερά εμποδίζουν την ικανότητα της Frontex να γίνει μια πραγματική υπηρεσία της ΕΕ για την προστασία των εξωτερικών συνόρων της ένωσης. Όπως δηλώνει η εντολή της υπηρεσίας, "η ευθύνη για τον έλεγχο και την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων βρίσκεται στα κράτη-μέλη". Η Γερμανία, η Αυστρία και κάποιες άλλες χώρες της ΕΕ έχουν αρνηθεί να δώσουν στην Frontex την στήριξη που χρειάζεται. Η υπηρεσία έχει ένα χαμηλό budget και λαμβάνει ιδιαίτερα χαμηλές συνεισφορές από αξιωματούχους, που θα της έδιναν αξιοπιστία και διαφάνεια.
Η Σένγκεν είχε επίσης στόχο το να οδηγήσει την ΕΕ στην σφυρηλάτηση μιας ενιαίας πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης. Ο λεγόμενος κανονισμός του Δουβλίνου ορίζει ότι η πρώτη χώρα της ΕΕ στην οποία φθάνει ένας που αιτείται ασύλου, είναι υπεύθυνη για να καταγράψει το αίτημα για άσυλο αυτού του ανθρώπου. Αυτό δεν συνέβη στην Ιταλία. Και οι συνθήκες στην Ελλάδα για τους μετανάστες ήταν τόσο άσχημες που η Γερμανία αρνήθηκε να στείλει ανθρώπους πίσω στην χώρα. Το συμβούλιο υπουργών της ΕΕ και η Κομισιόν γνώριζαν ότι η Συνθήκη του Δουβλίνου δεν λειτουργεί. Αλλά κανένας θεσμός δεν ενήργησε, ακόμη κι όταν η προσφυγική κρίση διογκώθηκε.
Η ρύθμιση του Δουβλίνου ήταν ελαττωματική διότι πολλά κράτη-μέλη δεν είχαν σε ισχύ ένα αποτελεσματικό σύστημα για την καταγραφή μεταναστών και αιτούντων ασύλου. Η Γερμανία είναι μια περίπτωση. Στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Τυνησία, στο Μαρόκο και στην Αλγερία από τις 28 Φεβρουαρίου μέχρι την 1η Μαρτίου, ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας, Thomas de Maiziere ενημέρωσε τους ομολόγους του για τον επαναπατρισμό χιλιάδων πολιτών τους. Οι συνομιλητές του απάντησαν ότι ο επαναπατρισμός ήταν οκ-εάν οι άνθρωποι είναι έγγραφα ταυτότητας. Οι περισσότεροι δεν είχαν κανένα. Τα κατέστρεψαν, όπως εξήγησαν οι γερμανικές δικαστικές και αστυνομικές αρχές. Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία δεν είχε ένα λειτουργικό σύστημα καταχώρησης, ακόμη και πριν από την τεράστια εισροή των προσφύγων.
Αυτή η δυσλειτουργία είναι καταστροφική για διάφορους λόγους. Πρώτον, δημιουργεί ένα ζήτημα ασφάλειας. Οι ευρωπαϊκές αρχές δεν γνωρίζουν το background των ατόμων που φθάνουν στις ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό είναι το πιο σημαντικό δεδομένων των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων και απειλών. Λίγα μπορούν να μοιραστούν μέσω του Συστήματος Πληροφοριών της Σένγκεν.
Δεύτερον, οι ευρωσκεπτικιστές, οι λαϊκιστές και οι ξενοφοβικοί, μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτά τα ελαττώματα για να προωθήσουν τους δικούς τους σκοπούς. Τρίτον, η αποδυνάμωση των όρων της Σένγκεν μπορεί να ωφελήσει αυτούς που θέλουν να διαπράξουν τρομοκρατικές πράξεις. Και τέταρτον, οι ελλείψεις του συστήματος πλήττουν αυτούς που θέλουν στα αλήθεια καταφύγιο.
Όλες αυτές οι αποτυχίες –χαμηλή ανταλλαγή πληροφοριών, ανεπαρκείς έλεγχοι των εξωτερικών συνόρων, και έλλειψη μιας κατάλληλης πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης από την πλευρά της ΕΕ- έχουν υπονομεύσει την Σένγκεν. Έχει γίνει free for all.
Για να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις ελλείψεις, η συμφωνία της σένγκεν θα πρέπει να ανασταλεί για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα. Οι μικρές επιχειρήσεις, η βιομηχανία, οι οδηγοί φορτηγών και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες, θα παραπονεθούν όλοι. Και έτσι θα έπρεπε. Η ταλαιπωρία και το οικονομικό κόστος θα είναι υψηλά. Αλλά αυτό μπορεί τελικά να ταρακουνήσει το μυαλό των κυβερνήσεων της ΕΕ. Η αναστολή της Σένγκεν θα πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτή την περίοδο για να αντιμετωπίσει αυτές τις αβυσσαλέες αποτυχίες του συστήματος και την αβυσσαλέα αποτυχία της ΕΕ να αντιμετωπίσει την κρίση των προσφύγων.
Η άρνηση των κυβερνήσεων της ΕΕ να συνεννοηθεί σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, είναι απολύτως σύμφωνη με την αδυναμία τους να κατανοήσουν την αναγκαιότητα κοινής πολιτικής στην ασφάλεια, στην άμυνα και στην εξωτερική πολιτική. Για αυτό η ΕΕ δεν έχει έναν στρατηγικό πολιτισμό, αλληλεγγύη και πολιτική βούληση. Εάν οι τρομοκρατικές επιθέσεις ή η προσφυγική κρίση δεν το αλλάξουν αυτό, τι θα το αλλάξει;
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/?fa=62954