Της Δήμητρας Καδδά
Οι ισχυρότατες και ομαδικές "ριπές" των κ.κ. Τσακαλώτου, Στουρνάρα, Ψαλιδόπουλου (εκπρόσωπος της Ελλάδας) προς το ΔΝΤ αποτυπώνονται στις συνοδευτικές επιστολές που δημοσίευσε το Ταμείο μαζί με τις εκθέσεις του για την Ελλάδα, που συζητήθηκαν χθες στην Ουάσιγκτον.
 
Ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ ανέφερε ότι "αποτυγχάνουν στο να αποδώσουν δικαιοσύνη", ενώ "πολλά από τα συμπεράσματα δεν είναι συνεπή" με τα οικονομικά στοιχεία. Κάνει λόγο για "παραπλανητική παρουσίαση" της μεταρρύθμισης προσπάθειας, για "οξύμωρη" θέση του ΔΝΤ, για "ανεπαρκείς ή παραπλανητικές ενδείξεις" στο μείγμα φόρων/δαπανών, ενώ αρνείται μείωση του αφορολόγητου.
Η θέση του ΔΝΤ εγείρει πολλά ερωτήματα, υποβαθμίζει την πρόοδο, έχει ενσωματώσει μόνο τα "κακά" σενάρια, ενώ "χάνει την ευκαιρία να είναι δίκαιο με την ιστορία" αναφέρει στην επιστολή του ο κεντρικός Τραπεζίτης Γ. Στουρνάρας. Κάνει λόγο για παραπλανητικές προβλέψεις για συνυπευθυνότητα σε καθυστερήσεις προηγούμενων αξιολογήσεων και διαψεύδει ότι υπάρχουν ανάγκες για νέα ανακεφαλαιοποίηση.
Έκκληση απευθύνει από την πλευρά του ο κ. Ψαλιδόπουλος προς το ΔΝΤ για "να μείνει δεσμευμένο ώστε να μην τεθούν σε κίνδυνο τα επιτεύγματα" και να γίνει εφικτή η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, λέγοντας χαρακτηριστικά για την κριτική του ΔΝΤ περί λαθών ότι "κανείς δεν είναι άμοιρος ευθύνης".
 
Οι εκθέσεις

 
Η έκθεση για την Ελλάδα που εγκρίθηκε από το ΔΣ του ΔΝΤ χτες εν μέσω πολλών διαφωνιών αλλά και με κοινή θέση ότι απαιτούνται παρεμβάσεις στο αφορολόγητο (διεύρυνση φορολογικής βάσης) και στις συντάξεις στο όνομα της αποκατάστασης αδικιών. Εκτιμά το χρέος ως εξαιρετικά μη βιώσιμο, τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 1,5% του ΑΕΠ και ζητά παρεμβάσεις στο χρέος.
Συνοδεύεται από παράρτημα βιωσιμότητας του χρέους (DSA), ενώ ξεχωριστή έκθεση υπολογίζει το 2ο μνημόνιο με το ΔΝΤ (MEFP). 
 
