Είναι μία επέτειος που δεν τη θυμάται κανείς: συμπληρώνονται σήμερα 200 χρόνια από τη γέννηση του κορυφαίου αριστοκράτη ρώσου αναρχικού φιλοσόφου Μιχαήλ Μπακούνιν, που γεννήθηκε το 1814 και μέχρι το θάνατό του στην Ελβετία το 1876 έγινε θρύλος για όσα έκανε και για όσα έγραψε, σε μια ζωή βγαλμένη μέσα από τους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι, χωρίς άλλο όριο και στόχο παρά εκείνο της απόλυτης ελευθερίας απέναντι σε κάθε εξουσία, ιδίως του κράτους πάνω στον άνθρωπο, ακόμα και ενός κράτους σοσιαλιστικού.
Η ζωή του, όπως και ο θάνατός του, υπήρξε ένα πραγματικό μυθιστόρημα: οι επαναστάσεις, οι συγκρούσεις, οι φυλακίσεις, οι αποδράσεις, ο γύρος του κόσμου μέσα από τον αρκτικό κύκλο από τη Σηβιρία μέχρι το Λονδίνου...
Διανοητής με σκέψη πρωτογενή και ριζοσπαστική και με βαθιές ρίζες στην ελληνική σκέψη και στον εγελιανισμό, πολλοί δεν γνωρίζουν ότι ο Μπακούνιν υπήρξε ο μεγάλος αντίπαλος του Κάρολου Μαρξ στις διεργασίες της Πρώτης Διεθνούς με αντικείμενο την κατεύθυνση που θα λάμβαναν τα κινήματα αμφισβήτησης της βαθειά αντιδημοκρατικής, οπιστοδρομικής Ευρώπης της εποχής.
Η σύγκρουση των δύο ήταν αμφίροπη στα πρώτα χρόνια – πολλοί ήταν εκείνοι που πίστευαν τότε ότι ο Μπακούνιν θα γινόταν ο κύριος ηγέτης του διεθνούς κινήματος. Και ήταν σύγκρουση χωρίς έλεος: ο Μπακούνιν κατηγορούσε τον Μαρξ ότι ήθελε να γερμανοποιήσει τους εργάτες και το κίνημά τους, ενώ, από την άλλη πλευρά, ο Μαρξ κατήγγειλλε ευθέως τον Μπακούνιν ως πράκτορα του Τσάρου! Η μεταξύ τους σύγκρουση ήταν ίσως σκληρότερη από εκείνη που είχαν με τις δυνάμεις που ήθελαν να αποκαθηλώσουν. Ο Μαρξ νίκησε και η μνήμη του Μπακούνιν έσβυσε.
Ο Μπακούνιν έζησε πλήθος επαναστάσεις στην Ευρώπη, σε ορισμένες εκ των οποίων πρωτοστάτησε. Στη Δρέσδη, πολέμησε στα χαρακώματα δίπλα στον Ριχάρδο Βάγκνερ – σύμφωνα με πολλούς ο Μπακούνιν είναι ο ήρωας που κρύβεται πίσω από τον Τανχόιζερ, το αριστούργημα του Βάγκνερ για την αιώνια αναζήτηση του απόλυτου.
Κι όταν οι συγκρούσεις καταλάγιασαν, ο Βάγκνερ κάλεσε τους συντρόφους του στην Οπερα της Δρέσδης: ακούσαμε τότε από τον μαέστρο μια μουσική για την οποία άξιζε να πεθάνει κανείς χίλιες φορές γράφει ο μέγας Ρώσος προφήτης της ανεκπλήρωτης ελευθερίας: ήταν η Ενάτη συμφωνία του Μπετόβεν.
Τα κειμενά του έμειναν, τα περισσότερα, ημιτελή. Ομως αυτό κάθε άλλο παρά περιορίζει τη σημασία τους. Στο έργο του Θεός και Κράτος ίσως το σημαντικότερο κείμενο αμφισβήτησης της εποχής του, ο Μπακούνιν πλησίασε στην ελευθερία περισσότερο από κάθε άλλον σύγχρονό του – και όχι μόνον – διανοητή.
Στην Εξομολόγηση, που γράφτηκε μέσα στις φυλακές της Σηβιρίας σε μία στιγμή που ο Μπακούνιν πίστευε ότι μάλλον θα πέθαινε από το σκορβούτο, αποκαλύπτονται συναρπαστικές, οραματικές όψεις του που σπάνε τις ευθείες γραμμές και τα κουτάκια σκέψης που γέννησε ο μαρξισμός και γέμισε με αυτά τον κόσμο: η πολυπλοκότητα και οι αντιφάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης βρίσκονται εδώ στο απόγειό τους, σε αντίθεση με την πεποίθηση που έχουν όσοι πισττεύουν ότι μπορούν να υποτάξουν την ιστορία σε κανόνες.
Ο Μπακούνιν, που ήταν πολύ περισσότερα από έναν άνθρωπο που έβαζε βόμβες όπως πολλοί ίσως σήμερα πιστεύουν, δεν έδρασε στην πατρίδα του, τη Ρωσία – κι αυτό λέει πολλά. Κυνηγήθηκε όμως από τις πιο μεγάλες αστυνομίες της Ευρώπης της εποχής του και τον έπισαν, ποιοι άλλοι, οι Πρώσοι.
Πέρασε πολύ καιρό στη Γερμανία και έδρασε πολύ στο έδαφός της, σε μία εποχή που, προσοχή, η Γερμανία δεν είχε ολοκληρωθεί ως η αυτοκρατορία του Μπίσμαρκ με την κυριαρχία στην Ευρώπη που γνώρισε από το 1871 και έπειτα. Πολύ περισσότερο, δεν είχε κάνει τους δύο παγκοσμίους πολέμους του 20ου αιώνα.
Χωρίς όλα αυτά να έχουν ακόμα συμβεί, ο Μπακούνιν έγραψε, όσο βρισκόταν στη Γενεύη, μία παράγραφο για τη Γερμανία που αξίζει να διαβάσει κανείς σήμερα, 200 χρόνια από τη γέννησή του, ως ένα δείγμα της μοναδικής του ικανότητας για την αντίληψη του βάθους των πραγμάτων. Γράφει, προφητικά επίκαιρός σήμερα όσο ποτέ, για την ουσία του γερμανικού φαινομένου που επανακάμπτει εκ νέου και οδηγεί, στις αρχές του 21ου αιώνα, την Ευρώπη ξανά σε τροχιά αποσύνθεσης:
...Στη Γερμανία όμως αναπνέεις την ατμόσφαιρα μιας τεράστιας πολιτικής και κοινωνικής σκλαβιάς, φιλοσοφικά ερμηνευμένης και αποδεκτής από ένα μεγάλο λαό μοιρολατρικά και ηθελημένα [...] Σε όλες τις διεθνείς της σχέσεις η Γερμανία, από τις απαρχές της κιόλας, αργά και συστηματικά έπαιζε πάντα το ρόλο του εισβολέα, του κατακτητή, πάντα πρόθυμη να επεκτείνει στο έδαφος των γειτόνων της τη δική της θεληματική υποδούλωση. Και από τότε που εδραιώθηκε οριστικά ως ενιαία δύναμη έγινε μια απειλή, ένας κίνδυνος, για την ελευθερία ολόκληρης της Ευρώπης. Η σημερινή Γερμανία δεν είναι τίποτε άλλο παρά υποδούλωση, θριαμβευτική και κτηνώδης...