Ευκλείδης Τσακαλώτος: Οξύμωρη η θέση του ΔΝΤ
Αναλυτικά, ο ΥΠΟΙΚ αναφέρει ότι "η ελληνική οικονομία αυτή τη στιγμή κινείται από μια κατάσταση παρατεταμένης οικονομικής κρίσης σε μια κατάσταση σταθερή οικονομική ανάκαμψη". Στην συνοδευτική του επιστολή καταγράφει τα επιτεύγματα σε όρους υπεραπόδοσης των μέτρων και πορείας του ΑΕΠ. Στο πλαίσιο αυτό, η έκθεση του ΔΝΤ χαρακτηρίζεται "ευπρόσδεκτη".
"Ωστόσο, παρά τα στοιχεία και την ανάλυση που παρουσιάζεται, παρατηρούμε ότι η έκθεση αποτυγχάνει στο να είναι δίκαιη σε διάφορους τομείς, ενώ πολλά από τα συμπεράσματα δεν είναι συνεπή με τα πρόσφατα και καλά τεκμηριωμένα εμπειρικά στοιχεία" αναφέρει ο ΥΠΟΙΚ. Και παραθέτει επιχειρήματα για την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, την ενοποίηση των ταμείων κοινωνικής ασφάλισης, τις παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων και σε άλλα πεδία επιχειρώντας να αντικρούσει τις θέσεις του ΔΝΤ για επιβράδυνση της δυναμικής των μεταρρυθμίσεων.
Κάνει λόγο για "παραπλανητική παρουσίαση" της μεταρρύθμισης προσπάθειας με αποτέλεσμα και την χαμηλή Βιωσιμότητα Χρέους (DSA) αλλά και για "οξύμωρη" θέση μέσω της πίεσης για νέες μεταρρυθμίσεις που πλήττουν το ΑΕΠ και άρα την βιωσιμότητα του χρέους.
Αναφέρει ότι το 2016 το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι περί το 2% του ΑΕΠ και κάνει λόγο για "υπεραπαισιόδοξες παραδοχές" του ΔΝΤ που οδηγούν στη σύσταση να νομοθετήσει μέτρα.
Εξηγεί ότι το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2016 θέτει σε αμφισβήτηση τρία σημαντικά επιχειρήματα που διατυπώνονται στην έκθεση. Το πιο σημαντικό, είναι το επιχείρημα ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να διατηρήσει υψηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα πάνω από το 1,5% του ΑΕΠ "είναι σε αντίφαση με τις πρόσφατες εξελίξεις".
"Εξίσου σημαντικό, το χάσμα στο δημοσιονομικό πλεόνασμα που εκτιμά το ΔΝΤ και οι άλλοι θεσμοί και θα πρέπει να μειωθεί, υπό το φως των πιο πρόσφατων στοιχείων" αναφέρει ο ΥΠΟΙΚ.
Θεωρεί επίσης ότι "τα αποτελέσματα της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους είναι αμφίβολα", καθώς δεν βασίζονται ούτε στην δημοσιονομική απόδοση, ούτε σε άλλα πρόσφατα στοιχεία.
Μιλά για "ανεπαρκείς ή παραπλανητικές ενδείξεις" που παρουσιάζονται σχετικά με τον αντίκτυπο του τρέχοντος μίγματος πολιτικής. Για την διεύρυνση της φορολογικής βάσης θεωρεί ότι η μέθοδος είναι "η αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και όχι η μείωση της έκπτωσης φόρου" (αφορολόγητο). Και αντικρούει το επιχείρημα του ΔΝΤ λέγοντας ότι τα στοιχεία που λαμβάνει υπόψη είναι διαφορετικά (φορολογικές δηλώσεις στην Ελλάδα με τα στοιχεία της έρευνας οικογενειακού προϋπολογισμού από άλλες χώρες).
Στις συντάξεις, αναφέρει ο ΥΠΟΙΚ ότι το ΔΝΤ δεν περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της πρόσφατης μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος και την εξυγίανση των συνταξιοδοτικών ταμείων, αλλά και την μεγάλη μείωση του ΑΕΠ.
Για τα αποτελέσματα της βιωσιμότητας του χρέους (DSA) αναφέρει ο κ. Τσακαλώτος ότι "βασίζονται σε υπερβολικά απαισιόδοξες υποθέσεις" για το ΑΕΠ (1-1,25%), για τον πληθωρισμό τα πλεονάσματα κλπ, λέγοντας ότι όλα αυτά συμβάλλουν στα "εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα για τη βιωσιμότητα του χρέους".
Συνολικά, αναφέρει ότι "οι συστάσεις της έκθεσης και οι παραδοχές στην ανάλυση DSA δεν είναι σύμφωνες με την πιο πρόσφατη, τεκμηριωμένη και ρεαλιστική ανάλυση της ελληνικής οικονομίας".
 
Στουρνάρας: Παραπλανητικές εκτιμήσεις, ευθύνη ΔΝΤ για καθυστερήσεις, ανεξήγητη στάση
 
"Διαφωνούμε με ορισμένες από τις διαπιστώσεις της σχετικά με την προσαρμογή των διαφόρων συνιστωσών της συνολικής ζήτησης, όπως οι εξαγωγές, καθώς και της προσφοράς, όπως η μετατόπιση των πόρων από μη εμπορεύσιμους σε εμπορεύσιμους τομείς" αναφέρει ο Διοικητής. Επιπλέον, επισημαίνει ότι "η έκθεση υποβαθμίζει την πρόοδο στον οικονομικό τομέα και είναι υπερβολικά απαισιόδοξη σχετικά με τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβολές της, καθώς και σχετικά με τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω ανάγκης των τραπεζών για ανακεφαλαιοποίηση" (σ.σ. η έκθεση βιωσιμότητας χρέους του Ταμείου κάνει λόγο για μαξιλάρι 10 δις ευρώ έναντι πιθανών μελλοντικών αναγκών).
Δέχεται την εκτίμηση του ΥΠΟΙΚ για πρωτογενές πλεόνασμα το 2016 που είναι πιθανό να φθάσει το 2% του ΑΕΠ, (έναντι στόχου 0,5% του ΑΕΠ) και λέει ότι "οι δημοσιονομικές προβλέψεις του Ταμείου εγείρουν πολλά ερωτήματα".
Ομοίως, θεωρεί "ανεξήγητη" την κατά 0,25% χαμηλότερη μακροπρόθεσμη πρόβλεψη για το ΑΕΠ σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση.
"Σε ότι αφορά τις τράπεζες, το Ταμείο θεωρεί ότι θα χρειαστεί ένα επιπλέον 10 δις € ρυθμιστικού κεφαλαίου χωρίς να εξηγήσει γιατί συμβαίνει αυτό" αναφέρει ο Κεντρικός Τραπεζίτης. Και επισημαίνει ότι θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με την εκτίμηση των εποπτικών αρχών (ΕΚΤ, SSM, Τράπεζα της Ελλάδα), η σημερινός δείκτης CET1 είναι 18% αλλά και ότι θα βελτιωθεί με την επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. "Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι μακροχρόνιες προβλέψεις του Ταμείου φαίνεται να έχουν ενσωματώσει μόνο σημαντικά καθοδικά ρίσκα αντί να είναι ένα βασικό σενάριο αναφοράς" αναφέρει ο κ. Στουρνάρας.
Για την εκ των υστέρων αξιολόγηση του 2ου μνημονίου, ο κ Στουρνάρας αναφέρει ότι περιέχει πολύ χρήσιμες πληροφορίες, χρήσιμα συμπεράσματα και διδάγματα για το μέλλον, αλλά "στην παρούσα μορφή του, χάνει την ευκαιρία να είναι δίκαιη με την ιστορία, δεδομένου ότι επικρίνει όλους τους άλλους εκτός από το ΔΝΤ".
Εξηγεί ότι όταν ήταν ΥΠΟΙΚ (μεταξύ του Ιουλίου του 2012 και Ιουνίου 2014) "μπορώ να επιβεβαιώσω ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το ΔΝΤ πίεσε για όλο και περισσότερα παραμετρικά μέτρα (λιτότητας)". Και τούτο "αγνοώντας ακόμα και τη δική του έρευνα σχετικά με το μέγεθος των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών και την αύξηση των φορολογικών εσόδων, με αποτέλεσμα να υποτιμά συστηματικά την πρόοδο όσον αφορά τη μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης".
Ο Διοικητής επισημαίνει ότι "το ΔΝΤ είναι εν μέρει υπεύθυνο για τις καθυστερήσεις στο κλείσιμο της αξιολόγησης του 2013, δεδομένου ότι ήταν αδικαιολόγητο (δεδομένου του τελικού αποτελέσματος) στο αίτημά του για πρόσθετες παραμετρικές παρεμβάσεις δημοσιονομικής πολιτικής, ακόμη και όταν ήταν περισσότερο από σαφές ότι το 2013 η δημοσιονομικές εξελίξεις έδειχναν προς ένα πρωτογενές πλεόνασμα με υπερ-απόδοση.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρει επίσης ότι το ΔΝΤ επέμεινε στην πρόσθετη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών "αγνοώντας τις απόψεις των αρχών, της Τράπεζας της Ελλάδας και της ΕΚΤ και αποδείχθηκε ότι κατάφωρα υπερεκτίμησε τις κεφαλαιακές ανάγκες και υποτίμησε τον αντίκτυπο στην οικονομία"
Επίσης ανέφερε ότι το ΔΝΤ μίλαγε σταθερά για χαμηλή πρόοδο "στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αγνοώντας, μεταξύ άλλων, οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ"
Επιπλέον, αναφέρει ο διοικητής, "οι επανειλημμένες αναφορές ότι οι αρχές προτίμησαν ένα εμπροσθοβαρές πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι σωστές (στην πραγματικότητα είναι παραπλανητικές)". Και προσθέτει ότι "το ΔΝΤ κατ 'επανάληψη αγνόησε το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα (ή έλλειμμα) ως σχετικό δημοσιονομικό στόχο, μη λαμβάνοντας υπόψη την δική του έκθεση.
"Ως εκ τούτου, αντί να αναφέρεται παραπλανητικά για τις προτιμήσεις των (ελληνικών) αρχών, θα ήταν πολύ πιο ακριβές να πούμε ότι οι περιορισμοί χρηματοδότησης (και η έλλειψη εκ των προτέρων την ελάφρυνση του χρέους) καθόρισαν τους δημοσιονομικούς στόχους" καταλήγει ο Διοικητής.
 
Ψαλιδόπουλος: Κανείς δεν είναι άμοιρος ευθυνών
 
Ο Αναπληρωτής Εκτελεστικός Διευθυντής για την Ελλάδα στην επιστολή του  ανέφερε ότι "οι ελληνικές αρχές συμφωνούν σε γενικές γραμμές με μερικά από τα ευρήματα του προσωπικού. Έχουν, όμως, μια διαφορετική άποψη για το πώς η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται" και διαφωνούν "με τις υποθέσεις και τα συμπεράσματα του προσωπικού σχετικά με την DSA"
Παρ όλα αυτά, αναφέρει οι ελληνικές αρχές "εξακολουθούν να δεσμεύονται να ακολουθήσουν τις πολιτικές που έχουν συμφωνηθεί στο μνημόνιο" του 2015 "κατά τρόπο που θα διασφαλίζει τη μακροοικονομική σταθερότητα και την ανάπτυξη"
Ο κ. Ψαλιδόπουλος παρέθεσε σειρά στοιχείων για την πρόοδο της οικονομίας, αλλά μίλησε και για κινδύνους στις προβλέψεις που συνδέονται με καθυστερήσεις "στην ολοκλήρωση της δεύτερης αναθεώρησης, με τον αντίκτυπο της αυξημένης φορολογίας στην οικονομική δραστηριότητα και με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων". Αναφέρθηκε επίσης σε κινδύνους που σχετίζονται με το διεθνές περιβάλλον, όπως είναι οι νέες πιέσεις από την προσφυγική κρίση, την αυξημένη αβεβαιότητα που συνδέεται με τις επικείμενες εκλογές σε αρκετές χώρες της ΕΕ, την αύξηση του προστατευτισμού σε ολόκληρο τον κόσμο και την επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου.
Περιέγραψε και ένα αισιόδοξο σενάριο "που σχετίζεται με την ένταξη του ελληνικού δημόσιου χρέους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (QE)".
Μίλησε και για προσαρμογή που "έχει έρθει, όμως, με υψηλό κόστος. Το πραγματικό ΑΕΠ είναι τώρα περισσότερο από ένα τέταρτο χαμηλότερο από τα επίπεδα προ της κρίσης".
Αναφέρει ότι οι ελληνικές αρχές "είναι αποφασισμένες και δεσμεύονται για την εφαρμογή του τρέχοντος προγράμματος και για να αποφύγουν τα λάθη του παρελθόντος και την οπισθοδρόμηση".
Αλλά "καλούν το ΔΝΤ να προβεί σε απολογισμό των όσων έχουν επιτευχθεί μέχρι στιγμής, και έτσι τους περιορισμούς που απορρέουν από μια επταετή συνεχιζόμενη ελληνική κρίση και να μείνει δεσμευμένο, έτσι ώστε αυτά τα επιτεύγματα να μην τεθούν σε κίνδυνο". Και αναφέρει ότι οι ελληνικές αρχές είναι έτοιμες να προχωρήσει στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης.
Σε ξεχωριστή αναφορά για την έκθεση της εκ των υστέρων αξιολόγησης (2ο μνημόνιο 2012-16), ασκεί κριτική λέγοντας ότι οι αναφορές "είναι μικρές για τα επιτεύγματα και μεγάλες για τις χαμένες ευκαιρίες". 
Μίλησε για τις πολιτικές σταθεροποίησης και το οικονομικό και κοινωνικό τους κόστος.
"Στην Ελλάδα όμως, το κόστος ήταν, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, το υψηλότερο" είπε και "τα αίτια έχουν συζητηθεί εκτενώς: κανένας συμμετέχων σε αυτές τις προσπάθειες δεν είναι άμοιρος ευθύνης" κατέληξε.